Αντιμέτωπο με το φάσμα του ξαφνικού θανάτου βρίσκεται, πλέον, το MEGA Channel και ως μόνο σωσίβιο σωτηρίας από το οποίο μπορεί να κρατηθεί για να διατηρηθεί στη ζωή και να μην πνιγεί υπό το βάρος των χρεών του είναι να παρέμβουν οι πιστώτριες τράπεζες για να αποτρέψουν την άμεση κατάρρευσή του που θα πλήξει και τις ίδιες.
Η επιβεβαίωση της αδυναμίας -ή, κατ’ άλλους, της απροθυμίας- των βασικών μετόχων της εταιρείας Τηλέτυπος να καλύψουν τη συνεισφορά τους στην απαιτούμενη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου ανοίγει τον ασκό του Αιόλου για το Μεγάλο Κανάλι, το οποίο από την περασμένη Πέμπτη μπήκε σε νέες μεγαλύτερες περιπέτειες καθώς είναι και διοικητικά ακέφαλο μετά την παραίτηση του διευθύνοντος συμβούλου του Νίκου Πεφάνη.
Μετά το ναυάγιο μιας ακόμη προσπάθειας που έγινε προκειμένου να συμφωνήσουν οι μέτοχοι στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της επιχείρησης, η μετοχή της οποίας έχει τεθεί εδώ και μερικές ημέρες σε καθεστώς αναστολής διαπραγμάτευσης από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ο κ. Πεφάνης παραιτήθηκε εντείνοντας την ήδη δραματική κατάσταση που επικρατεί στο κανάλι, με απρόβλεπτες συνέπειες για την καθημερινή λειτουργία του, καθώς δεν διαθέτει πλέον δικαίωμα υπογραφής κανένα από τα ελάχιστα εναπομείναντα στελέχη της επιχείρησης.
Πλέον το κρίσιμο ραντεβού είναι για την έκτακτη γενική συνέλευση μετόχων που ανακοίνωσε η «Τηλέτυπος ΑΕ» για τις 7 Απριλίου. Στην ατζέντα της θα βρεθούν η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας με καταβολή μετρητών και έκδοση νέων κοινών ονομαστικών μετοχών και η τροποποίηση του άρθρου 5 του καταστατικού της Εταιρείας.
Η βεντέτα και οι προεκτάσεις
Με δεδομένο και τον εκατέρωθεν απηνή πόλεμο που έχει ξεσπάσει το τελευταίο διάστημα ανάμεσα στο Μέγαρο Μαξίμου και τον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη, προσλαμβάνοντας χαρακτηριστικά οξείας προσωπικής βεντέτας ανάμεσα στον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και τον εκδότη Σταύρο Ψυχάρη, οι εξελίξεις γύρω από το μέλλον του άλλοτε Μεγάλου Καναλιού αποκτούν εκ των πραγμάτων πολιτικές προεκτάσεις.
Προεκτάσεις που σχετίζονται άμεσα και με την επιθυμία της κυβέρνησης να ελέγξει το παιχνίδι με τις τηλεοπτικές άδειες μέσω του περιορισμού στον αριθμό των καναλιών που προβλέπεται ότι θα επιτραπεί να εκπέμπουν.
Η αίσθηση, άλλωστε, της πολιτικής διάστασης που εκ των πραγμάτων έχουν οι αποφάσεις για το αν και πόσο θα συνεχίσει να λειτουργεί το MEGA ήταν διάχυτη στο τελευταίο διοικητικό συμβούλιο της Τηλέτυπος, στο οποίο παρέστησαν τόσο ο ισχυρός άνδρας του ΔΟΛ κ. Ψυχάρης όσο και οι εκπρόσωποι των δύο άλλων επιχειρηματικών ομίλων που είναι μέτοχοι του καναλιού: ο κ. Γιάννης Βαρδινογιάννης και ο κ. Φώτης Μπόμπολας. Κατά πληροφορίες, ο πρώτος δήλωσε εξαρχής ότι η οικογένεια Βαρδινογιάννη «υπό τις παρούσες συνθήκες» δεν προτίθεται να συμμετάσχει στην αύξηση του κεφαλαίου του MEGA.
