Την επίσπευση της επανεκλογής του Προκόπη Παυλόπουλου στο αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας και την άμεση σύγκληση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών υπό τον τον επανεκλεγέντα Πρόεδρο έτσι ώστε να συμφωνηθούν οι βασικές γραμμές της εθνικής στρατηγικής απέναντι στην Τουρκία προτείνει ο τέως πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας σε εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα «Το Βήμα της Κυριακής».
Ο Αλέξης Τσίπρας επισημαίνει πως «το αρραγές μέτωπο και η εθνική στρατηγική είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την αντιμετώπιση εθνικών απειλών και κινδύνων» και κατηγορεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη για «αλλοπρόσαλλες κινήσεις ως προς το θέμα του Προέδρου της Δημοκρατίας» και τον καλεί «να αφήσει τα “προεδρικά καλλιστεία”».
«Όσα επιχειρεί σήμερα ο κ. Μητσοτάκης με αφορμή την εκλογή ΠτΔ είναι απολύτως αλλοπρόσαλλα. Όταν πριν από έναν χρόνο πήρα την απόφαση να αλλάξουμε το σχετικό άρθρο του Συντάγματος και να απεμπλέξουμε την προεδρική εκλογή από τη διάλυση της Βουλής, δεν μπορούσα να φανταστώ αυτόν τον διασυρμό, τόσο του αξιώματος, όσο και της διαδικασίας. Όταν όμως αυτό γίνεται σε συνθήκες έντασης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, αναδεικνύει αβάστακτη ελαφρότητα, έως ανευθυνότητα. Αυτό λοιπόν πρέπει να τελειώσει εδώ. Ο Προκόπης Παυλόπουλος προέρχεται από διαφορετική πολιτική οικογένεια από τη δική μου, αλλά είναι ένας Πρόεδρος που ενώνει αντί να διχάζει και εργάζεται για την πολιτική συναίνεση. Και ως ΠτΔ έχει αποδείξει ότι στηρίζει μια σύγχρονη Ελλάδα, ενώ με το επιστημονικό του κύρος προασπίζει απαρέγκλιτα τα κυριαρχικά της δικαιώματα και την ίδια στιγμή εργάζεται για τον διάλογο, τη συνεργασία και την επίλυση οιασδήποτε διαφοράς βάσει του διεθνούς δικαίου. Ο Πρωθυπουργός οφείλει να το αναγνωρίσει και κυρίως να συνειδητοποιήσει την κρισιμότητα των στιγμών και να αφήσει τα “προεδρικά καλλιστεία”. Να επισπεύσει την επανεκλογή Παυλόπουλου με μεγάλη πλειοψηφία και αμέσως μετά να ζητήσει τη σύγκληση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών υπό τον επανεκλεγέντα Πρόεδρο για να συμφωνήσουμε πάνω στις βασικές γραμμές της εθνικής στρατηγικής απέναντι στην Τουρκία», υπογραμμίζει ο Αλέξης Τσίπρας.
Αναφερόμενος στην πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ εξέφρασε την έντονη ανησυχία του για τις πρόσφατες εξελίξεις.
«Σαφώς οι εξελίξεις είναι ανησυχητικές. Μετά το πραξικόπημα του 2016, αντί η Τουρκία να επανέλθει πιο δυναμικά στη θετική ευρωτουρκική ατζέντα της περιόδου 2015-2016, στην οποία συνεισέφερε καθοριστικά η Ελλάδα, αναβάθμισε την επιθετικότητά της σε όλα τα μέτωπα», επισημαίνει ο Αλέξης Τσίπρας.
«Θεωρώ ότι σήμερα βρισκόμαστε σε μια νέα φάση στην περιοχή, όπου η Τουρκία προσπαθεί να αναβαθμίσει τον ρόλο της σε τρία παράλληλα μέτωπα: στο συριακό, στο λιβυκό και στην Ανατολική Μεσόγειο – με την προώθηση της επικίνδυνης θεωρίας της “Γαλάζιας Πατρίδας”. Δυστυχώς, ο Τούρκος πρόεδρος αισθάνεται ότι ο κρίσιμος ρόλος της Τουρκίας στα πρώτα δύο, κυρίως σε συνεργασία με τον αμερικανό πρόεδρο, του δίνει ελευθέρας για το τρίτο. Και δυστυχώς, επίσης, η στάση που τήρησε η κυβέρνηση Μητσοτάκη τους προηγούμενους μήνες τού έδωσε την αίσθηση ότι μπορούσε να κινηθεί με μεγαλύτερη άνεση».
