Η κατάσταση στην οικονομία είναι διαλυτική. Η ύφεση 15,2%το δεύτερο τρίμηνο είναι ιστορικά η χειρότερη επίδοση στη χώρα, επισημαίνει σε συνέντευξή της στη RealNews η Έφη Αχτσιόγλου. Μεταξύ άλλων, μιλά για τα ελληνοτουρκικά, κατηγορώντας την κυβέρνηση για αδράνεια και έλλειμα στρατηγικής, για τις συντάξεις αλλά και για τον κίνδυνο να μεγαλώσει η «αντιπολιτική» στη χώρα.
Ολόκληρη η συνέντευξη:
– Πώς σχολιάζετε την απόκλιση των θέσεων του κόμματός σας από την άποψη πολλών ειδικών, όπως του κ. Μαγιορκίνη, σχετικά με τον αριθμό των μαθητών ανά τάξη;
Η κριτική μας είναι σαφής και κάθε πολίτης που αναλύει με τον ορθό λόγο μπορεί να την παρακολουθήσει. Η κυβέρνηση ανοίγει τα σχολεία χωρίς να έχει φροντίσει για το πιο σημαντικό μέτρο ασφαλείας: τις αποστάσεις. Αυτό το μέτρο επισημαίνεται από την αρχή ως βασικό για την προστασία και την αποτροπή μετάδοσης του ιού. Η μείωση της «μαθητικής πυκνότητας» στις τάξεις, τα μικρότερα τμήματα, θα έπρεπε να είναι ο στόχος και προς αυτόν η κυβέρνηση είχε όλο τον χρόνο και τη συναίνεση της κοινωνίας για να δουλέψει. Δεν το έπραξε. Αδιαφόρησε, αξιολογώντας ως επείγοντα άλλα θέματα, όπως να περάσει τον Ιούλιο νόμο υπέρ των ιδιοκτητών ιδιωτικών σχολείων. Είναι εξωφρενική η αδυναμία της κυβέρνησης να ανταποκριθεί στο καθήκον της. Όσο για το μοντέλο του κ. Μαγιορκίνη, αυτό έχει ήδη επικριθεί και-κατά τη γνώμη μου- αποδομηθεί από πολύ αρμοδιότερους από εμένα μαθηματικούς.
– Κατηγορείτε τη ΝΔ για έλλειμμα στρατηγικής απέναντι στην Τουρκία. Εσείς έχετε στρατηγική; Μπορεί να βρεθεί με τους ανατολικούς γείτονες ένας συμβιβασμός;
Η κυβέρνηση αδράνησε πάνω από 6 μήνες γιατί θεώρησε πως έτσι θα εξευμενίσει τον Ερντογάν και θα έχει μικρότερες προσφυγικές ροές. Ακολουθώντας αυτή τη σκέψη, δεν προχώρησε το πλαίσιο κυρώσεων της ΕΕ προς την Τουρκία, δηλώνοντας μάλιστα σαφώς ότι η διεκδίκηση κυρώσεων «δεν αποτελεί στρατηγική της επιλογή», δεν αξιοποίησε διπλωματικούς διαύλους και αιφνιδιάστηκε ολοκληρωτικά από το ανυπόστατο τουρκολιβυκό σύμφωνο. Στο τέλος και οι προσφυγικές ροές αυξήθηκαν και η Τουρκία παρόξυνε τις επιθετικές της ενέργειες και η κυβέρνηση βρέθηκε να λειτουργεί εκβιαζόμενη προ τετελεσμένων.
Ναι, φυσικά και μπορεί να βρεθεί συμβιβασμός με τους γείτονες. Πρέπει, όμως, οι συνθήκες να είναι κατάλληλες και να υπάρχει μια κυβέρνηση που θα κρατάει διαρκώς ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας, θα διεκδικεί την εφαρμογή κυρώσεων όταν παραβιάζεται το Διεθνές Δίκαιο, θα είναι παρούσα και ενεργή, αναλαμβάνοντας το βάρος μιας ουσιαστικής πολιτικής και όχι αγωνιώντας μόνο για το εσωκομματικό ακροατήριο και τις επικοινωνιακές εντυπώσεις. Χρειάζεται συγχρόνως μια κυβέρνηση που θα πιστεύει και θα αναλαμβάνει την πολιτική ευθύνη για το ότι ο κατάλληλος συμβιβασμός με την Τουρκία προϋποθέτει την ήττα του εθνικισμού, τόσο στην Ελλάδα όσο και στη γειτονική χώρα.
– Αντιδράσατε με μεγάλη σφοδρότητα στη συνέντευξη Πατέλη. Γιατί; Είναι κακό να ξέρουν οι νέοι ότι τα χρήματα που βάζουν στην άκρη είναι για αυτούς;
Η θέση ότι «δεν θα πληρώνουν οι νέοι για τους ηλικιωμένους» είναι ο ορισμός του κοινωνικού αυτοματισμού. Κατ’ εμάς, ο κοινωνικός αυτοματισμός είναι κακός. Κατά τη ΝΔ, μάλλον δεν είναι. Η κυβέρνηση ματαίως υποστηρίζει ότι η ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης θα ευνοήσει τους νέους. Αυτό είναι απολύτως ψευδές και εξηγώ. Οι σημερινές συντάξεις πληρώνονται από τις σημερινές εισφορές. Η ΝΔ θέλει να πάρει τις εισφορές από το δημόσιο σύστημα και να τις δώσει σε ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες. Αυτό δημιουργεί τεράστιο πρόβλημα πληρωμής των επικουρικών συντάξεων σήμερα, όχι στο μέλλον. Κατά συνέπεια, ή θα μειωθούν οι συντάξεις ή θα δημιουργηθεί μία τεράστια τρύπα στον κρατικό προϋπολογισμό, την οποία θα καλύψουν οι πολίτες με αύξηση φόρων και εισφορών ή με περικοπές μισθών. Παράλληλα, οι νέοι ασφαλισμένοι θα πληρώνουν στην καλύτερη περίπτωση τα ίδια με σήμερα στην ασφαλιστική εταιρεία, χωρίς τα χρήματά τους να είναι εξασφαλισμένα, ενώ δεν θα ξέρουν τι σύνταξη θα πάρουν. Χαμένοι από το σχέδιο αυτό είναι τόσο οι εργαζόμενοι όσο και οι συνταξιούχοι.
