«Οι πολίτες, αυτό που βλέπουν, είναι ότι από τη μια έχουν μια κυβέρνηση που μάχεται τα προβλήματα, να φέρνει λύσεις, να κοιτάει το μέλλον και να κάνει μεταρρυθμίσεις και από την άλλη να έχει μια αντιπολίτευση με στείρο οξύ, διχαστικό και ξεπερασμένο λόγο, χωρίς καμία πρόταση» ανέφερε ο υπουργός Επικρατείας, Μάκης Βορίδης, σχολιάζοντας τις τοποθετήσεις των προέδρων των κοινοβουλευτικών ομάδων του ΣΥΡΙΖΑ Σωκράτη Φάμελλου, του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη και της Πλεύσης Ελευθερίας, Ζωής Κωνσταντοπούλου, που ακολούθησαν την ομιλία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, κατά την συζήτηση του νομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης στην ολομέλεια της Βουλής.
Ο υπουργός είπε ότι η σημερινή αποτίμηση της παρουσίας των πολιτικών αρχηγών στην Βουλή, εξηγεί «αυτό που θα συμβεί και στις ευρωεκλογές» και θα είναι η καταγραφή «της πολιτικής ηγεμονίας της παρατάξεώς μας» καθώς «οι πολίτες, από τη μια βλέπουν μια κυβέρνηση να μάχεται τα προβλήματα, να φέρνει λύσεις, να κοιτάει το μέλλον και να κάνει μεταρρυθμίσεις όπως η σημερινή και από την άλλη μεριά βλέπει να έχει μια Αντιπολίτευση με στείρο οξύ, διχαστικό και ξεπερασμένο λόγο, χωρίς καμία πρόταση, καμία τοποθέτηση, χωρίς καμία οπτική στην αντιμετώπιση των προβλημάτων του λαού μας».
Ο κ. Βορίδης επισήμανε, πως «σήμερα ακούσαμε από τους πολιτικούς αρχηγούς της σντιπολίτευσης οιμωγές για το κράτος δικαίου, επικλήσεις σε διάφορες εκθέσεις για την κατάσταση της Δικαιοσύνης, για τις ανεξάρτητες Αρχές, αλλά για το μεγαλύτερο καταγεγραμμένο πρόβλημα της ελληνικής Δικαιοσύνης, που είναι οι καθυστερήσεις απονομής της δικαιοσύνης, δεν ακούσαμε τίποτα!».
Εγκάλεσε τους πολιτικούς αρχηγούς της αντιπολίτευσης, ότι «με αυτό το θέμα (σ.σ. της επιτάχυνση της Δικαιοσύνης) που είναι και το αντικείμενο του νομοσχεδίου, απλά το έθιξαν ακροθιγώς και χωρίς να κάνουν καμία πρόταση», θεωρώντας ότι «η επιτάχυνση της Δικαιοσύνης είναι μια αδιάφορη υπόθεση»! Μάλιστα, καταλόγισε στους πολιτικούς αρχηγούς, ότι επικαλέστηκαν στην κριτική τους επί του νομοσχεδίου «επιχειρήματα συνδικαλιστικού επιπέδου και δη ατεκμηρίωτα».
Ο κ. Βορίδης είπε ότι «υφολογικά, αισθητικά, η δομή των ομιλιών των πολιτικών αρχηγών της αντιπολίτευσης θύμισαν όλο και περισσότερο Κυριάκο Βελόπουλο» καθώς όπως και εκείνος «μεταπήδησαν από το ένα θέμα στο άλλο, θέλοντας έτσι να δημιουργήσουν στο τέλος μια γενική εντύπωση». Έτσι, ενώ «συζητάμε για τον δικαστικό χάρτη, τους ακούσαμε να αναφέρονται για τα Τέμπη, για το ‘μπάζωμα’, για τις υποκλοπές, για το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, για την Ευρωπαία Εισαγγελέα, για την ακρίβεια, για οτιδήποτε άλλο εκτός από τον δικαστικό χάρτη. Κέραμοι, πλίνθοι ατάκτως ερριμένα…»
Σχετικά με τις διατάξεις του νομοσχεδίου, ο ίδιος είπε ότι «μετατρέποντας τους ειρηνοδίκες σε πρωτοδίκες, διπλασιάζουμε τους δικαστές που μπορούν να χειριστούν υποθέσεις πρώτου βαθμού» κάτι που «θα οδηγήσει σε επιτάχυνση της Δικαιοσύνης».
Επισήμανε ότι σύμφωνα με επίσημα δεδομένα «το 40% των υποθέσεων το χειρίζεται το 25% των δικαστών» και «εκείνοι που έχουν μελετήσει το ζήτημα μας λένε ότι ‘έχετε δικαστικό προσωπικό που δεν τους αξιοποιείται’. Και εμείς λέμε, ‘να ένας τρόπος αξιοποίησης του δικαστικού προσωπικού’, όπως και με την παράλληλη κατάργηση των πολλών δικαστικών σχηματισμών, με την δημιουργία των ενιαίων κέντρων διοίκησης των δικαστηρίων, κάτι που θα μας οδηγήσει να έχουμε ορθολογικότερη χρέωση των υποθέσεων σε δικαστές».
Η μεταρρύθμιση αυτή, είπε ο κ. Βορίδης, «στο επίκεντρό της έχει τον πολίτη που θέλει να δικαστεί η αστική ή η ποινική του υπόθεση γρήγορα, ή να μην κινδυνεύει να παραγραφεί».
Ο υπουργός, παρατήρησε πως «ενώ έχουμε τον ίδιο ευρωπαϊκό μέσο όρο σε αριθμό δικαστών, ταυτόχρονα έχουμε μεγάλη βραδύτητα στην απονομή Δικαιοσύνης στην χώρα μας» και αυτό «μας αναδεικνύει ότι έχουμε οργανωτικό πρόβλημα, που με αυτό το νομοσχέδιο προσπαθούμε να λύσουμε».