Ερωτώμενος για την πιθανότητα εκδήλωσης ενός «θερμού» επεισοδίου με την Τουρκία, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ απαντά: «Η εκπεφρασμένη κοινή θέση όλων των πολιτικών δυνάμεων της Ελλάδας είναι σαφής: η χώρα μας δεν θα ανεχθεί οιαδήποτε προσπάθεια αμφισβήτησης των κυριαρχικών της δικαιωμάτων. Στο πλαίσιο αυτό, θεωρώ ότι μέρος μιας κοινής εθνικής στρατηγικής είναι η στήριξη των Ενόπλων Δυνάμεων. Εξ ου και ο ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε υπέρ για τον αμυντικό προϋπολογισμό, αλλά και το σχετικό άρθρο του νομοσχεδίου για τον εκσυγχρονισμό των αεροσκαφών Mirage και F-16 – μια συζήτηση που υπενθυμίζω ότι διαρκούσε πολλά χρόνια και έκλεισε, επιτέλους, κατά τη συνάντησή μου με τον πρόεδρο Τραμπ το 2017».
«Ως πατριωτική δύναμη ευθύνης στηρίζουμε κάθε καθαρή και συγκροτημένη προσπάθεια ενίσχυσης των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, κάθε προσπάθεια για εφαρμογή της Δήλωσης ΕΕ – Τουρκίας με σεβασμό στο διεθνές δίκαιο, τη διεθνοποίηση της καταγγελίας της παράνομης Συμφωνίας Τουρκίας – Λιβύης, τους ανοιχτούς διαύλους με τη γείτονα, τον διάλογο για ΜΟΕ, καθώς και την ανάγκη να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για επανέναρξη των διερευνητικών επαφών και – αν αποτύχουν – προσφυγή στο Δικαστήριο της Χάγης για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Την ίδια στιγμή, όμως, περιμένουμε ξεκάθαρα βήματα από την κυβέρνηση στην κατεύθυνση μιας σοβαρής εθνικής στρατηγικής», δηλώνει ο Αλέξης Τσίπρας.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ τοποθετείται και στο θέμα της δημόσιας ασφάλειας, κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι επικεντρώνεται αποκλειστικά στο ζήτημα των Εξαρχείων, παραβλέποντας σημαντικές παθογένειες που αφορούν στην πραγματική ασφάλεια και προστασία των πολιτών.
«Δεν σας κάνει εντύπωση που όλη η συζήτηση περί δημόσιας τάξης δεν κάνει καθόλου λόγο για τις συμμορίες των εμπόρων ναρκωτικών; Για τα κυκλώματα του trafficking; Για τις κάθε είδους μαφίες και τους κάθε είδους “προστάτες”; Για τους εγκληματίες του λευκού κολάρου; Αλλά περιστρέφεται συνεχώς μόνο γύρω από τα Εξάρχεια, τους αναρχικούς, τις καταλήψεις, τις απεργίες κ.