Τα δεδομένα πρόσφατης μελέτης σχετικά με το κατά πόσο η επίδραση των μετεωρολογικών παραγόντων επηρεάζει την μετάδοση του κορωνοϊού, συνοψίζουν οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Γιάννης Ντάνασης, Πάνος Μαλανδράκης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ).
Σκοπός της πρόσφατης μελέτης των Francesco Sera και συνεργατών στο επιστημονικό περιοδικό Nature Communications η οποία δημοσιεύτηκε στις 13 Οκτωβρίου 2021, ήταν η εκτίμηση της επίδρασης μετεωρολογικών παραγόντων κατά την αρχική φάση της πανδημίας, ενώ παράλληλα έλαβαν υπόψη την επίπτωση άλλων παραγόντων στην πορεία της πανδημίας όπως κοινωνικο-οικονομικές παράμετροι και μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις συμπεριλαμβανομένων των μέτρων σωματικής απομάκρυνσης για την αποτροπή της μετάδοσης του κορωνοϊού.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν μια μετρίου βαθμού, μη γραμμική συσχέτιση μεταξύ της μέσης θερμοκρασίας και του αριθμού αναπαραγωγής Re του κορονοϊού με βάση τα δεδομένα από 409 πόλεις σε 26 χώρες ανά την υφήλιο.
Συγκεκριμένα, για κάθε αύξηση της θερμοκρασίας κατά 10°C η εκτιμώμενη μείωση του δείκτη Re ήταν της τάξης του 0.087 (95% όρια αξιοπιστίας 0.025 έως 0.148).
Παράλληλα, η λήψη αυστηρών μη φαρμακευτικών παρεμβάσεων από την Πολιτεία για την αποφυγή της μετάδοσης του κορονοϊού όπως ο περιορισμός των συναθροίσεων και η καθολική χρήση μάσκας προσώπου οδήγησε σε μια εκτιμώμενη μείωση του δείκτη Re ήταν της τάξης του 0.285 (95% όρια αξιοπιστίας 0.223 έως 0.347).
Πρακτικά, η επίδραση της λήψης μέτρων αποτροπής της διασποράς της COVID-19 οδήγησε σε μείωση του δείκτη αναπαραγωγής Re της πανδημίας κατά 6 φορές περισσότερο συγκριτικά με την αύξηση της θερμοκρασίας.
Συμπερασματικά, οι ερευνητές καταλήγουν ότι η επίδραση των μετεωρολογικών παραγόντων κατά την αρχική φάση της πανδημίας COVID-19 δεν ήταν ιδιαίτερα σημαντική, ενώ οι παρεμβάσεις της Πολιτείας και η ανθρώπινη συμπεριφορά επηρέασαν περισσότερο το μοτίβο της μετάδοσης του SARS-CoV-2.