Τι είπε όμως τελικά ο Ζουράρις στη Βουλή και πόσοι άραγε τον κατάλαβαν;
Ξεκίνησε με Ελύτη (Ιδιωτική Οδός) : «Ερχομαι από μακριά. Οι συλλέκτριες των κρόκων της Θήρας πορεύονται πλάι μου, κι από κοντά, παγεμένες με τον άνεμο το βόρειο, οι Μυροφόρες, ωραίες μες στα τριαντάφυλλιά τους και τη χρυσή των αγγέλων αντανάκλαση».
Βούτηξε, ακολούθως στα πατερικά κείμενα και τον «αρχέκακον όφι» [που στη Ζουράρειο εκδοχή δεν είναι το φίδι των Πρωτόπλαστων αλλά ο Αλεμανός (Γερμανός).
Συνέχισε με κλασσική γραμματεία: Απόσπασμα από τον Θουκιδίδη (Περικλέους Επιτάφιος):
«Αλλα πάσαν μεν θάλασσαν και γην εσβατόν τη ημετέρα τόλμη καταναγκάσαντες γενέσθαι, πανταχού δη μνημεία κακών τε καγαθών ίδια ξυγκατοικίσαντες».
Στην νεοελληνική: Εξαναγκάσαμε με την τόλμη μας ολόκληρη τη θάλασσα και την ξηρά να γίνει προσιτή, ιδρύσαμε παντού αιώνια μνημεία και των συμφορών μας και των επιτυχιών μας.
Και κατέληξε με Ρίτσο: «Σε τούτα δω τα μάρμαρα κακιά σκουριά δεν πιάνει» κλπ
Για την βραχεία παρέμβασή του στη χθεσινή κονοβουλευτική διασικασία εισέπραξε αρκετά χειροκροτήματα, εκτεινόμενα ίσως πέραν της κοινοβουλευτικής δύναμης του κυβερνητικού συνασπισμού. Αν αυτά ήταν χειροκροτήματα επιδοκιμασίας ή ελέους, θα παραμείνει διεξερεύνητο.
Οπως άλλωστε και τα αισθήματα της συμπαθούς κοπέλας που είχε επιφορτισθεί από το κανάλι της Βουλής να μεταφέρει στη νοηματική την αγόρευση του βουλευτή των ΑΝΕΛ.
πηγή:ethnos.gr