Με το δυσοίωνο μήνυμα ότι η κλιματική κρίση μας φέρνει ενώπιον δημοσιονομικών και πραγματικών προβλημάτων, τα οποία θα εξουθενώσουν την ελληνική πολιτεία και τις άλλες χώρες της Ευρώπης και του πλανήτη, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θ. Σκυλακάκης έκλεισε την παρουσίαση του νομοσχεδίου για την αντιμετώπιση των πολυεπίπεδων επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στους τομείς: α) της διαχείρισης υδάτων, β) της διαχείρισης και προστασίας των δασών, γ) της αστικής ανθεκτικότητας και πολιτικής, δ) της καταπολέμησης της αυθαίρετης δόμησης, ε) της ενεργειακής ασφάλειας».
Διότι – όπως εξήγησε – θα πρέπει να πληρώσουμε ταυτόχρονα ένα τεράστιο κόστος πράσινης μετάβασης, για να σταματήσουμε τα χειρότερα και να πληρώνουμε ταυτόχρονα ένα πολύ μεγάλο κόστος προσαρμογής, δηλαδή, τις καταστροφές και τις πολιτικές πρόληψης. Συνεπώς, όπως είπε ο αρμόδιος υπουργός, πρέπει να γίνουμε “αφάνταστα πιο αποτελεσματικοί”, εξέφρασε ωστόσο την λύπη του για το ότι αυτή η συζήτηση στη Βουλή σήμερα δεν είχε αυτό τον χαρακτήρα, δεν είχε έναν χαρακτήρα συνειδητοποίησης της βαρύτητας των προβλημάτων που έχουμε μπροστά μας, το πώς αυτά τα προβλήματα δεν αφορούν ένα κόμμα ή έναν ή μία κυβέρνηση, αλλά θα είναι διαχρονικά. Και επειδή αργά ή γρήγορα -όλοι κυβερνάνε, λέει η εμπειρία- θα τα βρούμε μπροστά μας, προειδοποίησε ο κ. Σκυλακάκης και προσέθεσε πως για να λυθούν τα προβλήματα χρειάζεται να συζητάμε τα ουσιαστικά θέματα και όχι να κάνουμε συζητήσεις ανεμόμυλων. “Οι συζητήσεις ανεμόμυλων που αφορούσαν τον Δον Κιχώτη είχαν ένα ελαφρυντικό: Ότι ο Δον Κιχώτης διάβαζε πολλά ιπποτικά βιβλία. Μπορώ να σκεφτώ ότι μπορεί και κάποιοι Δον Κιχώτες να διαβάζουν πολλά μαρξιστικά βιβλία, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι αν δεν κοιτάμε τα πραγματικά προβλήματα, δεν τα αναγνωρίζουμε και δεν τα συζητάμε σαν οργανωμένη κοινωνία στο Κοινοβούλιο, δεν υπάρχει ποτέ περίπτωση να τα λύσουμε” είπε ο υπουργός.
Ο κ. Σκυλακάκης, ξεκίνησε την ομιλία του, απαντώντας στις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης πως πρόκειται για ένα νομοσχέδιο ιδιωτικοποίησης, ενώ στην πραγματικότητα – όπως είπε – αν κάνει κάτι είναι ότι κρατικοποιεί το μόνο κομμάτι ιδιωτικής διαχείρισης του νερού που υπήρχε στη Θεσσαλία, που είναι οι περίφημοι ΓΟΕΒ, ένας σημαντικός αριθμός εξ αυτών δεν λειτουργούν ή δεν λειτουργούν με τρόπο που να αρμόζει στο έργο που θα έπρεπε να επιτελέσουν. Εξήγησε ότι το νομοσχέδιο αυτό είναι ένα νομοσχέδιο για την κλιματική κρίση και το πρώτο που πρέπει να πούμε γι’ αυτή την κρίση είναι ότι θα την έχουμε κοντά μας, ανεξάρτητα του τι θα κάνουμε από πλευράς μείωσης αερίων του θερμοκηπίου, για τα επόμενα τριάντα ή σαράντα χρόνια και θα την έχουμε επιδεινούμενη. Σχετικώς με την Θεσσαλία, προέβλεψε πως θα πληγεί εξαιρετικά σκληρά, δεν γνωρίζει κανείς πότε θα έρθει ο επόμενος «Daniel» κι αυτό καθιστά απολύτως επείγουσα την παρέμβασή μας.
