H Άντζελα Δημητρίου συνάντησε τη Ρούλα Κορομηλά στο «Σπίτι με το Mega» όπου εκτός από τα τραγούδια προχώρησε σε μια εκ βαθέων εξομολόγηση μιλώντας για τα δύσκολα παιδικά της χρόνια και τους γονείς της.
«Ο πατέρας μου ήταν απών. Από οχτώ χρονών, που ήμουν, ο πατέρας μου ήταν απών. Έλεγε πάντα «θα έρθω να σας δω», δεν ερχόταν ή ερχόταν και έκανε διάφορες φασαρίες γιατί είχε πρόβλημα υγείας. Όποτε ερχόταν στο σπίτι, μία θα χτύπαγε τη μάνα μου και μία θα έσπαγε τα πάντα μέσα στο σπίτι. Εγώ ήμουν μικρή και φοβόμουν πάρα πολύ, πιο πολύ για τη μάνα μου. Ήθελα να προστατεύσω την μητέρα μου και τότε πέρναγε πάντα η αστυνομία περιπολία και κάποια στιγμή ο πατέρας μου είχε πάρει τη μητέρα μου την χτυπάει. «Βοήθεια, βοήθεια, βοήθεια» φωνάζει η κακομοίρα, εγώ είχα πάρει μια γκαζιέρα μικρή που είχαμε στο σπίτι αντί για σόμπα και ήμουν έτοιμη να την πετάξω στο κεφάλι του για να αφήσει την μητέρα μου».
«Έρχεται η αστυνομία, τον παίρνει και φυσικά τον πήγε μέσα για να του πει γιατί κάνει αυτό το πράγμα. «Εγώ είμαι τρελός, έτσι θέλω να κάνω» τους είπε και κάποια στιγμή ο πατέρας μου κλείστηκε στο Δαφνί. Ποτέ όμως δεν έγινε καλά. Ο μπαμπάς μου ήταν έτσι. Ο μπαμπάς μου ήταν αυτός ο οποίος κάποιες φορές εκμεταλλεύτηκε πάρα πολύ το δικό μου όνομα, σε μεγάλο βαθμό. Έβγαινε στην τηλεόραση, έκρυβε το πρόσωπο του και έλεγε ότι «είμαι ο πατέρας της Άντζελας Δημητρίου». Δεν ήταν όμως ο πατέρας της Άντζελας Δημητρίου, ήταν ο πατέρας της Αγγελικής Κιουρτσάκη».
«Η Άντζελα Δημητρίου ήταν ένα άλλο κομμάτι για τον άλλο τον κόσμο. Για το σπίτι μου ήθελα να είμαι η Αγγελική. Η δική τους Αγγελική, το δικό τους παιδί που το αγαπάνε και το προσέχουν. Η μαμά μου ταλαιπωρήθηκε πάρα πολύ, μα πάρα πολύ όμως, αλλά της το ξεπλήρωσα εγώ. Κάποια στιγμή της είπα πως «θα σταματήσω από τη δουλειά και θα σε έχω στο σπίτι για να σε βάλω σε μια χρυσή πολυθρόνα». Δεν μπόρεσα να της βάλω χρυσή, της έβαλα μια δερμάτινη όμως και καθόταν. Όλο αυτό με τραυμάτισε και από την άλλη με έκανε πολύ δυνατή».