Ανησυχία προκαλεί η έξαρση του κορωνοϊού στα νησιά, που αυξάνει συνεχώς τις πιθανότητες τοπικών lockdown, σύμφωνα με τον καθηγητή Πνευμονολογίας Νίκο Τζανάκη.
Η Ίος και η Μύκονος έχουν τεθεί από την επιτροπή σε κατάσταση αυξημένης επιτήρησης και είναι ένα βήμα πριν από τα τοπικά μέτρα, όπως διευκρίνισε και ο ο υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας, Νίκος Χαρδαλιάς. Παράλληλα, ανησυχία προκαλεί και η επιδημιολογική εικόνα σε Πάρο, Τήνο, Ζάκυνθο, Λευκάδα, Σαντορίνη, και Ρόδο, είπε ο Νίκος Τζανάκης, μιλώντας στον ΣΚΑΪ.
Ο κ. Τζανάκης είπε ότι δεν πρέπει να μετράμε τα κρούσματα που εντοπίζονται στα νησιά στον μόνιμο πληθυσμό, ο οποίος είναι σε μεγάλο βαθμό πλήρως εμβολιασμένος. Για παράδειγμα, τη Μύκονο δεν πρέπει να τη λογίζουμε σαν ένα νησί με 10 χιλ. κατοίκους που είναι ο μόνιμος πληθυσμός. Αυτή τη στιγμή έχει περίπου 200 χιλ. κόσμο, επομένως τα 40 κρούσματα είναι φυσιολογικό με αυτό τον ενεργό επιδημιολογικά πληθυσμό.
Τόνισε, δε, πως το όριο συναγερμού έχει ξεπεραστεί στις περισσότερες περιφερειακές ενότητες της Ελλάδας, λόγω της κινητικότητας. Επίσης, οι κοινωνικές επαφές έχουν πολλαπλασιαστεί. «Είναι τελείως λογικά αυτά τα νούμερα δεδομένης της κατάστασης και της μετάλλαξης Δέλτα», συμπλήρωσε.
Εκτίμησε, επίσης, ότι αυτή τη στιγμή είμαστε στην αρχή της κορύφωσης αυτού του κύματος, η οποία θα αρχίσει να έχει σταθεροποιητικούς και αποκλιμακωτικούς ρυθμούς μετά το Δεκαπενταύγουστο, που υπάρχει μεγάλη κινητικότητα.
Όσον αφορά στα εμβόλια, ο καθηγητής ανέφερε ότι «έστω και η πρώτη δόση προσδίδει μια ανθεκτικότητα στον οργανισμό. Να τρέξουμε να εμβολιαστούμε. Κάποιοι στα νοσοκομεία μετανιώνουν κλαίγοντας που δεν εμβολιάστηκαν». Για την ανοσία ο κ. Τζανάκης είπε πως θα φτάσουμε στο 60-62% στο τέλος Αυγούστου.
Σχετικά με το άνοιγμα των σχολείων και τους εκπαιδευτικούς, ο καθηγητής είπε ότι δε μπορεί να φανταστεί ανεμβολίαστο να κάνει μάθημα σε παιδιά.
Τέλος, για το ισραηλινό εισπνεόμενο φάρμακο διευκρίνισε ότι σχεδιάζεται να δίνεται σε όσους έχουν μολυνθεί. Επειδή είναι εισπνεόμενο είναι εύκολο να το παίρνει κανείς οπουδήποτε και όχι μόνο στο νοσοκομείο. Οι κλινικές δοκιμές, ωστόσο, θα μας δείξουν την αποτελεσματικότητα και την ασφάλειά του. Είμαστε μακριά ακόμα από το να ξέρουμε τα οφέλη και τις παρενέργειες που μπορεί να έχει.