Πέντε μειώσεις και αναστολές εφαρμογής φόρων έχουν «κλειδώσει» μέχρι στιγμής για το 2020, σύμφωνα με την εφημερίδα «Καθημερινή», ενώ ανοικτή παραμένει ακόμη η αναμόρφωση της φορολογικής κλίμακας, καθώς η διατήρηση του αφορολόγητου ορίου, σε συνδυασμό με τη μείωση κατώτατου συντελεστή από το 22% στο 9% έχει μεγάλο δημοσιονομικό κόστος.
Για το 2020 θεωρούνται δεδομένες η μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων (ισχύει για τα κέρδη του 2019 αλλά επιβαρύνει τον επόμενο προϋπολογισμό), η μείωση του ΦΠΑ σε όλο το τουριστικό πακέτο, η έκπτωση από το φορολογητέο εισόδημα μέρους των δαπανών αναβάθμισης κτιρίων, ενώ αναστέλλεται η εφαρμογή του ΦΠΑ και του φόρου υπεραξίας στα ακίνητα. Για το 2021 και μετά μετατίθενται η μείωση του ΦΠΑ και η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος και των ασφαλιστικών εισφορών. Επιπλέον, το 2020 θα αυξηθεί το κονδύλι για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα.
Συγκεκριμένα:
- Μειώνεται από το 28% στο 24% ο φορολογικός συντελεστής στα επιχειρηματικά κέρδη του 2019. Ωστόσο το κόστος θα επιβαρύνει τον προϋπολογισμό του 2020. Επίσης για το 2021 προβλέπεται η μείωση του συντελεστή στο 20%. Ταυτόχρονα μειώνεται ο φόρος στα διανεμόμενα κέρδη στο 5% από 10% που είναι σήμερα.
- Μειώνεται ο ΦΠΑ σε όλο το τουριστικό πακέτο στο 13%.
- Αναστέλλεται ο ΦΠΑ στην οικοδομική δραστηριότητα για τρία χρόνια.
- Αναστέλλεται ο φόρος υπεραξίας για ακόμη τρία χρόνια.
- Έκπτωση 40% των δαπανών ενεργειακής, λειτουργικής και αισθητικής αναβάθμισης των ακινήτων από το φορολογητέο εισόδημα.
Στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων βρίσκεται η διατήρηση του αφορολογήτου ορίου στις 8.636 ευρώ καθώς το κόστος του ανέρχεται σε 1,9 δισ ευρώ. Το σενάριο που επεξεργάζονται στελέχη του υπουργείου Οικονομικών προβλέπει σταθερό αφορολόγητο όριο 6.500 το οποίο θα φτάνει στις 8.636 ευρώ εφόσον ο φορολογούμενος παρουσιάσει στην εφορία πρόσθετες ηλεκτρονικές συναλλαγές. Δηλαδή για να επωφεληθεί ο φορολογούμενος από το προσαυξημένο αφορολόγητο θα πρέπει να έχει περισσότερες ηλεκτρονικές συναλλαγές από όσες προβλέπονται σήμερα. Με τον τρόπο αυτό υπολογίζουν στο οικονομικό επιτελείο ότι δεν θα διαταραχθεί η ισορροπία του προϋπολογισμού, εκτιμώντας ότι έτσι θα μπορούν να πείσουν τους θεσμούς για τη διατήρησή του στα σημερινά επίπεδα, συρρικνώνοντας ταυτόχρονα τη φοροδιαφυγή, κυρίως στον τομέα του ΦΠΑ, που ξεπερνάει τα 6 δισ ευρώ ετησίως.