“Όμως είναι πολύ βαθύτερα και μεγαλύτερα τα προβλήματα που φέρνει αυτή η κλιματική κρίση και το πιο σημαντικό από τα προβλήματα που φέρνει είναι το εξαιρετικά υψηλό κόστος που θα έχουν αυτά τα φαινόμενα -είτε κάνουμε πρόληψη και το περιορίσουμε κάπως είτε δεν κάνουμε και θα είναι εκρηκτικό γιατί θα διαχειριζόμαστε καταστροφές- στις επόμενες δεκαετίες. Αλλά το κόστος έχει αρχίσει. Δεν είναι ότι θα έρθει το κόστος. Ο «Daniel» κόστισε 2% του ΑΕΠ και έχουμε πληρώσει το μισό τοις εκατό -ας πούμε- του ΑΕΠ έως τώρα. Το μεγαλύτερο κομμάτι των πληρωμών και της ζημιάς που έχει επέλθει, θα έρθει στο επόμενο διάστημα. Και δεν είναι μόνο ο «Daniel». Ο «Daniel» είναι ένα μέρος της κλιματικής κρίσης. Η κλιματική κρίση θα έχει λειψυδρία στην ανατολική κυρίως Ελλάδα -αλλά κανείς δεν σου βάζει σφραγίδα για οτιδήποτε-, θα έχει ερημοποίηση -που θα είναι συνδυασμός της λειψυδρίας και των καταστροφικών πυρκαγιών-, θα έχει μεγάλους καύσωνες, οι οποίοι μπορεί να διαρκούν έναν μήνα, σαράντα μέρες. Κανείς δεν ξέρει τι επιφυλάσσει το κλίμα- θα έχει τις μεγάλες πυρκαγιές, οι οποίες θα είναι όλο και συχνότερες γιατί τα δάση δεν θα έχουν υγρασία” υπογράμμισε ο κ. Σκυλακάκης και επικαλέστηκε το παράδειγμα της Πιερίας.
Επί της ουσίας του νομοσχεδίου τόνισε ότι πρόκειται για ένα μεταρρυθμιστικό νομοσχέδιο, που προσπαθεί να απαντήσει στην κλιματική κρίση, με την έννοια της λέξεως που στην πραγματικότητα σημαίνει αύξηση της αποτελεσματικότητας ενός συστήματος.
Στο σημείο αυτό, επικεντρώθηκε στις ρυθμίσεις για την διαχείριση των υδάτων στη Θεσσαλίας, μέσω του ΟΔΥΘ, ο οποίος συγκεντρώνει όλες τις αρμοδιότητες για τη διαχείριση του νερού σε έναν “αυστηρά κρατικό φορέα” ισχυρό και κατά το δυνατόν ευέλικτο και χωρίς τον οποίο δεν σώζονται τα νερά της Θεσσαλίας και την μεταβίβαση των ομβρίων από τους δήμους στην ΕΥΔΑΠ και στην ΕΥΑΘ. “Έτσι θα δώσουμε τη δυνατότητα να υπάρξει μια ενιαία διαχείριση των ομβρίων και στο μέλλον να πάμε και σε ενεργητική διαχείριση των ομβρίων, που σημαίνει να μπορούμε με βάση τη σύγχρονη τεχνολογία -με αλγόριθμους και με τη δυνατότητα να παρεμβαίνουμε στη ροή του νερού- να κατευθύνουμε το νερό, ώστε να περιορίζουμε τα πλημμυρικά φαινόμενα, κάτι που απαιτεί ενιαία διαχείριση”.
Τέλος, ο κ. Σκυλακάκης τόνισε ότι επιχειρήθηκε να βρεθεί η βέλτιστη λύση ώστε να σωθούν τα δάση, ενώ για τις ρυθμίσεις που αφορούν τα αυθαίρετα τόνισε ότι η αλλαγή που γίνεται είναι να παύσει εφεξής η αυθαίρετη δόμηση. “Η διαπίστωση είναι ότι το κράτος, η πολιτεία ως σοβαρός ρυθμιστής της νόμιμης δόμησης έχει εδώ και δεκαετίες αποτύχει παταγωδώς. Η ανεκπλήρωτη υπόσχεση είναι ότι θα σταματήσουμε να κτίζουμε καινούργια. Τραβάμε και κόκκινες γραμμές. Και όπως και στην περίπτωση των δασών, όπου προστατεύουμε το νομικό δάσος, αλλά το πραγματικό καίγεται, έτσι και εδώ πέρα τραβάμε κόκκινες γραμμές στην άμμο και έρχεται το επόμενο κύμα και τα σαρώνει” είπε.
Συνέχισε ότι για να είμαστε σοβαροί έναντι του ΣτΕ, το οποίο κάνει κατενάτσιο εδώ και δεκαετίες πρέπει να σταματήσουμε τη νέα αυθαίρετη δόμηση παντού, χωρίς εξαίρεση, τόνισε ο αρμόδιος υπουργός και κατέληξε λέγοντας πως “αν δεν τελειώσουμε με τη νέα αυθαίρετη δόμηση, δεν έχει ελπίδα η χώρα να αποκτήσει σοβαρή πολεοδομική πολιτική”.