Αυτό που είναι σίγουρο και προφανές είναι πως πράγματι οι επίδοξοι διάδοχοι της ηγεσίας της ΝΔ αναμένουν τις εξελίξεις στην κυβέρνηση για να δράσουν και στο εσωκομματικό πεδίο και να δρομολογήσουν γεγονότα στο στρατόπεδο της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ενδεικτική του προβληματισμού που επικρατεί στο εσωτερικό της Ν.Δ για την αντιπολιτευτική στρατηγική ήταν η τοποθέτηση του Κωστή Χατζηδάκη στην κοινοβουλευτική ομάδα, όπου ο πρώην υπουργός περιέγραψε τρία σενάρια.
Το πρώτο σενάριο έχει να κάνει με μια ενδεχόμενη γρήγορη κατάρρευση της κυβέρνησης. Ο κ.Χατζηδάκης όμως, όπως και πολλοί ακόμη διαφωνούντες, ανησυχούν ότι η επόμενη κυβέρνηση -όποια και εάν είναι- θα κληθεί να διαχειριστεί μία έκρυθμη κατάσταση και κυρίως ότι σε αυτή την περίπτωση οι ψηφοφόροι θα στραφούν στα αντιευρωπαϊκά κόμματα εκ δεξιών και εξ αριστερών του πολιτικού φάσματος.
Το δεύτερο σενάριο είναι ο κ. Τσίπρας, μέσα από διάφορες πολιτικές μανούβρες, να επιδιώξει να ακολουθήσει το δρόμο Λούλα, του αριστερού ηγέτη της Βραζιλίας, που έκανε στροφή στον ρεαλισμό. Σε αυτή την περίπτωση θα προσπαθήσει να δείξει ότι αγωνιζόμενος μέσα σε αντίξοες συνθήκες και σε ένα περιβάλλον που του θέτει φραγμούς και περιορισμούς, ο ίδιος κατάφερε να πετύχει κάτι καλύτερο από τη Ν.Δ, κρατώντας την Ελλάδα στην Ευρωζώνη. Η ηγεσία της Ν.Δ επιχειρεί να αποδομήσει μία ενδεχόμενη στροφή προς αυτή την κατεύθυνση, καταγγέλλοντας το ΣΥΡΙΖΑ για κωλοτούμπα, πολλοί όμως γαλάζιοι κινούνται αντίθετα στη λογική υποστήριξης της κυβέρνησης προκειμένου να αποφευχθούν άλλα σενάρια.
Το τρίτο σενάριο, σύμφωνα με τον κ.Χατζηδάκη, είναι η κυβέρνηση να μην καταρρεύσει αμέσως, αλλά να ακολουθήσει το μοντέλο Τσάβες. Δηλαδή μπροστά στη σύγκρουση με τους εταίρους να κατηγορήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση, να μιλήσει για 4ο Ράιχ και να καταγγείλει τη Ν.Δ για την κατάσταση την οποία παρέλαβε. Σε αυτή την περίπτωση όμως, πολλοί γαλάζιοι φοβούνται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει την πλειοψηφία των πολιτών μαζί του -τουλάχιστον στην αρχή- και ότι η φιλοδοξία του κ.Σαμαρά να συνασπίσει τις φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις, θα προσκρούσει στο γεγονός ότι αυτές θα πάψουν να αποτελούν πλειοψηφικό ρεύμα λόγω της οργής των πολιτών για τη στάση του Βερολίνου και των Βρυξελλών.