Μεταβολές στο «καθεστώς» των εισφορών για το εισόδημα που αποκτάται μέσω απόδειξης δαπάνης («τίτλος κτήσης») με νέα διάταξη σχεδιάζει για τους αμέσως επόμενους μήνες η κυβέρνηση.
Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις αρμοδίων στελεχών των Ταμείων, οι μεταβολές αυτές θα βρίσκονται στην κατεύθυνση εκείνων που ήδη ισχύουν από τις αρχές του 2020 και αφορούν το σύστημα υπολογισμού των εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών και των παράλληλα απασχολούμενων.
Με άλλα λόγια, όπως επισημαίνουν οι ίδιες πηγές, θα πρέπει να αναμένεται απαλλαγή από εισφορές στις αποδείξεις δαπάνης για όσους παράλληλα απασχολούμενους πληρώνουν (μαζί με τον εργοδότη τους αν είναι μισθωτοί ή μόνοι τους αν είναι ελεύθεροι επαγγελματίες) κατ’ ελάχιστον κάθε μήνα 252 ευρώ υπέρ της κύριας ασφάλισης και της υγείας τους.
Αντίθετα, οι παράλληλα απασχολούμενοι οι οποίοι πληρώνουν κάτω από 252 ευρώ/μήνα για εισφορές και κόβουν απόδειξη δαπάνης θα πληρώσουν τη διαφορά μεταξύ των 252 ευρώ/μήνα και των εισφορών που καταβάλλουν για την άλλη απασχόλησή τους.
Τι ισχύει σήμερα
Υπενθυμίζεται ότι με τον ασφαλιστικό νόμο Βρούτση, από τον περσινό Φεβρουάριο, έχει αφενός διαμορφωθεί κλίμακα εισφορών κύριας ασφάλισης-υγείας για τους επαγγελματίες με κατώτερη εκείνη των 210 ευρώ/μήνα, ενώ έχουν καταργηθεί οι εισφορές για τους παράλληλα απασχολούμενους (μισθωτούς και επαγγελματίες, επαγγελματίες με παράλληλη δραστηριότητα κ.λπ.) υπό τον όρο ότι πληρώνουν κατ’ ελάχιστον 252 ευρώ/μήνα.
Ωστόσο, ο νόμος Βρούτση δεν άγγιξε το «καθεστώς» εισφορών το οποίο είχε καθορίσει στις αρχές του 2019 η προηγούμενη κυβέρνηση (ΣΥΡΙΖΑ), σύμφωνα με το οποίο όσοι κόβουν απόδειξη δαπάνης για ποσό έως 10.000 ευρώ ετησίως καταβάλλουν οι ίδιοι εισφορές ύψους 26,9% επί της καθαρής (μετά φόρων) αξίας των αποδοχών τους.
– Έτσι και μετά τη θέσπιση του νόμου Βρούτση (Φεβρουάριος 2020), για παράδειγμα, όποιος το 2020 έκοψε απόδειξη δαπάνης για συνολικές ετήσιες αποδοχές 5.000 ευρώ έπρεπε να καταβάλει εισφορές ύψους 1.345 ευρώ σε ετήσια κλίμακα (ή 112 ευρώ/μήνα). Και αυτό ακόμα και αν ήταν παράλληλα ασφαλισμένος λόγω μισθωτής απασχόλησης ή ελεύθερης επαγγελματικής δραστηριότητας και κατέβαλλε κατ’ ελάχιστον 252 ευρώ/μήνα. Έτσι, βάσει του ίδιου παραδείγματος, όποιος ήταν μισθωτός (π.χ. μικτές αποδοχές 930 ευρώ), παράλληλα μέλος μιας εταιρείας (π.χ. ομόρρυθμης) και έκοψε απόδειξη δαπάνης, έπρεπε για το 2020 να πληρώσει συνολικά 4.369 ευρώ ετησίως (1.345 ευρώ για την απόδειξη δαπάνης και 3.024 ευρώ για τη μισθωτή απασχόλησή του συν τις εισφορές των «δώρων»).
Οι σχεδιαζόμενες παρεμβάσεις
Η κατάσταση αυτή αναμένεται να αλλάξει (με εξαίρεση το ανώτατο «πλαφόν» των αποδοχών για τις οποίες μπορεί να κοπεί απόδειξη δαπάνης, δηλαδή τα 10.000 ευρώ σε ετήσια βάση) και, σύμφωνα με τις έως τώρα πληροφορίες, εξετάζεται να διαμορφωθεί ανά κατηγορία αμειβόμενων με απόδειξη δαπάνης ως εξής:
> Παράλληλα απασχολούμενος που πληρώνει για εισφορές κατ’ ελάχιστον 252 ευρώ/μήνα
Όποιος πληρώνει, είτε ως μισθωτός, είτε ως μισθωτός και παράλληλα ελεύθερος επαγγελματίας, αλλά και είτε μόνο ως ελεύθερος επαγγελματίας με παράλληλη δραστηριότητα (π.χ. κάποιος που είναι μέλος σε δύο εταιρείες ή κάποιος που έχει ατομική επιχείρηση και ταυτόχρονα είναι μέλος άλλης εταιρείας), κατ’ ελάχιστον 252 ευρώ/μήνα για εισφορές κύριας ασφάλισης-υγείας, θα απαλλάσσεται από εισφορές αν κόψει απόδειξη δαπάνης.
