«Η σκευωρία Novartis είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που έχουν αντιμετωπίσει οι δημοκρατικοί και δικαιοκρατικοί θεσμοί τα τελευταία τριάντα χρόνια», επισημαίνει -μεταξύ άλλων- σε συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής» ο Ευάγγελος Βενιζέλος.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος χαρακτηρίζει την «σκευωρία της Novartis” ως τη μεγαλύτερη πρόκληση που έχουν αντιμετωπίσει οι δημοκρατικοί και δικαιοκρατικοί θεσμοί τα τελευταία τριάντα χρόνια. Όπως αναφέρει, «το μεγάλο ζήτημα δεν είναι η χυδαία προσβολή σε βάρος εμβληματικών πολιτικών προσώπων που αγωνίστηκαν να σταθεί η χώρα όρθια μέσα στην κρίση. Το μεγάλο ζήτημα είναι η εμπλοκή της Δικαιοσύνης που έχει καταστεί θύμα και όμηρος της σκευωρίας αυτής και οφείλει να αποκαταστήσει το κύρος και την αξιοπιστία της».
Κληθείς να σχολιάσει την απόρριψη εξαίρεσης που είχε υποβάλει ο Ανδρέας Λοβέρδος κατά της Ελένης Τουλουπάκη από το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ανέφερει ότι «ενώ διεξάγεται προκαταρκτική εξέταση από την Κοινοβουλευτική Επιτροπή για μια σειρά αδικημάτων, με κορυφαίο την κατάχρηση εξουσίας, διενεργούνται απολύτως συναφείς ποινικές προκαταρκτικές εξετάσεις τόσο στο επίπεδο της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου όσο και στο επίπεδο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, ενώ η υπόθεση που επαναδιαβιβάστηκε στη Δικαιοσύνη κατά παραβίαση του Συντάγματος, με ωμή πολιτική απόφαση της πλειοψηφίας της προηγούμενης Βουλής, εξακολουθεί να εκκρεμεί για τρία πολιτικά πρόσωπα στην Εισαγγελία Διαφθοράς ωσάν να μη συμβαίνει τίποτα στη Βουλή».
Και προσθέτει πως αυτό γίνεται «χωρίς να τίθεται το κορυφαίο ζήτημα της δικαιοδοσίας και ενώ οι ελέγχοντες ελέγχονται άμεσα ή έμμεσα σε πολλαπλές ποινικές προδικασίες» και διευκρίνισε ότι «η Βουλή αντιμετώπισε το θέμα της ασυλίας του κ. Λοβέρδου ως ζήτημα προσωπικής του ευθιξίας και ευαισθησίας και ήρε την ασυλία του επειδή το ζήτησε».
Μάλιστα, επισημαίνει ότι «η Βουλή όφειλε όμως και οφείλει να αποκαταστήσει τη δικονομική τάξη και να διαφυλάξει τη διαδικασία της προκαταρκτικής εξέτασης που διεξάγει η Επιτροπή της από όσους θέλουν να την υπονομεύσουν ή να την προκαταλάβουν» και συμπλήρωσε πως εδώ «κρίνεται η ικανότητα της σημερινής Βουλής να αποκαταστήσει το κύρος των θεσμών. Χωρίς ρεβανσισμούς, με αμιγώς δικανικά κριτήρια, αλλά με σοβαρότητα και αίσθηση του τι συμβαίνει σε όλα τα επίπεδα».