Επιχειρηματολογώντας υπέρ της στάσης αυτής της οικογένειάς του, ο κ. Βαρδινογιάννης επικαλέστηκε αφενός τη μεγάλη εκκρεμότητα με τις άδειες, αλλά, κυρίως, την έλλειψη ενός επιχειρηματικού σχεδίου (business plan) από τους έχοντες τον έλεγχο του καναλιού. Είχε προηγηθεί ο κ. Μπόμπολας, ο οποίος εισηγήθηκε ο Πήγασος, που εκπροσωπεί ο ίδιος, αλλά και ο όμιλος Βαρδινογιάννη «να βάλουμε από πέντε εκατομμύρια ευρώ». Οπως υποστήριξε, «θα είναι μεγάλο λάθος να μην υπερασπιστούμε την επένδυση που έχουμε κάνει στο κανάλι και να το αφήσουμε να καταρρεύσει».
Δήλωσε ακόμη διατεθειμένος να αναλάβει ο ίδιος το management και να προχωρήσει σε περικοπές δαπανών (από προμήθειες, μισθούς κ.λπ.) που θα μπορούσαν να φτάσουν ως και 10 εκατ. ευρώ ετησίως. Ενώ επισήμανε και τον κίνδυνο για νομικές περιπλοκές που μπορεί να υπάρξουν για τις υπόλοιπες επιχειρηματικές τους δραστηριότητες -και ίσως όχι μόνον στον χώρο των media- σε περίπτωση που οι τράπεζες κινηθούν για να μη χάσουν τα χρήματα που έχουν δανείσει στο MEGA.
Η εξαίρεση και οι καχυποψίες
Οι προτάσεις του κ. Μπόμπολα, ωστόσο, δεν έγιναν αποδεκτές από τους υπολοίπους και κυρίως από τον κ. Βαρδινογιάννη, με τον οποίο, όπως λένε πηγές που έχουν γνώση των όσων διημείφθησαν στη συνεδρίαση, δήλωσε σύμφωνος και ο κ. Ψυχάρης, ο οποίος ως τότε παρέμενε σιωπηλός και δεν έπαιρνε θέση. «Συμφωνώ, δεν είναι ώρα για κάτι τέτοιο», φέρεται να είπε ο ισχυρός άνδρας του ΔΟΛ, τον οποίο ο κ. Μπόμπολας είχε νωρίτερα «εξαιρέσει» από την αύξηση του κεφαλαίου, δείχνοντας έτσι ότι επιθυμεί να υποβαθμιστεί ο κεντρικός ρόλος που έχει το τελευταίο διάστημα στο κανάλι ο εκδότης των «Νέων» και του «Βήματος».
Ενας πρόσθετος λόγος για τον οποίο, κατά πληροφορίες, οι κύριοι Βαρδινογιάννης και Ψυχάρης απέρριψαν τις εισηγήσεις της πλευράς Μπόμπολα είναι επειδή υπάρχει καχυποψία για το πού θα διοχετευθούν τα μετρητά που θα μπουν στο ταμείο της επιχείρησης εφόσον προχωρήσει η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου. Κι αυτό διότι από τα περίπου 30 εκατ. ευρώ που φέρεται να χρωστάει το κανάλι σε προμηθευτές, ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό της τάξης των 12 εκατ. ευρώ είναι υποχρεώσεις προς την εταιρεία παραγωγής Ανωση, η οποία ανήκει στην οικογένεια Μπόμπολα. Και έτσι, όπως λέγεται, «στην πραγματικότητα τα χρήματα που θα βάλει ο Μπόμπολας στο κανάλι θα πάνε από τη μια τσέπη στην άλλη».
Μάλιστα, κατά τη συνεδρίαση της Πέμπτης ο κ. Βαρδινογιάννης έθεσε ερωτήματα τόσο για το πού θα πάνε τα χρήματα της αύξησης, όσο και γιατί εδώ και χρόνια δεν έγιναν οι περικοπές που τώρα δίνονται υποσχέσεις ότι θα προχωρήσουν.
Υπό αυτές τις συνθήκες, το άδοξο τέλος μιας ακόμη προσπάθειας να βρεθεί λύση στο αδιέξοδο ενώπιον του οποίου βρίσκεται το πάλαι ποτέ θεωρούμενο ως «κανάλι της διαπλοκής» ήταν αναπόφευκτο. Οπως αναπόφευκτη ήταν και η παραίτηση του διευθύνοντος συμβούλου κ. Πεφάνη, ο οποίος, μόλις ολοκληρώθηκε η συνεδρίαση του Δ.Σ., φέρεται να είπε: «Δεν θα πάω εγώ φυλακή».
