Είναι περίπου κοινός τόπος η ανάγκη έκτακτων μέτρων για την αντιμετώπιση της επιδημίας του κορονοϊού που μαστίζει τη χώρα μας. Αυτή είναι η αίσθησή μου και θέλω να πιστεύω ότι στην απόκτηση αυτής της πολύτιμης συλλογικής μας εμπειρίας έχει συμβάλλει καθοριστικά και η παταγώδης διάψευση των ψευδαισθήσεων για την αντιμετώπιση της χρεοκοπίας μας πριν λίγα μόλις χρόνια: «Ισοδύναμα» και «Σκίσιμο του μνημονίου» οι διαδεδομένες, «Δεν πληρώνω οφειλόμενα» και «Παίγνια με τους πιστωτές» οι περιθωριακές. Αυτός ο κοινός τόπος όμως ασφαλώς δεν παραπέμπει στην αποδοχή του όποιου μέτρου, με τον όποιο τρόπο, από τον οποιονδήποτε. Εάν φυσικά δεν θέλουμε να σκορπίσει, για μια ακόμη φορά, από ανεδαφικές δοξασίες. Εάν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι δεν έχουμε την πολυτέλεια για τις αχρείαστες ζημιές που αναπόφευκτα προκάλεσαν και προκαλούν οι δοξασίες αυτές.
Είναι αυτός ακριβώς ο σεβασμός του κοινού μας τόπου από την πλειοψηφία των συμπατριωτών που περιόρισε, σε πρώτη φάση, την μετάδοση και διασπορά του ιού. Αποδεχτήκαμε, ευχαρίστως διαισθάνομαι, την απεμπόληση του δικαιώματός μας να συναθροιζόμαστε, όχι μόνο σε καταστήματα που η λειτουργία τους είναι σε αναστολή, αλλά και σε άλλους δημόσιους χώρους ή και στα σπίτια μας.
Αλλά ενώ στην αποτροπή της διάδοσης τα είχαμε πάει καλά (οι συγκρίσεις με άλλες χώρες μιλάνε από μόνες του), ως ανταπόδοση δεχτήκαμε ένα ακόμα μέτρο για τον ίδιο πάντα λόγο, ενώ ως αιτιολόγηση του προβλήθηκε μια διαφορετική απειλή: η αδυναμία των δημόσιων νοσοκομείων να παράσχουν νοσηλεία σε ένα πολύ μεγάλο αριθμό συνανθρώπων που ενδεχομένως θα νοσήσουν. Και είναι εδώ ακριβώς που, αναπόφευκτα, προκύπτουν ερωτήματα:
Για ποιο λόγο ο ενδεδειγμένος τόπος νοσηλείας όσων προσβληθούν είναι ένα δημόσιο νοσοκομείο; Ασφαλώς και υπερήλικες με βαρύ ιατρικό ιστορικό χρειάζονται φροντίδες, όχι απλώς νοσοκομειακού επιπέδου, αλλά Μονάδων Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) τις οποίες και καλό θα ήταν να ενεργοποιούσαν το ταχύτερο οι αρχές, μιας και σήμερα δεν είναι λειτουργικές στο βαθμό που επιβάλλουν οι περιστάσεις. Ο έκτακτος χαρακτήρας της απειλής, παραπέμπει σε αναδιάταξη και ταχύρρυθμη εξοικείωση υπάρχοντος προσωπικού (αναγκαία σε κάθε περίπτωση και για την αυτοπροστασία του) παρά σε προσλήψεις που θα απέδιδαν μάχιμο προσωπικό, πιθανότατα… μετά την λήξη του συναγερμού.
Για όσους νοσήσουν και δεν χρειάζονται φροντίδες επιπέδου ΜΕΘ (είναι στατιστικά βέβαιο ότι θα είναι η πλειοψηφία όσων προσβληθούν από τον ιό) δεν ακούσαμε εάν και κατά πόσον εξετάστηκε η οργάνωση και λειτουργία έκτακτων ελαφρών μονάδων περίθαλψης βραχείας διάρκειας.
