Σκληρή αντεπίθεση στην κυβέρνηση ετοιμάζουν οι ενώσεις δικαστών, μετά το πολεμικό σκηνικό που έχει προκαλέσει η απόφαση του ΣτΕ να κρίνει αντισυνταγματική διάταξη του νόμου Παππά για τις τηλεοπτικές άδειες.
Το ύφος και η γλώσσα που χρησιμοποίησε η κυβερνητική εκπρόσωπος στην ανακοίνωσή της, καθώς και τα πυρά από επίσημα όργανα της κυβέρνησης και στελέχη όπως ο υφυπουργός Υγείας, Παύλος Πολάκης, έχουν προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στους δικαστές, οι οποίοι επισημαίνουν ότι η Δικαιοσύνη αποφασίσει βάσει του Συντάγματος και των νόμων και όχι σύμφωνα με τις σκοπιμότητες και τις πολιτικές συγκυρίες.
Απαντώντας στην επιχειρηματολογία του Μαξίμου ότι τα χρήματα από τις τηλεοπτικές άδειες θα διοχετεύονταν σε κοινωνικές παροχές, δικαστικές πηγές επεσήμαναν ότι η οικονομική πολιτική είναι θέμα της κυβέρνησης και όχι των δικαστών. «Ο ρόλος των δικαστών είναι να κρίνουν τους νόμους» τονίζουν οι ίδιοι κύκλοι, ενώ στις επικρίσεις ότι δεν κρίθηκαν αντισυνταγματικά τα μνημόνια, απαντούν ότι «τα μνημόνια δεν είναι ευθύνη δική τους αλλά των κυβερνήσεων που τα ψήφισαν».
«Πρώτη φορά τόσο έντονες επιθέσεις κατά της Δικαιοσύνης»
Νέες «αδικαιολόγητες επιθέσεις της κυβέρνησης κατά της Δικαιοσύνης» διαπιστώνει η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, μετά την κρίση του ΣτΕ επί του νόμου Παππά για τις τηλεοπτικές άδειες.
«Η χθεσινή απόφαση του ΣτΕ, που εκδόθηκε στα πλαίσια της εγγυητικής λειτουργίας της Δικαστικής εξουσίας, που ανατίθεται μόνο σε αυτήν από το Σύνταγμα, προκάλεσε άλλη μία φορά αδικαιολόγητες επιθέσεις της κυβέρνησης κατά της Δικαιοσύνης, πρώτη φορά όμως τόσο έντονες, με σαφή προσπάθεια να εντάξει τη Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της στην πολιτική αντιπαράθεση» αναφέρει η Ένωση σε ανακοίνωσή της.
Ειδικότερα, με αφορμή τη σκληρή δήλωση της κυβερνητικής εκπροσώπου Όλγας Γεροβασίλη, αφότου έγινε γνωστή η κρίση του δικαστηρίου, η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων σημειώνει:
«Κατηγορήθηκε το Ανώτατο Δικαστήριο για τις αποφάσεις του στα Μνημόνια, το "κούρεμα" των ομολόγων, τη διάλυση των ασφαλιστικών ταμείων, σαν να είναι αυτό που νομοθετεί και όχι οι μέχρι σήμερα Κυβερνήσεις που επέβαλαν τα δυσβάσταχτα για την κοινωνία μέτρα. Επιρρίπτεται ευθύνη στο Δικαστήριο διότι δεν υπολόγισε τις συνέπειες που προκαλεί η κήρυξη της αντισυνταγματικότητας του συγκεκριμένου νόμου και γιατί παρεμποδίζει με την απόφασή του την άσκηση της οικονομικής πολιτικής της Κυβέρνησης».
Η Ένωση τονίζει πως «βασική και θεμελιώδης υποχρέωση των Δικαστών είναι να κρίνουν τις υποθέσεις με βάση το Σύνταγμα χωρίς να υπολογίζουν σκοπιμότητες και πολιτικές επιδιώξεις». Επισημαίνει πως «μία Δικαιοσύνη με άλλη κατεύθυνση θα ήταν πολύ επικίνδυνη για τη Δημοκρατία μας και για το Κράτος Δικαίου».
Προσθέτει πως ο οικονομικός σχεδιασμός και ο τρόπος εξεύρεσης των απαραίτητων κονδυλίων για τη λειτουργία των κρατικών δομών είναι ευθύνη της κυβέρνησης, «ενώ καθήκον δικό μας είναι η διαφύλαξη της Συνταγματικής νομιμότητας».
«Στη Δημοκρατία δεν νοείται κανενός είδους αντιπαλότητα μεταξύ των εξουσιών. Η ομαλή λειτουργία των θεσμών προϋποθέτει κατανόηση του διακριτού ρόλου της κάθε εξουσίας και εγκατάλειψη κάθε προσπάθειας χειραγώγησης της μιας από την άλλη» καταλήγει.