λπ.; Και προς τα εκεί στρέφονται σχεδόν αποκλειστικά και οι ενέργειες της Αστυνομίας; Δεν ξέρω ποια είναι η άποψη κάποιων ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, όπως λέτε, αλλά ακόμη και εμένα αν ρωτούσαν αν θέλω τάξη και ασφάλεια, προφανώς “ναι” θα απαντούσα. Το αίτημα για ασφάλεια δεν είναι όμως το διαβατήριο για τον αυταρχισμό και την καταστολή των δημοκρατικών δικαιωμάτων των πολιτών. Και σε κάθε περίπτωση δεν θα χαρίσουμε την έννοια της ασφάλειας στη συντήρηση. Η ασφάλεια των πολιτών είναι μια έννοια προοδευτική, γιατί χωρίς ασφάλεια δεν υπάρχει δημοκρατία και δικαιοσύνη. Ασφάλεια στη γειτονιά, αλλά και στην εργασία. Στην καθημερινότητα, αλλά και στην υγειονομική περίθαλψη στη μετά την εργασία περίοδο της ζωής. Το οξύμωρο, λοιπόν, εδώ είναι ότι η σημερινή κυβέρνηση μιλάει για ασφάλεια ενώ ακολουθεί μια πολιτική που οδηγεί μεγάλο μέρος των πολιτών στην ανασφάλεια. Ταυτίζουν το νόμο με τον αστυνόμο, όπως πατροπαράδοτα έκανε η Δεξιά στον τόπο μας. Η υπόθεση Ινδαρέ, όμως, έδειξε πού οδηγεί αυτή η λογική. Και φαντάζομαι, θα οδήγησε πολλούς πραγματικά φιλελεύθερους, που στήριξαν τη ΝΔ πιστεύοντας ότι δεν θα παίζουν και τόσο σοβαρό ρόλο οι ακραίοι δεξιοί του κόμματος, να αισθάνονται εξαιρετικά άβολα», λέει ο Αλέξης Τσίπρας.
«Εκσυγχρονισμός στη χώρα χρειάζεται σε παρά πολλούς τομείς. Χρειάζεται εκσυγχρονισμός, ώστε οι βαρόνοι της διαπλοκής να μην επιβάλλουν την άποψή τους στην πολιτική εξουσία. Χρειάζεται επίσης νομιμότητα, ώστε να μην αλλάζει ο νόμος εν μιά νυκτί για να διοριστεί ο άνθρωπος του κ. Μητσοτάκη διοικητής της ΕΥΠ. Χρειάζεται δικαιοσύνη, ώστε να μη βλέπουμε σοβαρές υποθέσεις κακουργηματικού χαρακτήρα να τραβάνε σε τόσο βάθος χρόνου, ώστε τελικά να παραγράφονται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Χρειάζεται κοινωνική ευαισθησία, ώστε να μη θεσμοθετείται από την πρώτη μέρα της νέας κυβέρνησης η εργασιακή ζούγκλα και να ξηλώνονται ένα προς ένα όλα τα επιτεύγματα υπέρ των εργαζομένων. Ολα αυτά και άλλα τόσα, ναι, χρειάζονται. Και όταν η απεργία, ή και η διαδήλωση, είναι το έσχατο μέσο στη διαπραγμάτευση των εργαζομένων για καλύτερες αμοιβές και συνθήκες δουλειάς, τότε, αν εννοούμε όσα λέμε για δικαιοσύνη και νομιμότητα, θα έπρεπε το δικαίωμα στην απεργία και στη διαδήλωση να θεωρείται ιερό και εκ των ων ουκ άνευ. Και οι όποιες αλλαγές, αν κριθούν αναγκαίες, πρώτον να γίνονται με συναίνεση και δεύτερον να τείνουν στη μεγαλύτερη ελευθερία της διαμαρτυρίας και όχι στον περιορισμό της. Από εκεί και πέρα, και η αίσθηση ευθύνης των συνδικάτων, ώστε να έχουν με το μέρος τους και όχι απέναντί τους την κοινωνία, επίσης χρειάζεται, αν θέλουν οι αγώνες τους να είναι αποτελεσματικοί», επισημαίνει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ.