Καθώς, όμως, επρόκειτο για το μοναδικό εκτελεστικό μέλος της διοίκησης, η κίνηση αυτή του προερχόμενου από τον ΔΟΛ στελέχους, που ήταν και οικονομικός διευθυντής του καναλιού, δημιουργεί ασφυκτικές συνθήκες στη λειτουργία της επιχείρησης, στην οποία δεν υπάρχει κανείς πλέον με δικαίωμα υπογραφής ακόμη και για τρέχοντα ζητήματα.
Τα χρέη και οι τράπεζες
Ετσι, είναι σχεδόν δεδομένο ότι η τυπική απόφαση για σύγκληση νέας γενικής συνέλευσης των μετόχων σε 25 ημέρες, με την οποία ολοκληρώθηκε η συνεδρίαση του Δ.Σ. της Πέμπτης, δεν πρόκειται να εφαρμοστεί, αφού συγκλίνουσες πληροφορίες επιμένουν ότι «οι εξελίξεις θα τρέξουν πολύ πιο γρήγορα», τουλάχιστον από την πλευρά των τραπεζών οι οποίες θα κινηθούν για να απαιτήσουν τα δάνεια που έχουν χορηγήσει στο MEGA και υπολογίζεται ότι φτάνουν στο ποσό των 120 εκατ. ευρώ.
Το μεγαλύτερο μέρος των χρεών του καναλιού, που αφορά κυρίως ομολογιακό δάνειο ύψους 95 εκατ. ευρώ, είναι προς τις τράπεζες Alpha και Πειραιώς, ενώ μικρότερη είναι η «έκθεση» που έχουν οι δύο άλλες συστημικές τράπεζες: η Eurobank και η Εθνική. Οι διοικήσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων βρίσκονταν εδώ και καιρό σε εγρήγορση, παρακολουθώντας στενά τις εξελίξεις.
Από την περασμένη Πέμπτη, ωστόσο, η εγρήγορση μετατράπηκε σε κατάσταση συναγερμού, καθώς κοινή είναι, πλέον, η πεποίθηση ότι με δεδομένες τις συνθήκες που διαμορφώθηκαν από τη νέα παράταση της εκκρεμότητας, που έπρεπε να είχε διευθετηθεί από τον περασμένο Μάιο όταν προέκυψε η ανάγκη για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, ο κίνδυνος για κατάρρευση μεγιστοποιείται.
Η αμέσως επόμενη κίνηση από την πλευρά των τραπεζών θα είναι η ανάδειξη νέας διοίκησης, αλλά και η λήψη όλων των νομικών μέτρων που θα αποτρέψουν την πτώχευση του καναλιού.
Ανώτατοι τραπεζικοί κύκλοι δεν έκρυβαν πάντως τις τελευταίες ημέρες και μετά τις ραγδαίες εξελίξεις στο MEGA τον προβληματισμό αλλά και την ενόχλησή τους για τη στάση ορισμένων εκ των μετόχων τού άλλοτε κραταιού καναλιού.Το ζήτημα περιπλέκεται ακόμη περισσότερο και εξαιτίας του γεγονότος ότι ο ΔΟΛ και ο Πήγασος έχουν ενοποιημένους ισολογισμούς με το MEGA.
Στις άμεσες επιδιώξεις που λέγεται ότι έχουν οι ιθύνοντες των πιστωτικών ιδρυμάτων είναι, εφόσον το επιτρέψουν οι συνθήκες, να αναζητηθεί αγοραστής, ο οποίος θα είναι διατεθειμένος να επενδύσει χρήματα για να αποκτήσει το brand name του MEGA που παραμένει ισχυρό. Και εν συνεχεία να διεκδικήσει μία από τις τέσσερις άδειες για πανελλαδική συχνότητα ειδησεογραφικού σταθμού που οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι ισχυρίζονται ότι θα προκηρυχθούν τις προσεχείς εβδομάδες.
Σε κάθε περίπτωση, εκείνο που κατηγορηματικά αποκλείεται είναι να βάλουν οι τράπεζες χρήματα στο υπερχρεωμένο κανάλι για να το διατηρήσουν στη ζωή. Αντιθέτως, εφόσον δεν εμφανιστούν νέοι μέτοχοι κατά τις επόμενες 30 με 40 ημέρες που θεωρείται ως το επαρκές διάστημα για να ολοκληρωθεί η περίοδος καταγγελίας των δανείων, τότε θα προχωρήσουν σε εκκαθάριση της επιχείρησης.