Στο ερώτημα πότε πρέπει να ανοίξουν τα σχολεία απαντάει ο Ηλίας Μόσιαλος παίρνοντας θέση στη συζήτηση που έχει ανοίξει τις τελευταίες μέρες στην Ελλάδα.
«Είναι λογικό να γίνονται συζητήσεις για το άνοιγμα των σχολείων και να υπάρχουν εύλογες ανησυχίες. Όπως αναφέρω συχνά, η διαχείριση της πανδημίας είναι η διαχείριση του ρίσκου. Οπότε, και στην περίπτωση του ανοίγματος των σχολείων θα πρέπει να εξετάσουμε τον σχετικό κίνδυνο που προκύπτει.
Υπάρχουν όμως βασικά ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν: Πρέπει να ανοίξουν τα σχολεία; Και εάν ναι, πότε;
Πριν απαντηθούν αυτά τα ερωτήματα, ας απαντήσουμε μια σειρά άλλων καίριων ερωτημάτων.
1. Ποιος είναι ο κίνδυνος για τα παιδιά αν ανοίξουν τα σχολεία;
2. Ποιος είναι ο κίνδυνος για τα παιδιά αν δεν ανοίξουν τα σχολεία;
3. Ποιος είναι ο κίνδυνος για γονείς και συγγενείς (παππούδες – γιαγιάδες) αν ανοίξουν τα σχολεία;
4. Με ποιες προϋποθέσεις πρέπει να ανοίξουν τα σχολεία;
5. Πότε ακριβώς πρέπει να ανοίξουν τα σχολεία;
Ας δούμε αναλυτικά τις απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα.
1. Αναφορικά με τις επιπτώσεις της μετάδοσης του κορωνοϊού: ο κίνδυνος είναι ελάχιστος για τα παιδιά κάτω των 10 ετών, και πολύ μικρός άνω των 10 ετών. Tα παιδιά, αν κολλήσουν τη νόσο, νοσούν με ήπια συμπτώματα ή είναι ασυμπτωματικά. Αυτό, διευκρινίζω, δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει κίνδυνος, ο κίνδυνος όμως είναι πολύ μικρότερος σε σχέση με τις άλλες ηλικιακές ομάδες.
2. Αναφορικά με τις ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις εάν δεν ανοίξουν τα σχολεία: ο κίνδυνος είναι μεγάλος. Ίσως ο κίνδυνος των επιπτώσεων της απώλειας της κοινωνικοποίησης με συνομηλίκους στις μικρές ηλικίες να είναι δυσανάλογα μεγάλος σε σχέση με τον κίνδυνο της απώλειας διδασκαλίας. Η δεύτερη μπορεί να αναπληρωθεί με άλλες μεθόδους διδασκαλίας που υπερβαίνουν την κλασική μεθοδολογία του ελληνικού σχολείου· μεθόδους που απαιτούν σοβαρό προγραμματισμό.
Χρειάζεται μια μεγάλη συζήτηση για το είδος του σχολείου που θέλουμε. Ειδικά εάν θέλουμε ένα σχολείο που η στοχοθεσία του να υπερβαίνει τα σημερινά αποτελέσματα, αυτά που προκύπτουν μετά από αποστήθιση και έλλειψη κριτικής προσέγγισης, με στοχοθεσία την προετοιμασία για τις εισαγωγικές εξετάσεις στα πανεπιστήμια.
3. Επιπτώσεις για γονείς και συγγενείς: Είναι υπαρκτός και πιο μεγάλος ο κίνδυνος αν οι μαθητές ανήκουν σε οικογένειες που ζουν μαζί με παππούδες και γιαγιάδες, σε μικρούς χώρους. Για αυτό και είναι, επιπλέον, σημαντικό να εξεταστεί η εξ´ αποστάσεως διδασκαλία, όχι ως εναλλακτικό σχέδιο ή plan B, αλλά ως παράλληλη εκπαιδευτική επιλογή για παιδιά με υποκείμενα νοσήματα ή υποκείμενα νοσήματα στην οικογένεια.
Κάνω μια παρένθεση εδώ, για να υπογραμμίσω πως είναι πολύ σημαντικό να γίνει επικαιροποίηση των κριτηρίων για την κατάταξη όσων ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες. Λαμβάνω ο ίδιος πολλά μηνύματα από γονείς που ανησυχούν εάν ανήκουν σε αυτές τις ομάδες. Τα κριτήρια πρέπει να είναι αντικειμενικά και να βασίζονται στην επιστημονική τεκμηρίωση. Για επιτάχυνση της διαδικασίας μπορούμε να ανατρέξουμε στα παραδείγματα κριτηρίων που έχουν θεσπίσει άλλες αναπτυγμένες χώρες, όπως ο Καναδάς, η Ελβετία, η Αγγλία και η Γαλλία.
4. Πολύ πιο σημαντικά όμως όλων των σημείων που προανέφερα, είναι το ποιες είναι οι προϋποθέσεις και το πότε πρέπει να ανοίξουν τα σχολεία.
