ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ελληνικοί εταιρικοί ισολογισμοί πριν και μετά την πανδημία – Ανάλυση από την Τράπεζα Πειραιώς

Πριν από δύο χρόνια κάναμε την πρώτη μας προσπάθεια να προσομοιώσουμε τον αντίκτυπο που θα είχε η ύφεση από την πανδημία της COVID-19 στη δομή των ισολογισμών των ελληνικών επιχειρήσεων, με ιδιαίτερη έμφαση στην κερδοφορία, τη ρευστότητα και τη φερεγγυότητά τους. Τότε, o αντίκτυπος της ύφεσης και τα lockdown στον κύκλο εργασιών των τομέων της ελληνικής οικονομίας βασιζόταν σε υποθέσεις.

Τώρα που η ΕΛΣΤΑΤ δημοσίευσε τα τελικά στοιχεία για την κλαδική ανάλυση του κύκλου εργασιών της ελληνικής οικονομίας για το 2020, επανεξετάσαμε τη μελέτη μας χρησιμοποιώντας τα πραγματικά στοιχεία για τον κύκλο εργασιών των εταιριών σε επίπεδο κλάδου. Κατ’ επέκταση, προσομοιώσαμε τον αντίκτυπο της μείωσης του κύκλου εργασιών (και σε ορισμένες περιπτώσεις της αύξησης) στους ισολογισμούς 12.236 ελληνικών εταιριών του δείγματός μας και παρουσιάζουμε τα ευρήματά μας αναφορικά με τον αντίκτυπο στην κερδοφορία, τη ρευστότητα και τα κεφάλαια.

Επιπλέον, χρησιμοποιήσαμε το μοντέλο εταιρικής μας αξιολόγησης Enterprise Rating System (ERS) που έχουμε αναπτύξει για να εκτιμήσουμε την ύφεση που σχετίζεται με την πανδημία COVID-19 στην πιστωτική ποιότητα των ελληνικών επιχειρήσεων.

Στην ανάκαμψη μετά την πανδημία

Κοιτάζοντας στο μέλλον, θέλαμε επίσης να εκτιμήσουμε τη μετά – πανδημική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και του ελληνικού εταιρικού κόσμου. Για αυτό το λόγο – για άλλη μια φορά – υποθέσαμε ένα επίπεδο ανάκαμψης του κύκλου εργασιών σε επίπεδο κλάδου και εφαρμόσαμε το σύνολο των εξισώσεών μας προς την «άλλη κατεύθυνση», δηλαδή προς την ανάκαμψη (την αύξηση του κύκλου εργασιών) στην κερδοφορία και τις αναβαθμίσεις αξιολόγησης από την ύφεση, τις ζημίες και τις υποβαθμίσεις αξιολόγησης.

Πιστεύουμε ότι το πλαίσιο μας λειτουργεί αρκετά καλά με μια εξαίρεση, αυτής της ρευστότητας. Η θέση ρευστότητας των ελληνικών επιχειρήσεων έχει ενισχυθεί με διάφορους ενεργητικούς και παθητικούς τρόπους που δεν μπορούν να αποτυπωθούν από τη μεθοδολογία μας. Οι πολιτικές που βελτίωσαν ενεργά τη θέση ρευστότητας είναι: επιδοτούμενα και εγγυημένα τραπεζικά δάνεια καθώς και επτά γύροι της λεγόμενης «επιστρεπτέας προκαταβολής». Παθητικά, οι πιέσεις ρευστότητας έχουν αμβλυνθεί μέσω της αναβολής των φορολογικών υποχρεώσεων και των υποχρεώσεων κοινωνικής ασφάλισης, των περιόδων χάριτος για την αποπληρωμή των δανείων καθώς και των προγραμμάτων αναστολής των εργαζομένων.

Για όλους τους παραπάνω λόγους, η ρευστότητά μας αντικατοπτρίζει τις πιθανές ανάγκες χρηματοδότησης ελλείψει κρατικής στήριξης. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως το χειρότερο σενάριο (δηλαδή ως το ανώτατο όριο στη συρρίκνωση της ρευστότητας) και όχι ως βασικό σενάριο.

Τέλος, υπενθυμίζεται στον αναγνώστη ότι η δημοσίευση των οικονομικών καταστάσεων του 2020 (πόσο μάλλον του 2021) εξακολουθεί να υπολείπεται για σημαντικό αριθμό επιχειρήσεων. Ως εκ τούτου, με την ανάλυσή μας προσομοίωσης, προσπαθήσαμε να γεφυρώσουμε αυτό το πληροφοριακό χάσμα και να εκτιμήσουμε τον αντίκτυπο της πανδημίας στις επιχειρήσεις, καταλήγοντας σε χρήσιμα συμπεράσματα για τον εταιρικό κόσμο.

Με βάση τις προσομοιώσεις σε 12.236 ελληνικές επιχειρήσεις

Οι πωλήσεις μειώθηκαν το 2020 κατά €11,5 δισεκ. (-10,8%) και το 2021 αυξήθηκαν κατά €5,1 δισεκ. (+5,4%), δηλαδή το 2021 ήταν χαμηλότερες κατά €6,4 δισεκ. (-6,1%) σε σχέση με την προ COVID-19 περίοδο.

