Η 20η Σεπτεμβρίου παραμένει η επικρατέστερη ημερομηνία των εκλογών, παρά την προσπάθεια του προέδρου της ΝΔ Ευ. Μεϊμαράκη να κωλυσιεργήσει ροκανίζοντας το χρόνο που δικαιούται να έχει στα χέρια του τη διερευνητική εντολή.
Επειδή τον “άδειασε” ο επικεφαλής του Ποταμιού Στ. Θεοδωράκης λέγοντας ότι δεν υπάρχει δυνατότητα για σχηματισμό νέας κυβέρνησης από την παρούσα Βουλή και με αυτονόητη την άρνηση του Γ. Δραγασάκη να ηγηθεί μιας τέτοιας -αδύνατης- κυβέρνησης φαίνεται πως ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα παραδώσει την εντολή πριν περάσει η προθεσμία των τριών 24ωρων.
Ο επόμενος, ο Π. Λαφαζάνης, πιθανότατα, θα καθυστερήσει κι αυτός τη διαδικασία. Μπορεί μάλιστα να επιδιώξει συναντήσεις και με κοινωνικούς φορείς (ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ κοκ) όπως είχε κάνει το 2012 ο Α. Τσίπρας. Αλλά ακόμη και αν αυτό συμβεί, στα μέσα της επόμενης εβδομάδας, θα έχουν τελειώσει όλα και θα ξεκινήσει επίσημα η προεκλογική περίοδος που μπορεί να ολοκληρωθεί μετά από περίπου τρεις εβδομάδες.
Η αντιπολίτευση κατηγορεί τον Α. Τσίπρα ότι βιάστηκε για να μην προλάβει να οργανωθεί και να απλωθεί το κόμμα Λαφαζάνη αλλά επίσης για να μην έχουν πληρώσει οι πολίτες το λογαριασμό των μέτρων του νέου μνημονίου. Η πραγματικότητα είναι κάπως πιο σύνθετη. Σύμφωνα με εξακριβωμένες πληροφορίες του tvxs,gr, , στις συνεννοήσεις που έκανε με τους εταίρους-πιστωτές ο Α. Τσίπρας, προκειμένου να μην υπάρξει αιφινιδιασμός και αρνητικές αντιδράσεις, έγινε δέκτης του μηνύματος πως ό,τι είναι να γίνει πρέπει να γίνει γρήγορα για να μη χαθεί χρόνος νομοθετικού έργου και υλοποίησης των συμφωνηθέντων.
Οι έξι λόγοι
Πέρα από το γεγονός ότι είναι προγραμματισμένη για τον Οκτώβριο η πρώτη αξιολόγηση από τους “θεσμούς” της εφαρμογής του νέου προγράμματος και της εκτέλεσης του προϋπολογισμού υπάρχουν και άλλοι λόγοι που επιβάλλουν την όσο το δυνατόν συντομότερη προσφυγή στις κάλπες. Ειδικότερα:
Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών: Η δέσμευση 10 δισ σε ειδικό λογαριασμό είναι το πρώτο βήμα για τη στήριξη του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος που δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί αν δεν αρθεί η πολιτική αβεβαιότητα. Η ανακεφαλαιοποίηση είναι προϋπόθεση για να αμβλυνθούν οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων και να ενισχυθεί η ρευστότητα στην αγορά μέσω της απελευθέρωσης πιστώσεων.
Η εξόφληση χρεών του Δημοσίου: Ακόμη και τα 500 εκ. ευρώ που δόθηκαν από τους πιστωτές με την πρώτη δόση δεν είναι βέβαιο ότι θα φτάσουν εκεί όπου χρωστάει το Δημόσιο με δεδομένες τις επικείμενες αλλαγές υπουργών στο πλαίσιο της υπηρεσιακής κυβέρνησης που θα σχηματιστεί αλλά επίσης λόγω της χαλάρωσης που πάντα φέρνει στη διοίκηση η προεκλογική βαβούρα. Εκκρεμεί η εκταμίευση 3 δισ ευρώ για τον σκοπό αυτό που οι πιστωτές έχουν μεταθέσει για τη μετεκλογική περίοδο.
Η αναδιάρθρωση του χρέους: Με την πρώτη αξιολόγηση του νέου προγράμματος συνδέονται οι αποφάσεις των πιστωτών για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Ακόμη δεν έχει κριθεί η συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα ακριβώς επειδή το Ταμείο ζητά απομείωση χρέους για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητά του, κάτι το οποίο συζητά πλέον το Βερολίνο. Αλλά για να έρθει αυτή η ώρα θα πρέπει να υπάρχει σταθερή κυβέρνηση, δεσμευμένη σε μεταρρυθμίσεις και πολιτική δημοσιονομικής εξυγίανσης.
Η ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης Ντράγκι: Η χώρα μας είναι η μοναδική στην ευρωζώνη που δεν έχει επωφεληθεί από τις ευκαιρίες που έχει δώσει ο επικεφαλής της ΕΚΤ στις χώρες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες δανεισμού με αποτέλεσμα να έχουν μειωθεί σημαντικά τα επιτόκια. Είναι σαφές ότι εφόσον εφαρμόζεται το πρόγραμμα από την ελληνική κυβέρνηση θα αρθούν οι επιφυλάξεις της Φρανκφούρτης.
Νομοθετικές πρωτοβουλίες: Πέρα από τους πολλούς εφαρμοστικούς νόμους που εκκρεμούν, τον Οκτώβριο θα πρέπει να κατατεθεί μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό σχέδιο για την περίοδο 2015 -2019 με μέτρα που θα διασφαλίζουν την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% το 2018. Επίσης θα πρέπει να κατατεθεί συμπληρωματικός προϋπολογισμό για το τελευταίο τρίμηνο του 2015 ανάλογα και με τις “τρύπες” που μπορεί να έχουν δημιουργηθεί.
Επενδύσεις: Όσες συζητήσεις έχουν γίνει με μεγάλες ξένες εταιρείες (αμερικανικές, ρωσικές, κινεζικές κα) για επενδύσεις εδώ “κολλάνε” στο πολιτικό ρίσκο. Οσο παρατείνεται η αβεβαιότητα τόσο αργεί να οριστικοποιηθεί κάποια επενδυτική συμφωνία που θα δημιουργήσει απασχόληση και θα τονώσει την ελληνική οικονομία.
πηγή : tvxs.gr