Αρκούν οι μάσκες; Για τον συστηματικό έλεγχο της αντιμετώπισης της πανδημίας απαιτούνται και η εφαρμογή της συχνής υγιεινής των χεριών, η τήρηση των αποστάσεων και ο εξαερισμός με φρέσκο αέρα για να αποτραπεί η μείωση της αερογενούς μετάδοσης.
Αυτό σημαίνει μικρότερος αριθμός παιδιών ανά τάξη με βάση τις προδιαγραφές και τις συστάσεις άλλων αναπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών. Πως μπορεί όμως να γίνει αυτό αν δεν υπάρχουν επαρκείς χώροι;
Ίσως μπορεί όπου είναι αυτό δυνατόν να γίνει με χρήση άλλων υπαρχόντων χωρών: μετά από διάθεση χώρων σε συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση, τους δήμους, τους αθλητικούς, κοινωνικούς και πολιτιστικούς φορείς και τον ιδιωτικό τομέα κάθε περιοχής: ας χρησιμοποιηθούν βιβλιοθήκες, χώροι ξενοδοχείων, πολιτιστικά κέντρα, αίθουσες συνεδριάσεων, δημοτικών συμβουλίων, αθλητικά κέντρα και γυμναστήρια, αίθουσες συλλόγων κοινωνικών φορέων.
Αν δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστεί αυτό, τότε ίσως να πρέπει να εξεταστεί η εκ περιτροπής διδασκαλία, ή η αναδιοργάνωση των προγραμμάτων διδασκαλίας και του σχολικού προγράμματος, έτσι ώστε να επιτραπεί η διαμόρφωση ενός ασφαλέστερου σχολικού περιβάλλοντος.
Προφανώς, θα χρειαστεί και ενίσχυση του εκπαιδευτικού προσωπικού, προσλήψεις αναπληρωτών καθηγητών και ανακλήσεις αποσπάσεων.
Είναι όμως σαφές ότι η ενίσχυση των υποδομών της δημόσιας παιδείας πρέπει να είναι προτεραιότητα κάθε ελληνικής κυβέρνησης. Οι υποδομές σε πολλά ελληνικά σχολεία είναι ανεπαρκείς και δεν έχουν καμία σχέση με τα πρότυπα των περισσότερων χωρών της δυτικής Ευρώπης.
Έχουμε επομένως μεγάλα κενά στην εκπαίδευση: απαρχαιωμένοι στόχοι και μέθοδοι διδασκαλίας και υποδομές. Και εάν συνεχίσουμε έτσι, τότε οι κοινωνικές και εκπαιδευτικές ανισότητες (μεταξύ δημοσίων και ιδιωτικών σχολείων) θα διευρύνονται.
Ας επιστρέψουμε στο θέμα του ανοίγματος των σχολείων.
Αν εφαρμοστούν περισσότερες παρεμβάσεις (μάσκες, φυσική απόσταση, συχνή υγιεινή χεριών, συχνός εξαερισμός) τότε θα μειωθεί και ο κίνδυνος μετάδοσης στα παιδιά, αλλά και στους εκπαιδευτικούς και στους γονείς. Επίσης θα χρειαστούν συχνά δειγματοληπτικά τεστ για άμεση ιχνηλάτηση και άμεση λήψη μέτρων. Άρα θα χρειαστεί και αύξηση της επάρκειας και της διενέργειας τεστ.
5. Πότε πρέπει να ανοίξουν τα σχολεία;
– Όταν έχουν εξασφαλιστεί οι προϋποθέσεις ασφαλέστερης λειτουργίας.
– Όταν έχει ολοκληρωθεί η επιστροφή από τις διακοπές και έχουν περάσει τουλάχιστον 2 εβδομάδες.
Συμπερασματικά
1. Ο κίνδυνος για τα ίδια τα παιδιά από το άνοιγμα των σχολείων είναι πάρα πολύ μικρός.
2. Ο κίνδυνος για τις ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις είναι μεγαλύτερος από αυτόν που σχετίζεται με το άνοιγμα.
3. Ο κίνδυνος για γονείς και συγγενείς είναι υπαρκτός, αλλά μπορεί να μετριαστεί αν βελτιωθούν οι προϋποθέσεις ανοίγματος των σχολείων και εάν το άνοιγμα γίνει τη σωστή χρονική στιγμή.
4. Οι προϋποθέσεις για το άνοιγμα των σχολείων υπερβαίνουν τη χρήση της μάσκας, αλλά απαιτούν την τήρηση περισσότερων παρεμβάσεων (και φυσική απόσταση, και συχνή υγιεινή χεριών, και συχνός εξαερισμός των αιθουσών διδασκαλίας).
5. Όταν έχουν ολοκληρωθεί οι προϋποθέσεις λειτουργίας και τουλάχιστον 2 εβδομάδες μετά την επιστροφή των μαθητών από τις διακοπές, τα σχολεία μπορούν να ανοίξουν»