To EBITDA μειώθηκε το 2020 κατά €6,6 δισεκ. (-64,5%) και το 2021 αυξήθηκε κατά €5,8 δισεκ. (1,6 φορές), δηλαδή το 2021 ήταν χαμηλότερο κατά €811 εκατ. (-7,9%) σε σχέση με την προ COVID-19 περίοδο.

Το 2020, τα ταμειακά διαθέσιμα αυξήθηκαν κατά €3 δισεκ. (+22,9%) και το 2021 κατά €7,4 δισεκ. (46,2%). Σε σχέση με την προ COVID-19 περίοδο το 2021 ήταν λιγότερα κατά €10,4 δισεκ. (+79,6%)

Το 2020, τα ίδια κεφάλαια συρρικνώθηκαν κατά €3,5 δισεκ. (-6,1%) και το 2021 αυξήθηκαν κατά €2,3 δισεκ. (+4,2%), δηλαδή το 2021 ήταν λιγότερα κατά €1,2 δισεκ. (-2,1%) σε σχέση με την προ COVID-19 περίοδο.

Αξιολογώντας την οικονομική συμπίεση των επιχειρήσεων

Το 2020 το 59,6% των επιχειρήσεων εκτιμάται ότι ήταν ζημιογόνο με τις συνολικές καθαρές ζημίες (προ αποσβέσεων) να αγγίζουν €4,6 δισεκ. έναντι των €5,3 δισεκ. καθαρών κερδών (προ αποσβέσεων) που κατέγραψαν οι υπόλοιπες επιχειρήσεις.  Το 25,7% των 12.236 επιχειρήσεων του δείγματός μας εκτιμάται ότι είχε αρνητική ταμειακή θέση (ταμειακό έλλειμμα) €2,3 δισεκ. Το 26,2% των επιχειρήσεων σημείωσε έλλειμμα κεφαλαίου κίνησης €2,9 δισεκ.

Το 2021 το 22,3% των επιχειρήσεων εκτιμάται ότι ήταν ζημιογόνο, με το συνολικό ποσό καθαρών ζημιών (προ αποσβέσεων) να αγγίξει το €1 δισεκ., όταν οι υπόλοιπες επιχειρήσεις του δείγματος κατέγραψαν €7,5 δισεκ. καθαρά κέρδη (προ αποσβέσεων).  Αυτή η τάση σηματοδοτεί βελτίωση σε σύγκριση με το 2020 τόσο σε αξία όσο και σε ποσοστό, αντανακλώντας τη σταδιακή επιστροφή των εταιριών στην προ COVID-19 κατάσταση. Το 14,6% των 12.236 επιχειρήσεων του δείγματός μας εκτιμάται ότι είχε αρνητική ταμειακή θέση (ταμειακό έλλειμμα) €921 εκατ. Το 13% των επιχειρήσεων του δείγματός μας κατέγραψε έλλειμμα κεφαλαίου κίνησης €843 εκατ.

Εξετάζοντας τη συμπίεση των ιδίων κεφαλαίων

Παρά τη βελτίωση των εσόδων και την άμβλυνση της πίεσης της ρευστότητας το 2021 σε σύγκριση με το 2020, οι επιχειρήσεις δεν έμειναν αλώβητες. Το 2021, οι επιχειρήσεις με αρνητικά ίδια κεφάλαια υπολογίστηκαν σε 15,8% από 12% την προCOVID-19 περίοδο. Το επίπεδο των αρνητικών ιδίων κεφαλαίων διευρύνθηκε κατά 96,7% το 2021 σε σύγκριση με την προ COVID-19 περίοδο, με αποτέλεσμα τα αρνητικά ίδια κεφάλαια να αγγίξουν τα €5,3 δισεκ. Με άλλα λόγια, υπολογίσαμε ένα επιπλέον έλλειμμα ιδίων κεφαλαίων €2,6 δισεκ. κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Το 4,4% των επιχειρήσεων του δείγματός μας «σημαδεύτηκε» από την πανδημία, δεδομένου ότι την προ COVID-19 περίοδο είχε θετικά ίδια κεφάλαια και το 2021 εκτιμάται ότι είχε αρνητικά. Παρόλα αυτά, το 83,6% των επιχειρήσεων υπολογίστηκε με θετικά ίδια κεφάλαια τόσο την προ COVID-19 περίοδο όσο και το 2021.

Εφαρμόζοντας τις προσομοιώσεις στο σύστημά μας αξιολόγησης ERS

Το 2020 ένας σημαντικός αριθμός εταιριών παρουσίασε επιδείνωση της αξιολόγησής τους. Μετά τη μακροοικονομική βελτίωση του 2021, οι περισσότερες εταιρίες επέστρεψαν στις προ COVID-19 αξιολογήσεις. Ωστόσο, καταγράψαμε υψηλότερη συγκέντρωση στα άκρα της κατανομής των αξιολογήσεων το 2021 σε σύγκριση με τις προ COVID-19 (δηλαδή στις βαθμολογίες “a” και “d”).