Ξεχάστε την τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου λένε οι ερευνητές, καθώς η ταυτοποίησή μας θα γίνεται στο μέλλον από τις φλέβες που βρίσκονται στο εσωτερικό των χεριών μας.
Η βιομετρική αναγνώριση γίνεται όλο και πιο δημοφιλής τα τελευταία χρόνια, με την τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου να χρησιμοποιείται παντού: στα αεροδρόμια, τις αστυνομικές υπηρεσίες και τα νυχτερινά κέντρα, ενώ η αναγνώριση προσώπου από την ίριδα, τα δακτυλικά αποτυπώματα και την φωνή, επίσης χρησιμοποιείται για λόγους ασφαλείας σε διάφορους τομείς.
Ωστόσο, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Νέας Νότιας Ουαλίας στην Αυστραλία λένε ότι ορισμένες βιομετρικές μέθοδοι έχουν κάποια γνωστά μειονεκτήματα.
Τα δακτυλικά αποτυπώματα μπορούν να συλλεχθούν από μια επιφάνεια που έχει αγγίξει κάποιος και να αντιγραφούν από έναν τρίτο. Η τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου επίσης μπορεί να παρακαμφθεί χρησιμοποιώντας φωτογραφίες από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ενώ κάποιος θα μπορούσε να ξεγελάσει τα συστήματα που ελέγχουν την ίριδα, φορώντας φακούς επαφής, εξηγεί ο Syed Shah, ερευνητής στο Πανεπιστήμιο της Νέας Νότιας Ουαλίας, στο CNN.
«Τα μοτίβα των φλεβών που φέρουμε στα χέρια μας δεν μπορούν να αντιγραφούν εύκολα από τις επιφάνειες που αγγίζουμε, καθώς βρίσκονται κάτω από το δέρμα μας, αλλά ούτε και να αναπαραχθούν με ακρίβεια από μια φωτογραφία», συνεχίζει ο επιστήμονας».
Χρησιμοποιώντας μια 3D κάμερα, οι ερευνητές τράβηξαν περίπου 17.500 φωτογραφίες 35 ατόμων που είχαν σχηματίσει μια γροθιά με το χέρι τους και κατέγραψαν με ακρίβεια τα διαφορετικά μοτίβα φλεβών που έφεραν στα χέρια τους.
Με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης, οι ερευνητές εξήγαγαν κάποια «διακριτικά χαρακτηριστικά» από αυτά τα μοτίβα και διαπίστωσαν ότι αυτή η μέθοδος μπορεί να έχει ακρίβεια έως και 99%.
Ενώ η ιδέα της χρήσης φλεβών για την ταυτοποίηση ανθρώπων δεν είναι καινούργια, απαιτεί εξειδικευμένη τεχνολογία όπως οι τρισδιάστατες κάμερες που χρησιμοποίησε η ερευνητική ομάδα.
Η ομάδα από την Αυστραλία αναφέρει ότι η μελέτη, τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύθηκαν στο «IET Biometrics», δείχνει ότι η μέθοδος αυτή θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στα συστήματα ασφαλείας συσκευών όπως οι φορητοί υπολογιστές και τα smartphones.