LIFESTYLE

Η χήρα του Αντώνη Βαρδή λύνει τη σιωπή της και εξηγεί γιατί έκανε μήνυση στα παιδιά του

​Εξηγήσεις για τους λόγους που αποφάσισε να κάνει μήνυση στα παιδιά του Αντώνη Βαρδή, έδωσε η χήρα του μεγάλου τραγουδοποιού, που έφυγε από την ζωή πριν ενάμιση χρόνο.

 

Σε μαγνητοσκοπημένη συνέντευξη που έδωσε στην Τατιάνα Στεφανίδου, η Φιλοθέη Μωβ εξήγησε για ποιο λόγο κινείται δικαστικά εναντίον του Γιάννη και της Καλλιστώς Βαρδή:

«Δεν θα ήθελα ποτέ να έχει δημοσιευτεί κάτι τέτοιο, γιατί θεωρώ πως με όλα αυτά μαυρίζει η εικόνα του Αντώνη. Αλλά από την στιγμή που βγήκε στο φως…» είπε αρχικά και πρόσθεσε:

«Θα ήθελα να διευκρινίσω ότι η μήνυση που βγήκε στο φως δεν έγινε για οικονομικούς λόγους, αυτό είναι το πιο σημαντικό για μένα. Είναι μια αυτοδικία, οπότε η μήνυση έγινε καθαρά για λόγους ηθικούς, για να καταλάβουν κάποιοι ότι έτσι απλά δεν πετάς έναν άνθρωπο στο δρόμο, και ειδικά τον άνθρωπο που έχει τιμήσει τόσο πολύ ο πατέρας σου, αλλά και έχει τιμήσει τον πατέρα σου (…) Δεν ζητάω τίποτα, ούτε σπίτι, ούτε χρήματα».

Τόνισε δε, ότι «μια οικογένεια όπως ήμασταν, θα έπρεπε να είχε μιλήσει. Δεν παίρνει αποφάσεις και εκτελεί, κλειδώνει απ΄έξω ή οτιδήποτε. Θεωρώ ότι μόνο η δικαιοσύνη μπορεί να κρίνει αν αυτός ήταν ένας νόμιμος τρόπος ή όχι».

ΠΩΣ ΓΝΩΡΙΣΤΗΚΑΝ ΜΕ ΤΟΝ ΑΝΤΩΝΗ ΒΑΡΔΗ:

«Έζησα με τον Αντώνη Βαρδή από το 2001. Συνολικά 13 χρόνια. Είχε ένα αυχενικό σύνδρομο και κάποια κοινή γνωστή μας σύστησε επειδή χρειαζόταν φυσικοθεραπεία κατ΄οίκον. Το 1998 συνέβη αυτό. Δεν ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά. Επί τρία χρόνια συνεχόμενα ήμουν η φυσικοθεραπεύτρια του. Ο Αντώνης ήταν γλυκός και ευγενικός προσπαθώντας να με προσεγγίσει, αλλά εγώ ήμουν πάντα με τον πληθυντικό».

O ΓΑΜΟΣ ΤΟΥΣ:

«Χρόνια μου έλεγε ο Αντώνης να παντρευτούμε, αλλά του έλεγα λίγο αργότερα. Με προβλημάτιζε η διαφορά ηλικίας και το πώς θα φαινόταν στον κόσμο. Είχαμε 25 χρόνια διαφορά ηλικίας(…)Μου το είπε πως “θέλω να αισθάνεσαι ασφαλής δίπλα μου”. Ήθελε να πάω να βάλω την δημοσίευση του γάμου στην εφημερίδα. “Μην το αργείς άλλο, πήγαινε τώρα. Είσαι γυναίκα μου. Δεν θέλω ποτέ να θεωρήσει κάποιος πως δεν είσαι γυναίκα μου” μου έλεγε. Με είχε έννοια(…) Είμαι 5-6 μήνες μεγαλύτερη από τον γιο του τον Γιάννη. Στο σπίτι όπου πήγαινα ο Αντώνης έμενε μόνος του και ο Γιάννης στο ισόγειο του σπιτιού, από διαφορετική είσοδο. Όταν κάναμε σχέση αποφασίσαμε να συζήσουμε αμέσως. Το σπίτι είναι διαμορφωμένο έτσι, που ουσιαστικά είναι δυο διαφορετικές κατοικίες. Άσχετα αν υπάρχει μια ενδιάμεση πόρτα που να συνδέει τους δυο ορόφους. Είναι δυο τελείως ανεξάρτητες κατοικίες. Όταν αρχίσαμε να μένουμε μαζί, η κόρη μου ήταν πέντε ετών. Είχα χωρίσει τότε αλλά δεν είχα πάρει διαζύγιο από τον πρώην άντρα μου».