Και βέβαια αναδείχτηκε, για μια ακόμα φορά, η απόλυτη έλλειψη διαγνωστικών φροντίδων (24ωρης, ει δυνατόν, λειτουργίας) έξω από τα δημόσια νοσοκομεία, με τις οποίες η συμφόρηση αυτών των τελευταίων θα περιορίζονταν, δίχως άλλο. Ας ελπίσουμε ότι με την λήξη της κατάστασης πολιορκίας, δεν θα επιστρέψουμε στην σιωπή για το θέμα αυτό.
Οι διαφορετικές αυτές προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση του κορονοϊού (προφανώς θα υπάρχουν και άλλες, όπως και ο αντίλογος τους) αναδεικνύουν το έλλειμμα διαλόγου για το θέμα αυτό. Δεν συζητήθηκαν (και δεν προβλέπεται να συζητηθούν) πολλές και διαφορετικές όψεις και πλευρές αντιμετώπισης των συνεπειών της απειλής αυτής:
Είναι η μετακίνηση με μαζικά μέσα μεταφοράς προτιμότερη από αυτήν με Ι.Χ. για την αποτροπή της διάδοσης;
Είναι το κόστος απαγόρευσης της κυκλοφορίας μικρότερο από την οργάνωση των έκτακτων ελαφρών μονάδων περίθαλψης;
Ποιες είναι οι πρωτοβουλίες μας σε διεθνές επίπεδο για την αντιμετώπιση μιας απειλής που δεν περιορίζεται από σύνορα εθνικών κρατών;
Εάν η αντιμετώπιση μιας επιδημίας δεν είναι θέμα εθνικού και δημοσίου συμφέροντος (πολιτικό δηλαδή), τότε ποια είναι;
Δυστυχώς, το πολιτικό μας προσωπικό, αντί να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή, προτιμά να κρύβεται πίσω από ειδικούς. Παραγνωρίζει έτσι το κεκτημένο ότι δημοκρατική νομιμοποίηση να παρεμβαίνει στην διαμόρφωση των συνθηκών της ζωής μας έχει το ίδιο και όχι οι ειδικοί. Και μένει στην πεπατημένη της ανταλλαγής πυρών, τόσο άσφαιρων που (για λόγους αυτοπροστασίας από την γελιοποίηση) είναι, ευτυχώς, σποραδικά.
Θεωρώ ότι η τηλεφωνική επικοινωνία του Πρωθυπουργού με τους πολιτικούς αρχηγούς δεν μπορεί να καλύψει το κενό μιας κοινοβουλευτικής συζήτησης. Με τηλεδιάσκεψη εάν η κατάσταση το επιβάλλει. Θα θεωρούσα προσχηματική, εάν όχι υποκριτική, μια ενδεχόμενη αντίρρηση, με επίκληση του Κανονισμού της Βουλής. Ιδίως μετά από τόσες, αμφιλεγόμενης τουλάχιστον νομιμότητας, πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, τα τελευταία χρόνια. Και θα περίμενα, από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, να βεβαιώσει ότι οι αποφάσεις που έχουν ήδη παρθεί δεν συνιστούν παραβιάσεις, τυπικές ή ουσιαστικές, συνταγματικών προβλέψεων.
Θα έλεγε κάποιος ότι αυτή η πολιτική και δημοκρατική απαξίωση δεν αποτελεί ελληνική εφεύρεση. Και θα είχε δίκιο. Η σωστή αυτή διαπίστωση όμως δεν είναι λόγος να μην κάνουμε ελληνική εφεύρεση το εμβόλιο για αυτό τον ιό. Μιας και για τον κορονοϊό, περιμένουμε την εφεύρεση του από άλλους!
Παντελής Οικονόμου