– Τι πιστεύετε για την κατάσταση της οικονομίας; Πώς κρίνετε τους έως τώρα χειρισμούς της κυβέρνησης αναφορικά με διάφορα εργαλεία, όπως π.χ. το πρόγραμμα SURE;
Η κατάσταση στην οικονομία είναι διαλυτική. Η ύφεση 15,2%το δεύτερο τρίμηνο είναι ιστορικά η χειρότερη επίδοση στη χώρα. Κατανάλωση και επενδύσεις καταρρέουν, η ανεργία αυξάνεται διαρκώς και οι εργαζόμενοι φτωχοποιούνται βίαια. Η κυβέρνηση έχει τεράστια ευθύνη, διότι είχε πολλές ευκαιρίες να προλάβει την κατάσταση. Ως ΣΥΡΙΖΑ, αφήσαμε ένα γενναίο μαξιλάρι ασφαλείας ακριβώς για τέτοιες στιγμές κρίσης, όταν ξεκίνησε η πανδημία προειδοποιήσαμε για τη βύθιση που θα επερχόταν αν η κυβέρνηση δεν ελάμβανε μέτρα στήριξης των εργαζομένων και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, καταθέσαμε συγκεκριμένες ρεαλιστικές προτάσεις για να αποφύγουμε την καταστροφή. Η κυβέρνηση επέδειξε ανεκδιήγητη αλαζονεία. Επέμεινε στις απολύτως ανεπαρκείς παρεμβάσεις για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τα καταστροφικά μέτρα για τους εργαζόμενους, που φτάνουν στα όρια του αντεργατικού μένους. Επιδότηση της ανεργίας, μείωση μισθών, ακραία ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων. Κάθε στιγμή της πανδημίας αποτέλεσε ευκαιρία για επίθεση στην εργασία. Το, δε, ανεπαρκές ποσό που πήρε από το πρόγραμμα SUREτο δαπανά στις ίδιες συνταγές. Το πρόβλημα, όμως, πλέον δεν είναι ένα αποτυχημένο πρόγραμμα ή ένα λάθος μέτρο, αλλά η συνολική πολιτική κατεύθυνση.
– Ο Αλέξης Τσίπρας μίλησε για τον κίνδυνο να μεγαλώσει η «αντιπολιτική» και στη χώρα μας. Μήπως αυτή η δήλωση προεξοφλεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα αδυνατεί να προσεγγίσει ενδεχόμενο κύμα δυσαρέσκειας έναντι της κυβέρνησης;
Παρατηρώντας κανείς, με αφορμή την COVID-19, τους αρνητές της επιστήμης, βλέπει παγκοσμίως τα ίδια επιχειρήματα, τις ίδιες θεωρίες συνωμοσίας. Από αυτά τα φαινόμενα κερδίζει μόνο η alt right. Άλλωστε, έχει χρησιμοποιήσει όλο το φάσμα των fake news, των θεωριών συνωμοσίας, των ακραία συντηρητικών απόψεων παντού στον κόσμο.
Στη χώρα μας, όμως, έχουμε το εξής παράδοξο: η κυβέρνηση χρησιμοποίησε όλες τις πρακτικές της αντιπολιτικής για να πάρει την εξουσία και σήμερα στοχοποιεί και ενοχοποιεί την κοινωνία, χρεώνοντας τις δικές της ανεπάρκειες στην ατομική ευθύνη των πολιτών, ενώ κάθε αντίδραση στην πολιτική της τη χαρακτηρίζει «ψεκασμένη». Δείτε, λοιπόν, ενώ φαινομενικά αντιμάχεται τις αντικοινωνικού χαρακτήρα συμπεριφορές, στην πραγματικότητα ενισχύει με τη στάση της την αντιπολιτική. Με το ότι τάχα δεν υπάρχει τίποτα πέρα από το άτομο και την ευθύνη του. Δεν υπάρχουν κρατική ευθύνη, πολιτικό σχέδιο, κυβερνητικές επιλογές και αποτυχίες, αλλά και συλλογική δυσφορία και πολιτική διαφωνία. Ποιος, λοιπόν, ερεθίζει τελικά την αντιπολιτική; Ποιος ταΐζει τον κοινωνικό αυτοματισμό, ναρκοθετεί τις ανθρώπινες σχέσεις και επενδύει στην πολιτική αφασία;
Η μόνη απάντηση στην αντιπολιτική είναι η πολιτική. Και με αυτή την αρχή δρα ο ΣΥΡΙΖΑ. Επιχειρώντας να αποδομήσει το αντιπολιτικό δόγμα «όλοι ίδιοι είναι», αναδεικνύει το διαφορετικό πολιτικό του σχέδιο, σε καθημερινή επαφή με την κοινωνία και τα στρώματα –ειδικά τη νέα γενιά– που πλειοψηφικά εκπροσωπεί. Κι αυτό οφείλει να κάνει με μεγαλύτερη ευρύτητα και αποτελεσματικότητα τους δύσκολους μήνες που έρχονται.