Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να γίνει ένα σύγχρονο μεθοδικό αριστερό κόμμα που θα εκφράσει την προοδευτική πλειοψηφία στην προοπτική του να διεκδικήσει την διακυβέρνηση επισήμανε η Έφη Αχτσιόγλου, υποψήφια για την προεδρία του κόμματος, στην ομιλία της στην Κεντρική Επιτροπή που αποτελεί ταυτόχρονα και παρουσίαση της πολιτικής της πλατφόρμας.
Μάλιστα, αναφέρθηκε στην ανάγκη μιας νέας σύνθεσης στο κόμμα αφήνοντας αιχμές για «σκληρούς μηχανισμούς» που δημιουργήθηκαν με πρόσχημα την διεύρυνση συμβάλλοντας στην εκλογική ήττα.
Η Έφη Αχτσιόγλου τόνισε πως «ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ παρά την ήττα εξακολουθεί να είναι το μεγαλύτερο κόμμα της Αριστεράς και ένα από τα μεγαλύτερα κόμματα του προοδευτικού χώρου στην Ευρώπη. Είναι λοιπόν πολιτική μας υποχρέωση να πρωταγωνιστήσουμε σε μια αντεπίθεση των αριστερών και προοδευτικών ιδεών. Να τους ξαναδώσουμε πνοή και να εμπνεύσουμε τη διάθεση πολιτικής συμμετοχής. Να δώσουμε προοπτική, να πείσουμε για μια ρεαλιστική εναλλακτική».
Αναφερόμενη στο εκλογικό αποτέλεσμα επισήμανε τα στοιχεία που έχει αναδείξει ο ΣΥΡΙΖΑ για τους λόγους της ήττας όπως η μη κατανόηση του κοινωνικού αιτήματος για σταθερότητα ή η «κακοφωνία» στην εκφορά του λόγου του. Παρόλα αυτά πρόσθεσε και την «αδυναμία να αξιοποιήσουμε τη στρατηγική της διεύρυνσης για να μετατρέψουμε το ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ σε ένα κόμμα όχι μόνο μαζικό αλλά ταυτόχρονα συμμετοχικό, παρεμβατικό και χρήσιμο για την κοινωνική πλειοψηφία».
Όπως είπε η Έφη Αχτσιόγλου «αντίθετα πολλές φορές η διεύρυνση αξιοποιήθηκε για να χαραχτούν στρεβλές εσωτερικές διαχωριστικές γραμμές, να οικοδομηθούν σκληροί μηχανισμοί εντός του κόμματος».
Παράλληλα, τόνισε την «αδυναμία μας να μιλήσουμε θετικά, για τις δυνατότητες που υπάρχουν στην ελληνική κοινωνία και οικονομία, για την άλλη πολιτική που μπορεί να οδηγήσει με ασφάλεια και με ρεαλιστικούς όρους σ’ ένα καλύτερο μέλλον για όσους δημιουργούν στη χώρα μας. Η έλλειψη μιας αναγκαίας επάρκειας τεχνικού χαρακτήρα στον πολιτικό και προγραμματικό μας λόγο που θα προσέδιδε και μεγαλύτερο βάθος στο σχέδιό μας».
Η Έφη Αχτσιόγλου έδωσε με σαφήνεια το πολιτικό της στίγμα. Τονίζοντας πως «μία από τις ευκολίες είναι η αντιπαράθεση, για το αν ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ πρέπει να κινηθεί προς τα αριστερά ή προς το Κέντρο. Είναι απλουστευτικό και λανθασμένο ερώτημα».
Επισήμανε πως «αυτή η εν πολλοίς στρεβλή αντιπαράθεση που διεξάγεται μάλιστα με αυτούς τους γεωγραφικούς όρους δεν φωτίζει τα ζητήματα στρατηγικής. Ενώ παράλληλα συγχέει την ταυτότητα με την απεύθυνση και το μόνο στο οποίο τελικά συμβάλλει είναι σε έναν πληθωρισμό πολιτικών ταυτοτήτων, σε μια πλειοδοσία αυτοδικαιωτικών τοποθετήσεων. Σε μια άγονη σύγκρουση».
Στον αντίποδα επισήμανε ότι «αυτό που έχει σημασία είναι να γεμίσουμε με περιεχόμενο τις έννοιες ώστε αυτές να μην περιφέρονται ως αδειανά πουκάμισα στον δημόσιο διάλογο. Να δώσουμε προβάδισμα στο περιεχόμενο της πολιτικής». Μάλιστα, στο σημείο αυτό αναφέρθηκε στα πεπραγμένα της ως υπουργός Εργασίας λέγοντας ότι «τα πολιτικά μου διαπιστευτήρια τα έδωσα εκεί που έπρεπε, στον κόσμο της εργασίας. Με όσα μπορέσαμε, εγώ και οι σύντροφοι που δουλεύαμε μαζί, να κάνουμε, με όσα καταφέραμε να υπερασπιστούμε και με πολλά που διεκδικήσαμε απέναντι σε ασύμμετρης ισχύος δυνάμεις».