– Σε σχέση με το προηγούμενο παράδειγμα, ο μισθωτός με μικτό μισθό 930 ευρώ ο οποίος πληρώνει (μαζί με τον εργοδότη του) 252 ευρώ/μήνα εισφορές κύριας ασφάλισης-υγείας και έκοψε απόδειξη δαπάνης για 5.000 ευρώ δεν θα πληρώσει καθόλου εισφορές γι’ αυτήν και, έτσι, θα γλιτώσει 1.345 ευρώ.
> Παράλληλα απασχολούμενος που πληρώνει κάτω από 252 ευρώ/μήνα
Σε περίπτωση, όμως, σύμφωνα με το ίδιο σενάριο, που οι εισφορές που καταβάλλει ένας μισθωτός, ένας μισθωτός με παράλληλη ελεύθερη επαγγελματική δραστηριότητα ή ένας ελεύθερος επαγγελματίας με πολλαπλή δραστηριότητα βρίσκονται κάτω από το επίπεδο των 252 ευρώ/μήνα (με κατώτατο «πλαφόν» τα 210 ευρώ για τους επαγγελματίες), θα πληρώσει τη διαφορά μεταξύ των καταβαλλομένων εισφορών και των 252 ευρώ/μήνα.
– Έστω, για παράδειγμα, μισθωτός πληρώνει (μαζί με τον εργοδότη του) εισφορές κύριας ασφάλισης-υγείας 200 ευρώ/μήνα. Έκοψε απόδειξη δαπάνης για ποσό 6.000 ευρώ σε ετήσια βάση (ή 500 ευρώ/μήνα). Δεδομένου ότι κατώτερο «πλαφόν» καταβολής εισφορών για τους παράλληλα απασχολούμενους είναι τα 252 ευρώ/μήνα, ο ασφαλισμένος αυτός θα πρέπει να πληρώσει τη διαφορά μεταξύ των καταβληθεισών εισφορών για τη μισθωτή απασχόληση (200 ευρώ/μήνα) και του «πλαφόν» για τους επαγγελματίες (252 ευρώ/μήνα) πολλαπλασιασμένη επί του 12 (μηνών). Έτσι, θα πρέπει να καταβάλει το ποσό των 624 ευρώ σε ετήσια βάση (52 ευρώ x 12 μήνες). Το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο λίγο πάνω από το 10% των ποσών που εισέπραξε από την απόδειξη δαπάνης.
Αντίθετα, αν συνεχίσει να ισχύει το υφιστάμενο «καθεστώς», θα έπρεπε να πληρώσει 1.614 ευρώ (6.000 ευρώ x 26,9%). Έτσι, εφόσον επαληθευτεί το παραπάνω σενάριο αλλαγών, ο εν λόγω απασχολούμενος θα γλιτώσει 990 ευρώ (1.614 ευρώ – 624 ευρώ).
Επίσης, αν ένας επαγγελματίας έχει επιλέξει την κατώτερη ασφαλιστική κατηγορία των 210 ευρώ/μήνα και κόψει απόδειξη δαπάνης, τότε θα πρέπει να πληρώσει τη διαφορά μεταξύ των 210 ευρώ και των 252 ευρώ, δηλαδή 52 ευρώ.
Πώς θα γίνει η εκκαθάριση εισφορών για τους παράλληλα απασχολούμενους
Υπενθυμίζεται πως σε σχέση με τις εισφορές των παράλληλα απασχολούμενων, όπως προβλέπει σχετική υπουργική απόφαση, ειδικά για το έτος 2020, η σχετική εκκαθάριση θα διενεργηθεί έως τις 31 Μαρτίου.
Τυχόν χρεωστικά υπόλοιπα θα αρχίσουν να καταβάλλονται από 29 Απριλίου τμηματικά εντός εξαμήνου, δηλαδή στο διάστημα Απριλίου-Σεπτεμβρίου 2021.
Για τις εισφορές από 1η Ιανουαρίου 2021 η εκκαθάριση θα διενεργείται, πλέον, κάθε μήνα, με πρώτη εφαρμογή έως τις 29 Απριλίου και καταληκτική ημερομηνία πληρωμής τυχόν χρεωστικών υπολοίπων μέχρι τέλη Μαΐου 2021.