«Οσο κυβερνούσε ο ΣΥΡΙΖΑ και η Μόρια είχε 4.000 άτομα, για τη συντριπτική πλειοψηφία των ΜΜΕ στη χώρα ήταν μια ντροπή και μια πληγή που έπρεπε να κλείσει. Τώρα που κυβερνάει η ΝΔ και η Μόρια έχει φθάσει να έχει 19.000 άτομα, είναι απλά Κυριακή και αύριο Δευτέρα. Ακούστε, το Προσφυγικό δεν είναι μια εύκολη υπόθεση και προφανώς δεν είναι πρόσφορο θέμα για πολιτική αντιπαράθεση. Ωστόσο και εδώ, όπως και στα εθνικά θέματα, η ΝΔ βρίσκεται ενώπιον του κακού, λαϊκίστικου, προεκλογικού εαυτού της. Μας είπαν ότι για το Προσφυγικό φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ. Μόλις εξελέγησαν, μας είπαν πως φταίει η γεωπολιτική κρίση. Και κατήργησαν το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, άλλαξαν πέντε διαδοχικά υπεύθυνους υπουργούς, για να καταλήξουν να συστήσουν ουσιαστικά πάλι το υπουργείο, με στρατιωτικοποιημένη όμως άτυπη δομή υπό τον υφυπουργό Αμυνας. Οι ίδιοι που φώναζαν πως η μετεγκατάσταση προσφύγων και μεταναστών από τα νησιά δεν είναι λύση και έσπειραν τη μισαλλοδοξία στην ελληνική κοινωνία λέγοντας πως τους πρόσφυγες τους φέρνει ο ΣΥΡΙΖΑ, τώρα εκλιπαρούν τους δημάρχους και τους περιφερειάρχες τους να αποδεχθούν μετεγκαταστάσεις. Και πρέπει προφανώς να τις αποδεχθούν γιατί οι κραυγές και η προσπάθεια να πετάξει ο ένας το μπαλάκι στον άλλον δεν είναι λύση απέναντι σε ένα πρόβλημα που δεν έχει εύκολες λύσεις», αναφέρει σχετικά ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ.
Σε ερώτηση εάν πιστεύει ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα κατορθώσει να πιάσει το στόχο της μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων κάτω από το 3,5% του ΑΕΠ, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης απαντά ως εξής:
«Ο κ. Μητσοτάκης υποχρέωσε τη χώρα από τις 7 Ιουλίου σε αύξηση του στόχου των πλεονασμάτων. Ενώ μιλούσε για μείωσή τους προεκλογικά, αρνήθηκε ακόμη και να συζητήσει τη μείωση που πέτυχε η προηγούμενη κυβέρνηση στο 2,5% αξιοποιώντας μέρος των 37 δισ. του “μαξιλαριού” με την ανακοίνωση δημιουργίας ειδικού καταπιστευτικού λογαριασμού. Με αυτόν τον τρόπο στέρησε από την οικονομία και τα χαμηλά και μεσαία στρώματα τόσο τα περιθώρια για ενίσχυση της αναπτυξιακής πορείας, όσο και μία σειρά από μέτρα άμεσης ελάφρυνσης, όπως η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης – και όχι η υπόσχεση για αόριστη μείωση μέσα στο 2020 χωρίς σχετική εγγραφή στον Προϋπολογισμό –, η μείωση της προκαταβολής φόρου στο 50% και η περαιτέρω μείωση του ΦΠΑ στο 11%, για τα οποία είχαμε δεσμευτεί. Επομένως, με ρωτάτε εάν ο κ. Μητσοτάκης θα κερδίσει το 2020 κάτι που μόνος του απεμπόλησε το 2019».
«Η εκτίμησή μου είναι πως δυστυχώς δεν θα υπάρξουν περιθώρια, γιατί η ανάπτυξη δεν θα απογειωθεί ούτε στο 4% που υποσχέθηκαν, ούτε στο 2,8% που προϋπολόγισαν. Και γιατί οι μπουλντόζες στο Ελληνικό και η επενδυτική έκρηξη είναι ακόμη – 6 μήνες μετά τις εκλογές – στα καλοφτιαγμένα προεκλογικά τους φυλλάδια, αλλά όχι στην πραγματική ζωή», λέει ο Αλέξης Τσίπρας.