Στην βάση αυτή έθεσε μια σειρά από ρητορικά ερωτήματα αναπτύσσοντας πλευρές της πολιτικής της πλατφόρμας:
Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα η υπεράσπιση του κόσμου της εργασίας; Με στόχο την αύξηση των μισθών στο μερίδιο του ΑΕΠ, τη ρύθμιση της αγοράς εργασίας και την ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζομένων;
Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης;
Είναι αριστερό ή κεντρώο σήμερα να πρωταγωνιστούμε στο ευρωπαϊκό μέτωπο αριστεράς, πρασίνων, σοσιαλιστών και κοινωνίας των πολιτών που οδήγησε στην πρόσφατη νίκη στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο; Αναφέρομαι στην ψηφοφορία για την αποκατάσταση της φύσης, εκεί που η ΝΔ βρέθηκε ξανά στην λάθος μεριά της ιστορίας, ψηφίζοντας μαζί με το μαύρο μέτωπο της ευρωπαϊκής άκρας δεξιάς.
Είναι αριστερό ή κεντρώο σήμερα να προτάξουμε την ανθρωπιστική διαχείριση του μεταναστευτικού και του προσφυγικού, να υπερασπιζόμαστε τους κανόνες του διεθνούς δικαίου;
Είναι αριστερή ή κεντρώα πολιτική σήμερα να υπερασπιστούμε τον δημόσιο χαρακτήρα των υποδομών, το κοινωνικό κράτος, το δημόσιο πανεπιστήμιο, τα κοινά αγαθά; Όλα τα αγαθά, δηλαδή, όλα τα δημόσια εργαλεία που παράγουν ασφάλεια σε ένα περιβάλλον κρίσεων και αστάθειας.
Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα μια πολιτική που θέτει στο επίκεντρο το θέμα της αναδιανομής, δεν μιλά γενικά και αόριστα για τις ανισότητες, αλλά προτάσσει συγκεκριμένες πολιτικές, ενάντια στη νόμιμη φοροαποφυγή ή την φοροδιαφυγή του ακραίου πλούτου και των κερδών;
Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα μια πολιτική που διεκδικεί την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας ώστε να μην ανοίξει ένας νέος κύκλος λιτότητας στην Ευρώπη; Που διεκδικεί το Σύμφωνο να μην αφορά αυθαίρετους αριθμητικούς κανόνες για το χρέος και το έλλειμμα, αλλά στόχους κοινωνικής συνοχής, για μια προς τα πάνω σύγκλιση; είναι ριζοσπαστικό ή κεντρώο το αίτημα εξαίρεσης από τους όποιους δημοσιονομικούς στόχους των δαπανών για την υγεία ή την πράσινη μετάβαση; Την ώρα μάλιστα που η κυβέρνηση της ΝΔ φαίνεται να έχει ήδη συμφωνήσει σε επαναφορά των πρωτογενών πλεονασμάτων του 2% σαν να μην έχει μεσολαβήσει η κρίση ακρίβειας και η ενεργειακή κρίση;
Είναι αριστερή ή κεντρώα μια πολιτική που θέτει μετ’ επιτάσεως το θέμα της αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας ώστε η χώρα να διεκδικήσει μια διαφορετική θέση στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας με έμφαση στην πράσινη μετάβαση, την καινοτομία, τα συνεργατικά εγχειρήματα;
Είναι τελικά αριστερό ή κεντρώο να υπερασπιστούμε μια ενεργητική και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, όπως αυτή που άσκησε ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση, και οδήγησε σε μια από τις κορυφαίες παρακαταθήκες του Αλέξη Τσίπρα, στη Συμφωνία των Πρεσπών;
Η υποψήφια για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ επισήμανε ότι «είναι αυτές τις αρχές και αυτούς τους πολιτικούς στόχους που θέλουμε να υπηρετήσουμε και από αυτές δεν μπορούμε και δεν πρέπει να κάνουμε βήμα πίσω, ακόμα και όταν φαίνεται ότι θα υποστούμε πολιτικό κόστος. Όχι από κάποια ιδεολογική αδιαλλαξία, που δεν αντιλαμβάνεται τη σημασία του συμβιβασμού όταν χρειάζεται, αλλά γιατί πρέπει να αποτινάξουμε τον πειρασμό της ευκαιριακής πολιτικής».
Η Έφη Αχτσιόγλου είπε πως «αν κάτι χρωστάμε στους πολίτες, είναι να έχουμε σαφές στίγμα» και ότι «πρέπει να αποφύγουμε την παγίδα της προχειρότητας. Χρειάζεται γνώση, τεχνική επάρκεια και αξιοποίηση των ειδικών σε κάθε πεδίο. Όχι για να μας πουν τί να κάνουμε, αλλά για να κάνουμε πράξη αυτό που πολιτικά επιδιώκουμε».
Καταλήγοντας η Έφη Αχτσιόγλου κάλεσε τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ να «να προχωρήσουμε όχι με το άγχος της δικαίωσης των διαφορετικών μας διαδρομών ή εμπειριών, αλλά επιτυγχάνοντας μια νέα σύνθεση, ώστε να συγκροτήσουμε μια νέα κοινή ταυτότητα, ώστε να δημιουργήσουμε μια νέα πολιτική παράδοση. Την πολιτική παράδοση του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, ενός νέου σύγχρονου αριστερού κόμματος που μπορεί να είναι ο κορμός, το κέντρο και ο βασικός εκφραστής του δημοκρατικού και προοδευτικού κόσμου».