Σε υψηλά ποσοστά παραμένει η φοροδιαφυγή της Ελλάδας, καθώς υπολογίζεται ότι περίπου το 24% της οικονομικής δραστηριότητας δεν καταγράφηκε πέρυσι. Συγκεκριμένα, δύο στους τρεις εργαζόμενους στη χώρα δηλώνουν λιγότερα από το πραγματικό τους εισόδημα, ή ακόμη και τίποτα.
Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία του Στέφεν Χαλ, ερευνητικού εταίρου της Τράπεζας της Ελλάδος, σύμφωνα με δημοσίευμα της «Καθημερινής». Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Ευρώπη, ο μέσος όρος της οικονομικής δραστηριότητας που δεν καταγράφεται περιορίζεται στο 19%.
Δεν πρόκειται για νέο φαινόμενο. Με βάση έρευνα της δεκαετίας του ’90, η «φορολογική ηθική» των Ελλήνων κατατασσόταν στις τέσσερις χαμηλότερες θέσεις σε λίστα 26 χωρών. Επιπλέον, με δεδομένο ότι ο δημόσιος τομέας στην Ελλάδα είναι περισσότερο διεφθαρμένος συγκριτικά με κάθε άλλο κράτος-μέλος στην Ευρωπαϊκή Ενωση, σύμφωνα με τη Διεθνή Διαφάνεια, οι Ελληνες είναι ακόμη πιο διστακτικοί να δείξουν συνέπεια στις υποχρεώσεις τους απέναντι στο κράτος.
Η Ελλάδα έχει υψηλό ποσοστό αυτοαπασχολουμένων, γεγονός που διευκολύνει τη φοροδιαφυγή και την εισφοροδιαφυγή. Και τα κίνητρα για τους Ελληνες είναι ισχυρά καθώς οι κρατικές εισφορές αναλογούν στο 43% του συνολικού κόστους εργασίας αντί του 26% που είναι ο μέσος όρος στον πλούσιο κόσμο. Η παραοικονομία, κατά συνέπεια, περιορίζει τη φοροεισπρακτική δυνατότητα της κυβέρνησης. Πριν από την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, η χώρα μπορούσε να μειώσει το ύψος του χρέους της μέσω αύξησης του πληθωρισμού. Σήμερα όμως αυτή η επιλογή είναι ανύπαρκτη, καθώς η νομισματική πολιτική όλης της Ευρωζώνης χαράσσεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Η παραοικονομία πλήττει, επίσης, την ανάπτυξη. Η παραγωγικότητα των «γκρίζων» εταιρειών επηρεάζεται, διότι δεν έχουν εύκολη πρόσβαση σε δανεισμό. Και οι μη παραγωγικές εταιρείες πληρώνουν χαμηλούς μισθούς.
Πηγή: iefimerida.gr