Σε άλλο σημείο της συνέντευξής του αναφέρει: «Η πρώτη φορά Αριστερά, και μάλιστα σε συνθήκες χρεοκοπίας, δεν ήταν μια απλή υπόθεση. Ηταν μια πρωτόγνωρη και ιστορική πολιτική εξέλιξη. Ο απολογισμός της, λοιπόν, δεν μπορεί να γίνει στο πόδι. Θα είναι μια διαδικασία συλλογικής κριτικής, αυτοκριτικής και μελέτης για τα λάθη και τα σωστά, τις δυνατότητες και τις αδυναμίες. Ενας πρώτος απολογισμός φυσικά και έχει γίνει. Και στα όργανα του κόμματος, και στη δημόσια συζήτηση, και στις εκτιμήσεις μας για το εκλογικό αποτέλεσμα. Από αυτόν έχει προκύψει και η ανάγκη διεύρυνσης και ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο, μπροστά μας βρίσκεται το Συνέδριο του κόμματος, αλλά και το Διεθνές Συνέδριο, με εκπροσώπους από όλα σχεδόν τα κόμματα και τα ρεύματα της Αριστεράς, της Σοσιαλδημοκρατίας, των Πρασίνων, με στόχο να αποτιμήσουμε συλλογικά την κυβερνητική εμπειρία και να βγάλουμε χρήσιμα συμπεράσματα για το μέλλον». Και στην ερώτηση αν παραδέχεται ότι έγιναν λάθη τονίζει:
«Λάθη δεν κάνει μόνο όποιος δεν τολμά. Και λάθη λοιπόν κάναμε, και αδυναμίες είχαμε. Εχει νόημα να τα εντοπίσουμε, όχι για να κάνουμε μετάνοιες, αλλά για να τα διορθώσουμε και να μην τα επαναλάβουμε την επόμενη φορά. Υπό αυτή την έννοια μπορεί να έχω μετανιώσει για πολλές επιλογές, αλλά όχι για τη βασική επιλογή να αναλάβουμε το ρίσκο και την ευθύνη να βγάλουμε τη χώρα από τη βαθιά χαράδρα της χρεοκοπίας. Να λερώσουμε τα χέρια μας για να ξελασπώσουμε το μέλλον».
Σε ο,τι αφορά την ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλέξης Τσίπρας υπογραμμίζει ότι αυτή θα γίνει «με όλους όσοι κατανοούν την ιστορική και όχι συγκυριακή ανάγκη του εγχειρήματος».
Στην ερώτηση ότι ασκείται από τους «53+» και όχι μόνο κριτική για την έλευση στον ΣΥΡΙΖΑ επιγόνων του Σημίτη, του Αρσένη, του Τσοχατζόπουλου, ο κ. Τσίπρας δεν διστάζει να κάνει λόγο για καχυποψίας «εκτός πραγματικότητας» και «υποβολιμιαίες».
Απαντά χαρακτηριστικά: «Και οι φόβοι και οι καχυποψίες δικαιολογούνται, όσο υπερβολικές, εκτός πραγματικότητας, κάποτε και υποβολιμαίες, κι αν είναι οι απόψεις περί “πασοκοποίησης”. Βαδίζουμε σε έναν νέο δρόμο, ή μάλλον ανοίγουμε έναν νέο δρόμο, που και κινδύνους και παγίδες κρύβει. Αλλά: αν είναι ανάγκη, και όλοι συμφωνούμε ότι είναι, να αντιστοιχίσουμε το κόμμα με την εκλογική και κοινωνική του βάση, τότε πρέπει να ξεπεράσουμε φόβους και καχυποψίες».
Στα όσα αναφέρει στη συνέντευξή του ο Αλέξης Τσίπρας, απάντησε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας:
«Ο κ. Τσίπρας – και με την τελευταία του συνέντευξη – αποδεικνύει ότι παραμένει κολλημένος στο χθες.
Αναφορικά με την πρότασή του για ενημέρωση των πολιτικών αρχηγών, παραβιάζει ανοιχτές θύρες, καθώς ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ήδη προαναγγείλει ότι θα τους ενημερώσει για τα εθνικά θέματα και τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες αμέσως μετά την επιστροφή του από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και τη συνάντησή του με τον Πρόεδρο Ντ. Τράμπ.
Το αύριο δεν μπορεί να περιμένει τον κ. Τσίπρα. Ούτε η Ελλάδα. Όλοι μαζί, ενωμένοι, προχωράμε μπροστά για να κάνουμε τη ζωή των Ελλήνων καλύτερη»