Η ΜΕΡΑ ΠΟΥ ΒΡΗΚΕ ΚΛΕΙΔΩΜΕΝΟ ΤΟ ΣΠΙΤΙ:

«Από την μέρα που έφυγε ο Αντώνης, άλλαξαν οι ισορροπίες, τα πάντα. Τον πρώτο καιρό ο Γιάννης ήταν πολύ προστατευτικός μαζί μου. Αντιλαμβανόταν την κατάθλιψη μου, την ανορεξία που είχα… στην πορεία όμως, σταδιακά τα πράγματα άρχισαν να γίνονται πιο ψυχρά (…) Φυσικά και γνώριζα πως είναι το σπίτι που τους έχει αφήσει ο Αντώνης και το σέβομαι απόλυτα. Δεν διεκδίκησα ποτέ κάτι από το σπίτι, Μου είπε και για το μωράκι που θα έρθει στον κόσμο, χάρηκα και του είπα πόσο ωραίο είναι αυτό. Αλλά δεν μαζευτήκαμε, δεν ήρθε ο Γιάννης ή η Καλλιστώ να μου πούνε ότι χρειαζόμαστε το χώρο και έχεις τόσο περιθώριο. Επέστρεψα και ήταν κλειδωμένο το σπίτι!(…)Η μήνυση είναι για τον τρόπο τους. Έστω σε κάποια ηλικία οι άνθρωποι πρέπει να μαθαίνουν πως πρέπει να έχουν παιδεία. Όχι μόνο να το λένε, αλλά να έχουν κιόλας. Παιδεία είναι ο τρόπος που φέρεσαι στους ανθρώπους αλλά και στα ζώα. Εκεί φαίνεται το επίπεδο του ανθρώπου».

Πρόσθεσε ακόμα, πως «για ένα πένθος, 1,5 χρόνος δεν είναι τίποτα! Έχασα τα πάντα όλα, την ζωή μου(…)Για όλα αυτά, όταν υπάρχει πραγματική αγάπη βρίσκονται λύσεις. Δεν κλειδώνεις κάποιον απ΄έξω, ή απλά έστω κι αν είναι σκληρό, στέλνεις ένα εξώδικο. Δεν κλειδώνεις όμως. Δεν ήθελα τίποτα άλλο από το σπίτι, μόνο τις αναμνήσεις μου. Άφησα το πακέτο τα τσιγάρα του Αντώνη όπως έμεινε όταν φύγαμε για το νοσοκομείο. Το τσιγάρο δίπλα που πήγε να ανάψει και δεν το άναψε ποτέ. Είχαν μείνει όλα όπως όταν ήταν ο Αντώνης μέσα στο σπίτι».

«ΜΕ ΠΕΤΑΞΑΝ ΑΠΟ ΤΟ ΣΠΙΤΙ»

«Με πέταξαν από το σπίτι και μεθοδικά. Έτσι αισθάνθηκα. Έμεινα στο δρόμο. Κατάλαβα τι σημαίνει να είσαι άστεγος. Το έζησα! Στη μαμά μου δεν είπα τίποτα ούτε στην κόρη μου για να μην στεναχωρηθούν. Ήμουνα στο αυτοκίνητο με ένα σκυλάκι. Έχω ακίνητη περιουσία, κάποια διαμερίσματα που είναι νοικιασμένα. Σε ένα χώρο που θα μπορούσα να πάω και είναι πολύ μικρός, δεν είχε μέσα ούτε κρεβάτι και από το καταστατικό της πολυκατοικίας δεν επιτρεπόταν τα σκυλιά(…)Από το σπίτι μου επέτρεψαν να πάρω τα πέντε από τα έξι που είχαμε. Ο δικηγόρος μου είπε ή παίρνεις τα πέντε (σκυλιά) και αφήνεις τον "Μαέστρο" ή κανένα. Ήταν δικά μου όμως και τα έξι. Εγώ τα μεγάλωσα».

ΤΙ ΑΛΛΟ ΠΗΡΕ ΤΕΛΙΚΑ ΑΠΟ ΤΟ ΣΠΙΤΙ:

«Το κρεβάτι μας, τα δυο κομοδίνα μας και μια ντουλάπα. Αυτά που είχε μέσα η κρεβατοκάμαρα μας, και τον ηλεκτρονικό μου υπολογιστή. Τα ρούχα μου, πέντε ζευγάρια παπούτσια και πέντε μπλουζάκια του Αντώνη».

ΠΩΣ ΤΗΝ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΕ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ Ο ΑΝΤΩΝΗΣ ΒΑΡΔΗΣ-TO 25% TΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ:

«Με τίμησε φυσικά και με τίμησε. Σε τιμά ο άλλος με την αγάπη του και με τον τρόπο που σου φέρεται. Δεν σε τιμά αφήνοντας σου χρήματα. Εμένα ο Αντώνης δεν μου άφησε χρήματα, αλλά με έχει τιμήσει με τον τρόπο του. Η εξασφάλιση μου είναι το 25% των πνευματικών του δικαιωμάτων και το ότι ήταν δίπλα μου τόσα χρόνια και μου φερόταν τόσο καλά».