ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΕΛΣΤΑΤ: Στο 19,2% η ανεργία στην Ελλάδα

Κατά δύο μονάδες μειώθηκε το ποσοστό ανεργίας στη χώρα για το α΄ τρίμηνο του 2019, σε σχέση με το ίδιο διάστημα πέρυσι (19,2% έναντι 21,2%), σύμφωνα τα στοιχεία που ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ.

Ωστόσο, είναι αυξημένο κατά μισή μονάδα σε σχέση με το δ’ τρίμηνο του 2018 (που ήταν 18,7%), ενώ παραμένει το υψηλότερο μεταξύ των χωρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Πιο συγκεκριμένα, ο αριθμός των ανέργων ανήλθε σε 907.061 άτομα και αυξήθηκε κατά 3% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, ενώ μειώθηκε κατά 9,4% σε σχέση με το α’ τρίμηνο του προηγούμενου έτους. Από το σύνολο των ανέργων, περίπου 590.000 είναι μακροχρόνια άνεργοι.

Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ:

Οι βασικοί λόγοι που σταμάτησαν οι άνεργοι να εργάζονται είναι είτε γιατί η εργασία τους ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (31,2%) είτε διότι απολύθηκαν (21,6%). Το μεγαλύτερο ποσοστό των ανέργων (23,1%) εργαζόταν στον κλάδο των ξενοδοχείων και εστίασης.

Σε ό,τι αφορά στο επάγγελμα της προηγούμενης εργασίας τους, το μεγαλύτερο ποσοστό (31,8%) απασχολούνταν στην παροχή υπηρεσιών ή ως πωλητές. Το ποσοστό των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί στο παρελθόν (νέοι άνεργοι) είναι 19,1%.

Η πλειονότητα των ανέργων (64,9%) αναζητεί εργασία ένα έτος ή περισσότερο (μακροχρόνια άνεργοι), ενώ ποσοστό 92% των ανέργων αναζητεί εργασία ως μισθωτός με πλήρη απασχόληση. Το ποσοστό των ανέργων που δηλώνουν ότι δεν είναι εγγεγραμμένοι στον ΟΑΕΔ ανέρχεται σε 20%, ενώ το ποσοστό αυτών που δηλώνουν ότι λαμβάνουν επίδομα ή βοήθημα από τον ΟΑΕΔ ανέρχεται σε 15,1%.

Τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας παρατηρούνται στις γυναίκες, στα άτομα ηλικίας 15- 19 ετών, στη Δυτική Μακεδονία και στα άτομα που έχουν ολοκληρώσει έως λίγες τάξεις Δημοτικού. Το μεγαλύτερο ποσοστό εργατικού δυναμικού παρατηρείται στους άνδρες, στα άτομα ηλικίας 30- 44 ετών, στο Νότιο Αιγαίο, στα άτομα που έχουν ολοκληρώσει μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση και στα άτομα ξένης υπηκοότητας

Σε ό,τι αφορά στην απασχόληση, ο αριθμός των απασχολουμένων ανήλθε σε 3.814.005 άτομα και μειώθηκε κατά 0,5% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, ενώ αυξήθηκε κατά 2,4%, σε σχέση με το α’ τρίμηνο του προηγούμενου έτους.

Το ποσοστό της μερικής απασχόλησης ανέρχεται σε 9,2%, ενώ το ποσοστό των ατόμων που έχουν προσωρινή εργασία σε 6,8%. Η μερική απασχόληση εμφανίζεται μειωμένη σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, όπως και με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους. Η προσωρινή απασχόληση έχει μειωθεί σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και έχει αυξηθεί σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.