Στην παραδοχή ότι οι Θεσμοί ζητούν πρόσθετα μέτρα για την τριετία 2016-2018, προχώρησε ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην “Καθημερινή της Κυριακής”, δηλώνοντας παράλληλα ότι το ΔΝΤ, και όχι μόνον αυτό, πολλές φορές αμφισβητεί την απόδοση μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής.
Προετοιμάζει μάλιστα και το έδαφος για όσα θα επακολουθήσουν, λέγοντας ότι "στην επικείμενη διαπραγμάτευση με τους πιστωτές θα υπάρξουν νίκες, αλλά και ήττες".
Όπως είπε χαρακτηριστικά, "το ΔΝΤ, αλλά όχι μόνο αυτό, πολλές φορές αμφισβητεί την απόδοση των μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής, είτε για μέτρα που έχουμε πάρει είτε για νέα μέτρα που σχεδιάζουμε. Συγχρόνως έχει και πιο απαισιόδοξες προβλέψεις για τα πραγματικά μεγέθη της οικονομίας, που και αυτό έχει επιπτώσεις στο εύρος και τη φύση των μέτρων που πρέπει να λάβει η ελληνική κυβέρνηση".
Για το λόγο αυτό, εξηγεί ο ΥΠΟΙΚ, το ΔΝΤ έχει διαφορετική εκτίμηση για την απόδοση των δημοσιονομικών μέτρων και δεν έχει πεισθεί για πως θα επιτευχθεί ο στόχος του 3,5% πρωτογενές πλεόνασμα για το 2018, κάτι που θα είναι μέρος της διαπραγμάτευσης για το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης.
"Υπάρχουν στρεβλώσεις στο ασφαλιστικό"
Λίγες μέρες πριν από την πρώτη αξιολόγηση από τους Θεσμούς, ο υπουργός Οικονομικών, απαντώντας σε ερώτηση για την επιχορήση ταμείων, όπως της ΔΕΗ, αναγνωρίζει ότι:
«Υπάρχουν στρεβλώσεις που πρέπει να διορθωθούν, ειδικές περιπτώσεις που πρέπει να επανεξεταστούν και το ασφαλιστικό σύστημα να καταστεί βιώσιμο μεσοπρόθεσμα». Η στρατηγική που θα παρουσιάσει η κυβέρνηση οφείλει να απαντήσει και στα δύο σκέλη -των στρεβλώσεων και της βιωσιμότητας-, που όμως και τα δύο είναι αποτέλεσμα πολιτικών δεκαετιών, υπογραμμίζει ο κ. Τσακαλώτος. Όσον αφορά την χρηματοδότηση του ασφαλιστικού λέει ότι «εξετάζουμε διάφορα σενάρια και έχουμε πρώτη και δεύτερη γραμμή στην διαπραγμάτευση».
Ερωτηθείς για το ενδεχόμενο αύξησης των ασφαλιστικών εισφορών ή τέλους στις τραπεζικές συναλλαγές, δηλώνει ότι η κυβέρνηση εξετάζει πολλά εναλλακτικά σενάρια αρνούμενος να επιβεβαιώσει ή να διαψεύσει οτιδήποτε.
Ο Τσακαλώτος διευκρινίζει ότι το στοίχημα για την κυβέρνηση δεν είναι η μη εφαρμογή της συμφωνίας, αλλά η ενσωμάτωσή της σε ένα πρόγραμμα που θα έχει ως προτεραιότητα την ανακούφιση όσων επλήγησαν περισσότερο στα χρόνια της κρίσης.
Σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, δηλώνει ότι “από τη μια το ΔΝΤ έχει πολύ σκληρές νεοφιλελεύθερες θέσεις στα οικονομικά, αλλά και σε πολλά κοινωνικά ζητήματα, οπότε δύσκολα θα μπορούσε να είναι “φυσικός σύμμαχος” της ελληνικής κυβέρνησης”. Από την άλλη, τονίζει ο υπουργός Οικονομικών, πιέζει τους Ευρωπαίους για μια πιο ευνοϊκή λύση στο χρέος.
"Η χαμηλή φορολογία ευνοεί την παλιά δομή της οικονομίας"
Αναφορικά με την προσέλκυση επενδύσεων, δηλώνει ότι “σπάνια στην παγκόσμια οικονομική ιστορία έχουν “οδηγήσει” οι ιδιωτικές επενδύσεις την έξοδο από μια μεγάλη ύφεση”. Όπως διευκρινίζει πάντως, η ελληνική κυβέρνηση δουλεύει σε τρία επίπεδα, δηλαδή τη δημιουργία αναπτυξιακών θεσμών με το νέο αναπτυξιακό νόμο, την επενδυτική τράπεζα και το αναπτυξιακό ταμείο επενδύσεων και ιδιωτικοποιήσεων.
Ο Τσακαλώτος προσθέτει ότι η διεύρυνση της φορολογικής βάσης παραμένουν το μεγάλο στοίχημα της Αριστεράς.
“Δεν νομίζω ότι η φορολόγηση πλήττει την ανταγωνιστικότητα αν έχεις ένα βιώσιμο παραγωγικό πρότυπο” σχολιάζει. Σημειώνει δε, ότι δεν έχει πεισθεί ότι ο χαμηλός φορολογικός συντελεστής είναι το κυρίαρχο που εμποδίζει τις μεγάλες επενδύσεις και προσθέτει ότι πιο σημαντικό είναι η σταθερότητα του συστήματος, η αντιμετώπιση της διαφθοράς καθώς και να ξέρεις σε ποιους τομείς θέλεις να επενδύσεις.
"Η ιδέα ότι κυρίαρχο στην επενδυτική σου πολιτική πρέπει να είναι το φορολογικό δε με βρίσκει σύμφωνο. Το θεωρώ επικουρικό εργαλείο. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι η χαμηλή φορολογία ευνοεί την παλιά δομή της οικονομίας".
Για Γαβριήλ Σακελλαρίδη
Για τον Γαβριήλ Σακελλαρίδη σημειώνει ότι “μοιραζόμαστε αυτό που λέει ο Γκράμσι: “Την αισιοδοξία της βούλησης και την απαισιοδοξία της γνώσης”. Ενδεχομένως να έχουμε διαφορετικούς βαθμούς αισιοδοξίας όσον αφορά την πολιτική βούληση, την ικανότητα δηλαδή του πολιτικού υποκειμένου, εν προκειμένω του ΣΥΡΙΖΑ, να παράγει αριστερή πολιτική σε αντίξοες συνθήκες”.