Τις επιστολές προς τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ και την πρόεδρο του συμβουλίου ασφαλείας του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών που έστειλε τη Δευτέρα η ελληνική πλευρά παρουσίασε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας.
Όπως εξήγησε στην πρώτη επιστολή επισημαίνεται ότι η Συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης «συνάφθηκε κακόπιστα και παραβιάζει το Δίκαιο της Θάλασσας, καθώς οι θαλάσσιες ζώνες της Τουρκίας και της Λιβύης δεν γειτνιάζουν, ούτε υπάρχει κοινό θαλάσσιο σύνορο μεταξύ των δύο κρατών».
Στην επιστολή τονίζεται ότι «η συμφωνία δεν λαμβάνει υπόψη της τα ελληνικά νησιά και το δικαίωμά τους να έχουν θαλάσσιες ζώνες (υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ)».
Όπως διευκρίνισε ο κ.Πέτσας επιστολή επίσης επισημαίνεται, ότι «η συμφωνία είναι άκυρη, καθώς δεν εγκρίθηκε από τη λιβυκή Βουλή, γεγονός που αποδεικνύεται και από σχετική επιστολή του Προέδρου της λιβυκής Βουλής προς τον Γ.Γ. του Ο.Η.Ε.».
«Για τους λόγους αυτούς, η χώρα μας απορρίπτει στο σύνολο της ως άκυρη και μη δυνάμενη να επηρεάσει τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα τη συμφωνία αυτή» πρόσθεσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Στην επιστολή προς το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ επισημαίνεται, ακόμη, ότι η σύναψη της «συμφωνίας» διαταράσσει την ειρήνη και την ασφάλεια της περιοχής «και ζητείται να τεθεί υπόψη του Συμβουλίου Ασφαλείας, προκειμένου να την καταδικάσει ως αντίθετη στη διεθνή νομιμότητα και να καλέσει την Τουρκία και τη Λιβύη να απόσχουν από κάθε πράξη, η οποία θα παραβίαζε τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας και θα κλιμάκωνε την ένταση στην περιοχή».
Σύμφωνα με τον κ. Πέτσα τα ίδια επιχειρήματα τίθενται και στην επιστολή προς τον ΓΓ του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτιέρες «και ζητείται -λόγω της ακυρότητας της συμφωνίας- να μην πρωτοκολληθεί στα Ηνωμένα Έθνη και να μην δημοσιευθεί από το Τμήμα Ωκεάνιων Υποθέσεων και Δικαίου της Θάλασσας του ΟΗΕ».
«Επισημαίνεται επίσης, στον Γενικό Γραμματέα ότι το ζήτημα θα πρέπει να τεθεί υπόψη του Συμβουλίου Ασφαλείας, προς την Πρόεδρο του οποίου εστάλη σχετική επιστολή» κατέληξε όσον αφορά το περιεχόμενο των δύο επιστολών ο κ. Πέτσας.