«Το τέταρτο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ από συνέδριο θέσεων εξελίχθηκε και ολοκληρώνεται διαφορετικά από τον καταστατικό του σκοπό και το ιστορικό του χρέους. Ελάχιστα συζητήθηκαν οι θέσεις μας…», τόνισε η Νίνα Κασιμάτη.
Υποστήριξε ότι «παρά την βαριά καμπάνια των διπλών εθνικών εκλογών κινηθήκαμε ξανά αυτοεπιβεβαιωτικά και όχι κριτικά στην ουσία της πολιτικής που ασκήσαμε», ενώ σχολίασε ότι «γι’ αυτό η αυτοκριτική περιορίζεται σε συμπεριφορές και καθόλου σε περιεχόμενα». «Όμως στην πολιτική σημασία έχουν τα ουσιαστικά και όχι τα επίθετα. Αυτή είναι και η απάντηση μου στο ψευτοδίλημμα εισδοχής στους ευρωσοσιαλιστές ή στο κόμμα της αριστεράς. Το θέμα είναι τι ζητήματα θέτεις για την χώρα σου όταν βρίσκεσαι σε διεθνή φόρα και όχι σε ποια ομάδα ανήκεις ή θέλεις να υποτιτλίζεσαι ότι ανήκεις», είπε. Ανέφερε ότι δεν θα υπερψηφίσει τις θέσεις, για τα σημεία που διαφωνεί αλλά στο κόμμα θεωρούνται θέσφατα αλλά κυρίως για τη συζήτηση που πρέπει να γίνει και δεν έγινε.
Σχολίασε ότι «την περασμένη Κυριακή, Δευτέρα και Τρίτη εκδηλώθηκε μία τρικυμία εν ποτηρίω, με πολλά μέλη της εναπομείνασας και υπολειμματικής μετά την διάσπαση Πολιτικής Γραμματείας να αντιδρούν γιατί ο νεοεκλεγείς πρόεδρος Στέφανος Κασελάκης έκανε το έγκλημα καθοσιώσεως να θέσει την κρίση των μελών ορισμένα ταυτοτικά ερωτήματα. Το διακρίνετε το σχήμα της συντήρησης; Βλέπετε το μοναδικό επίδικο που τίθεται σύντροφοι; Να μην άλλαξε το status quo, σε κανένα επίπεδο, ούτε στα περιεχόμενα της πολιτικής που αυτή καθορίζει την ταυτότητα, ούτε στα πρόσωπα».
«Η ποινή που του επισύρθηκε είναι το αίτημα νέων εκλογών, εντελώς αντικαταστατικά. Έτσι βρεθήκαμε να συζητάμε σοβαρά το πολιτικά αδιανόητο, το πώς θα ακυρωθεί η δημοκρατία», υποστήριξε. Επισήμανε ότι χθες συμπληρώθηκαν πέντε μήνες από την ημέρα που εξελέγη πρόεδρος ο Στέφανος Κασελάκης. «Η γραφειοκρατία νομίζει πως μπορεί να ξεγίνει αυτό το γεγονός, δεν ξεγίνεται και γι’ αυτό δεν έπρεπε ούτε να τεθεί θέμα ηγεσίας ούτε θέμα εκλογών, όπως δεν πρέπει να στρουθοκαμηλίζουμε μπροστά στην γεωμετρική πρόοδο απομείωσης της εκλογικής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ το 2015 και μετά, στην οποία μας βρήκε ο Στ. Κασσελάκης τον Σεπτέμβριο του ’23». Πρόσθεσε ότι «δεν περισσεύει κανείς, θεωρώ όμως ότι περισσεύουν δογματισμί και όσοι κατηγορούν τον Στέφανο Κασσελάκη για μεσσιανισμό δεν εισακούγονται γιατί ήδη θεωρούνται ήδη από την κοινωνία αιρεσιάρχες».
Είπε ότι σέβεται και τιμά την Όλγα Γεροβασίλη όλα αυτά τα χρόνια της κοινής τους διαδρομής και ότι έχει εισπράξει αμοιβαιότητα σε αυτή την εκτίμηση. «Την θυμάμαι το 2014 σε μία Κεντρική Επιτροπή να ορθώνει το ανάστημά της απέναντι στην γραφειοκρατία του κόμματος τοπικά και κεντρικά, η οποία στην πραγματικότητα αντιστρατευόταν τότε την υποψηφιότητα της ως περιφερειάρχη Ηπείρου αντί να την στηρίζει», είπε. Πρόσθεσε ότι «έχει δίκιο ο πρόεδρος όταν μιλάει για το καράβι, αλλά δεν βουλιάζει χωρίς αιτία. Ο κλυδωνιζόμενος διάπλους μας έχει ονοματεπώνυμα και πρακτικές και προηγείται χρονικά πάρα πολύ του Στέφανου Κασσελάκη. Γνώμη μου είναι ότι η Όλγα δεν έπρεπε να εκφράσει τώρα αυτή την ιδιοκτησιακή λογική κόντρα στην δημοκρατική αρχή, με όλη την αγάπη και την εκτίμηση που της έχω».
Υποστήριξε καταληκτικά ότι «εδώ που φτάσαμε απαιτούνται καθαρές λύσεις με εκλογές το συντομότερο δυνατό. Στις 10 Μαρτίου», ενώ σχολίασε ότι «τα καθοδηγητικά όργανα έπρεπε προ πολλού να είχαν παραιτηθεί και ο πρόεδρος δεν μπροεί να τελεί υπό ομηρία ενόψει των ευρωεκλογών’. «Ο λόγος να δοθεί πάλι στα μέλη και ενωμένοι να πάμε σε όλες τις μάχες απέναντι στη δεξιά του Κυριάκου Μητσοτάκη», είπε.