Τις μονομερείς ενέργειες και πρωτοβουλίες συμμάχων του ΝΑΤΟ που έρχονται σε ευθεία παραβίαση του διεθνούς δικαίου και των θεμελιωδών αρχών του Οργανισμού και στρέφονται εναντίον άλλων συμμάχων, επέκρινε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας σε μια έμμεση αναφορά στις προκλήσεις της Τουρκίας. Ζήτησε, μάλιστα, τέτοιες ενέργειες που «αποτελούν προσβολή για την ακεραιότητα και τη συνοχή του ΝΑΤΟ και απειλή για την περιφερειακή σταθερότητα και τα διατλαντικά συμφέροντα», να απομονωθούν, να αποκηρυχθούν και να εξαλειφθούν.
Μιλώντας, μέσω τηλεδιάσκεψης, στην κοινή συνεδρίαση της Πολιτικής Επιτροπής και Επιτροπής Πολιτικής Ασφάλειας της 66ης Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του ΝΑΤΟ, ο κ. Δένδιας κατέστησε σαφές σε αυστηρό τόνο πως το ΝΑΤΟ και τα κράτη-μέλη του δεν πρέπει να ανέχονται πρακτικές που υπονομεύουν τις βασικές του αξίες, διακυβεύουν την ενότητά του και στη συνέχεια βλάπτουν την αποτελεσματικότητά του στην αντιμετώπιση των πιεστικών προκλήσεων της εποχής μας.
Ξεκινώντας την ομιλία του, ο υπουργός Εξωτερικών χαρακτήρισε υψίστης σημασίας τον ρόλο της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας στην αντιμετώπιση προκλήσεων στην ανατολική και νότια πτέρυγά της και στην αντιμετώπιση των εξελισσόμενων απειλών, και επισήμανε πως το ΝΑΤΟ δεν είναι απλώς μια πολιτική-στρατιωτική συμμαχία, αλλά επίσης ένας Οργανισμός που βασίζεται σε κοινές αξίες. «Αυτές οι αξίες, που κατοχυρώνονται στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και στο Διεθνές Δίκαιο, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του κοινού οράματος και του σκοπού μας και, ως εκ τούτου, πάντα προσπαθούσαμε να τις προωθήσουμε και να τις υπερασπιστούμε» σημείωσε περαιτέρω ο κ. Δένδιας.
Αναφερόμενος στην Ελλάδα, ο υπουργός Εξωτερικών επισήμανε πως η χώρα μας, ως μέλος της ΕΕ και το πλησιέστερο μέλος του ΝΑΤΟ στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου και της Βόρειας Αφρικής, ακολουθεί υπεύθυνες πολιτικές που προωθούν την ειρήνη, την ασφάλεια και την ανάπτυξη. «Η Ελλάδα κατανοεί τον ρόλο της όχι μόνο ως εμπροσθοφυλακή και κράτος πρώτης γραμμής, αλλά και ως πυλώνας σταθερότητας, δημοκρατίας και περιφερειακής συνεργασίας» υπογράμμισε.
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τον ρόλο του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο, είπε πως η δραστηριότητά του παρέχει μια διαρκή αποτρεπτική παρουσία, και τόνισε ότι η Ελλάδα προσβλέπει όχι μόνο στη συνέχισή της, αλλά και στις αυξημένες συνεισφορές των συμμάχων. Αυτό, στην πραγματικότητα, θα αποτελούσε ένα πολύ καθυστερημένο ελάχιστο σήμα αλληλεγγύης προς την Ελλάδα, προσέθεσε.
Εν συνεχεία ο κ. Δένδιας αναφέρθηκε στην ανάγκη ενίσχυσης της συνεργασίας του ΝΑΤΟ με άλλους διεθνείς οργανισμούς και ιδίως την ΕΕ, αλλά και με χώρες που δεν εντάσσονται σε καμία υπάρχουσα μορφή εταιρικής σχέσης, όπως το Ισραήλ, η Αίγυπτος, η Ινδία και σημείωσε πως το ΝΑΤΟ πρέπει να αντιμετωπίσει προκλήσεις στο Νότο και να είναι αρκετά ευέλικτο ώστε να περιλαμβάνει μέσα για την αντιμετώπιση νέων πηγών αστάθειας, όπως οι παράνομες ροές μεταναστών. Πιο συγκεκριμένα, εξήγησε ότι «η ασφάλεια του ΝΑΤΟ και της ΕΕ είναι αλληλένδετη», και παρατήρησε πως μαζί, οι δύο οργανισμοί κινητοποιούν ένα ευρύ φάσμα εργαλείων και μπορούν να κάνουν πιο αποτελεσματική τη χρήση των πόρων για να ενισχύσουν την ασφάλεια των πολιτών τους. Ιδιαίτερα στη νότια πλευρά του ΝΑΤΟ, υπογράμμισε, οι κρίσεις στη Συρία και τη Λιβύη και οι επακόλουθες μεταναστευτικές ροές αυξάνουν την αστάθεια και καθιστούν απαραίτητη τη συνεργασία με το Ισραήλ και την Αίγυπτο, καθώς και την Ινδία, «η συμβολή της οποίας θα είναι ουσιαστική για την αντιμετώπιση των προκλήσεων ασφάλειας στην Ασία».
Επίσης, προέταξε πως μόνο συντονισμένες απαντήσεις μπορούν να δώσουν λύσεις σε προβλήματα ασφάλειας, όπως στον τομέα του ελέγχου των όπλων, του αφοπλισμού και της μη διάδοσης.
Ο επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας χαιρέτισε τη διαδικασία προβληματισμού «ΝΑΤΟ 2030», εκφράζοντας την ελπίδα ότι θα παράγει εποικοδομητικές προτάσεις για τη διατήρηση της ενότητας και του πολιτικού ρόλου του ΝΑΤΟ.
Εστιάζοντας περαιτέρω στη συζήτηση για το μέλλον του ΝΑΤΟ, ο κ. Δένδιας είπε πως σήμερα πρέπει να επιτύχει μια ισορροπία μεταξύ, αφενός, της ανάγκης να ανταποκριθεί στις αυξανόμενες παγκόσμιες προκλήσεις και, αφετέρου, του κινδύνου να υπερεκταθεί, και επομένως, να καταστεί αναποτελεσματικό. Επίσης, είπε πως είναι σημαντικό να διασφαλιστεί, το τεχνολογικό πλεονέκτημα του ΝΑΤΟ, το οποίο αμφισβητείται όλο και περισσότερο από κρατικούς και μη κρατικούς φορείς.
Εξίσου, υπογράμμισε την ανάγκη να τηρηθούν οι υποχρεώσεις των συμμάχων σε ό,τι αφορά τις αμυντικές τους δαπάνες, επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα, παρά τους εξαιρετικά αυστηρούς δημοσιονομικούς περιορισμούς, διατηρεί τις αμυντικές της δαπάνες πάνω από το όριο του 2%. Προσέθεσε πως εργάζεται επίσης για την επίτευξη του στόχου του 20% για επενδύσεις σε σημαντικό στρατιωτικό εξοπλισμό, καθώς και για την έρευνα και ανάπτυξη.