«Επιεικώς αρνητική έκπληξη», η οποία εγείρει «σοβαρά ερωτήματα στη δημοκρατική κοινή γνώμη της χώρας» χαρακτηρίζει ο τέως πρόεδρος της Βουλής, Νίκος Βούτσης, την επιχειρηματολογία του εισαγγελέα της έδρας, «που επί της ουσίας», όπως λέει, «ζητά την αθώωση της Χρυσής Αυγής».
Σε άρθρο του στην εφημερίδα «Τα Νέα Σαββατοκύριακο», ο κ. Βούτσης σημειώνει πως «πολλοί συμπολίτες μας που δε γνώριζαν το παραπεμπτικό και την ουσία αυτής της υπόθεσης, διαμαρτύρονταν εύλογα για την μεγάλη διάρκεια, 4,5 χρόνια, αυτής της δίκης».
«Είχαν δοθεί όμως, έγκαιρα και έγκυρα, από παράγοντες της δίκης, οι αναγκαίες εξηγήσεις που έπεισαν την κοινή γνώμη για το ότι, πέραν της καθυστέρησης που υπήρξε για διαδικαστικούς λόγους, ήταν η ίδια η ουσία της από κοινού εκδίκασης πολύ σοβαρών εγκληματικών ενεργειών στο πλαίσιο μιας συνολικής διαδικασίας που τεκμηριώνει και πιστοποιεί το βασικό κατηγορητήριο για τη λειτουργία της ηγεσίας της ως εγκληματικής οργάνωσης», σημειώνει ο Νίκος Βούτσης.
Όπως επισημαίνει ο τέως πρόεδρος της Βουλής, κατά τις πολύωρες συνεδριάσεις του δικαστηρίου «κατετέθησαν σωρεία εγγράφων και αποδεικτικών στοιχείων και υπήρξαν καταθέσεις επώνυμων και άλλων μαρτύρων που προσέδωσαν κύρος και επιχειρήματα στο βασικό κατηγορητήριο».
Ωστόσο, όπως αναφέρει, «η ανάγνωση και μόνο της αναλυτικής πρότασης της εισαγγελικής έδρας δημιουργεί την εντύπωση της πλήρους αγνόησης όλων των βασικών ενδείξεων και αποδείξεων που ισχυροποιούν το κατηγορητήριο, δημιουργεί ακόμα και την αίσθηση της αποδοχής του βασικού υπερασπιστικού, για την ηγεσία της Χρυσής Αυγής, αφηγήματος με βάση το οποίο η δολοφονία του Παύλου Φύσσα αποτέλεσε μια αποκομμένη, εγκληματική ενέργεια του δολοφόνου του από οποιαδήποτε ευρύτερη ευθύνη. Όπως επίσης και ότι όλες οι υπόλοιπες εγκληματικές επιθέσεις αποτελούσαν συμβάντα επίσης μεμονωμένα και χωρίς τη διάσταση της επικινδυνότητας για ανθρωποκτονία».
«Ταυτόχρονα, όχι μόνο αγνοείται, αλλά αποδομείται κιόλας το χρονικό και η ουσία της λειτουργίας της οργάνωσης με την αυστηρή πειθάρχηση προς τον «αρχηγό», ενώ θεωρούνται αβάσιμες έως και αναξιόπιστες, όλες οι μαρτυρίες των προστατευμένων μαρτύρων που ήταν μέσα από τα ίδια τα σπλάχνα της οργάνωσης! Βεβαίως, η απόφαση του δικαστηρίου θα ληφθεί μετά και τις αγορεύσεις των δικηγόρων στις αρχές του νέου έτους και η απόφαση αυτή μπορεί να κινηθεί προφανώς σε διαφορετική κατεύθυνση από την εισαγγελική πρόταση», υποστηρίζει ο τέως πρόεδρος της Βουλής.
Επιμένει πως «δεν μπορούμε να σιωπούμε, εν αναμονή και με τον δέοντα και επιβεβλημένο σεβασμό για τη δικαιοσύνη και την ανεξαρτησία των λειτουργών της. Γιατί είναι σαφές ότι η ίδια η εισαγγελική πρόταση, θεμελιώνει και ενδεχομένως θα οικοδομήσει μια νέα νομιμοποιητική βάση για την ίδια την υπόσταση, την ηγεσία και την πολιτική παρουσία της ΧΑ στο πολιτικό σύστημα και στη χώρα».
Ο Νίκος Βούτσης υπογραμμίζει, εξάλλου, τις ρατσιστικές και ξενοφοβικές τάσεις που αναπτύσσονται και «βλαστάνουν» στην Ε.Ε., ενώ αναφέρεται και στο πώς αυτές επηρεάζουν το προσφυγικό ζήτημα, ιδίως στην Ελλάδα.
«Στη χώρα μας δε, με υπαρκτό και ιδιαίτερα σημαίνον το ζήτημα των προσφυγικών-μεταναστευτικών ροών και των ξενοφοβικών αντιδράσεων που αναπτύσσονται έτσι κι αλλιώς σε εθνικιστικούς κύκλους, είναι σαφές ότι μια ενδεχόμενη νέα νομιμοποίηση της οργανωμένης φασιστικής βίας θα αποτελέσει θρυαλλίδα για να πολλαπλασιαστούν οι εστίες και τα κρούσματα, που ήδη προ ετών είχαμε ζήσει και καταγράψει και τα οποία ποτίζαν φόβο και διχασμό στην κοινωνία μέχρι και το Σεπτέμβρη του ’13 που η δολοφονία ενός Έλληνα, του Παύλου Φύσσα, οδήγησε στην αναγνώριση αυτού καθαυτού του μείζονος προβλήματος, που πλέον είχε πάρει και τις πολιτικές διαστάσεις και την πολιτική διαμεσολάβηση και έκφρασή του με λαϊκή ψήφο, σε τέσσερις συνεχείς, έκτοτε, Περιόδους της Βουλής. Γι’ αυτό θεωρώ ότι η σιωπή προφανώς δεν είναι “χρυσός”. Ευελπιστώ το 2020 να μην αποτελέσει τη χρονιά για ουσιαστικό πισωγύρισμα στην ελληνική κοινωνία και ενδεχομένως στην πολιτική ζωή του τόπου», επισημαίνει ο Νίκος Βούτσης.
Και καταλήγει: «Η πολιτική απομάκρυνση, από τα έδρανα της βουλής, του κόμματος και της ηγεσίας της Χρυσής Αυγής, με το οριακό αποτέλεσμα των πρόσφατων εθνικών εκλογών, προφανώς δεν αρκεί για την ιστορική περιθωριοποίηση, την αποδόμηση και την ηθική απαξίωση της ναζιστικής ιδεολογίας και των βίαιων εγκληματικών πράξεων, που αυτή διαχρονικά τροφοδοτεί. Ας μην αναρωτηθούν ξανά όσοι σιωπούν ή και φέρονται πολιτικάντικα μέσα στο ευρύ δημοκρατικό πολιτικό τόξο στο αμέσως προσεχές μέλλον για το «για ποιoν χτυπάει η καμπάνα»».