Η απειλή εργατικών κινητοποιήσεων στην Ισπανία αναδεικνύει τον ευρύτερο κίνδυνο από τα συνεχιζόμενα προβλήματα του υψηλού κόστους ζωής στην Ευρώπη, τα οποία θα διατηρήσουν την πιθανότητα κοινωνικών αναταραχών σε υψηλά επίπεδα στα τέλη του 2022 και τις αρχές του 2023, ανοίγοντας την πόρτα σε επιπλέον εργατικές και κοινωνικές κινητοποιήσεις.
Στις 22 Αυγούστου, ο γενικός γραμματέας της Γενικής Ενωσης Εργαζομένων (UGT) της Ισπανίας, Πέπε Αλβαρεζ, δήλωσε ότι «θα υπάρξουν μεγάλες διαδηλώσεις από τον Σεπτέμβριο», εκτός εάν τα συνδικάτα καταλήξουν σε συμφωνία με τον ιδιωτικό τομέα για την αύξηση των μισθών σε ολόκληρη τη χώρα. Σύμφωνα με τον Αλβαρεζ, η UGT θα προσπαθήσει να συντονίσει τις διαμαρτυρίες και τις απεργίες με άλλα συνδικάτα. Ενώ ο πληθωρισμός στην Ισπανία έφτασε το 10,8% σε ετήσια βάση τον Ιούλιο, οι μισθοί αυξήθηκαν κατά μέσο όρο μόνο κατά λιγότερο από 3% κατά την ίδια περίοδο, γεγονός που εξηγεί γιατί τα συνδικάτα πιέζουν για έναν νέο γύρο μισθολογικών διαπραγματεύσεων με την κυβέρνηση και τις ιδιωτικές εταιρίες. Η Ισπανία δεν είναι η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που βρίσκεται σε αυτήν την κατάσταση, και μάλιστα πολλές απεργίες έχουν πραγματοποιηθεί σε ολόκληρη την ήπειρο τους τελευταίους μήνες λόγω της συνεχιζόμενης κρίσης από την αύξηση του κόστους ζωής.
ΤΟΥΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΥΣ ΜΗΝΕΣ, ο πληθωρισμός αυξήθηκε σημαντικά σε ολόκληρη την Ευρώπη, λόγω του συνδυασμού της συμφόρησης στην αλυσίδα εφοδιασμού, της αύξησης των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων και της έλλειψης εργατικού δυναμικού σε ορισμένους τομείς της οικονομίας. Ο μέσος πληθωρισμός στην ευρωζώνη ανήλθε σε 8,9% τον Ιούλιο, από 8,6% τον Ιούνιο, λόγω κυρίως της αύξησης του κόστους της ενέργειας. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο πληθωρισμός έφθασε το 10,1% τον Ιούλιο, το υψηλότερο ποσοστό των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών, επίσης, κυρίως, λόγω του ενεργειακού κόστους. Τον Ιούνιο, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) προειδοποίησε ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει «πολύ υψηλός» στην ευρωζώνη για το υπόλοιπο του έτους, ενώ η Τράπεζα της Αγγλίας (BoE) προέβλεψε τον Αύγουστο ότι ο πληθωρισμός στο Ηνωμένο Βασίλειο θα μπορούσε να ξεπεράσει το 13% τον Οκτώβριο. Οι προβλέψεις ιδιωτικών τραπεζών και άλλων ιδρυμάτων δείχνουν ότι ο πληθωρισμός και στις δύο περιοχές θα είναι στην πραγματικότητα υψηλότερος από αυτό που προβλέπουν σήμερα η ΕΚΤ και η BoE. Από τον Ιούνιο, οι εργαζόμενοι σε τομείς όπως οι αερομεταφορές, οι σιδηρόδρομοι και τα λιμάνια έχουν προχωρήσει σε απεργία σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Ιταλία, το Βέλγιο και η Ισπανία, διεκδικώντας υψηλότερους μισθούς.
ΛΟΓΩ ΤΩΝ ΑΝΤΙΚΡΟΥΟΜΕΝΩΝ στόχων τους, οι κυβερνήσεις, τα συνδικάτα και οι επιχειρήσεις θα μπορούσαν να δυσκολευτούν να καταλήξουν σε μισθολογικές συμφωνίες, δημιουργώντας έτσι πρόσφορο έδαφος για απεργίες και διαμαρτυρίες κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου και του χειμώνα. Οι διαπραγματεύσεις για τους μισθούς θα αποκτήσουν δυναμική σε όλη την Ευρώπη στα τέλη του 2022 και τις αρχές του 2023, αλλά οι συμφωνίες ενδεχομένως να είναι μη εφικτές. Τα συνδικάτα θα επιμείνουν σε μια στενότερη σύνδεση μεταξύ των ρυθμών πληθωρισμού και των μισθολογικών αυξήσεων. Οι κυβερνήσεις θα επιδιώξουν μια ισορροπία μεταξύ της πίεσης για μέτριες αυξήσεις στους μισθούς στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα (για να μετριάσουν την κοινωνική αναταραχή), ενώ παράλληλα θα προσπαθήσουν να αποτρέψουν σημαντικές αυξήσεις μισθών από το να τροφοδοτήσουν περαιτέρω τον πληθωρισμό. Οι εταιρίες, από την πλευρά τους, θα είναι απρόθυμες να προσφέρουν σημαντικές αυξήσεις μισθών σε μια περίοδο επιβράδυνσης της οικονομικής ανάπτυξης και της εκτεταμένης αβεβαιότητας.
ΤΟΝ ΙΟΥΛΙΟ, ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (έρευνα για την εμπιστοσύνη στην οικονομία μεταξύ των επιχειρήσεων στους τομείς της βιομηχανίας και των υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Ενωσης) υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Ιανουάριο του 2021. Καθώς συνεχίζεται η γεωπολιτική αβεβαιότητα που σχετίζεται με τον πόλεμο στην Ουκρανία, η απαισιοδοξία για το μέλλον της οικονομίας θα κάνει τις επιχειρήσεις σε ολόκληρη την ήπειρο πιο απρόθυμες να ενδώσουν στις απαιτήσεις των συνδικάτων για υψηλότερους μισθούς, ιδίως βραχυπρόθεσμα.
ΟΙ ΔΙΑΔΗΛΩΤΕΣ που ζητούν υψηλότερους μισθούς είναι πιθανό να αποκλείσουν τους δρόμους, γεγονός που θα μπορούσε να διαταράξει περαιτέρω τις αλυσίδες εφοδιασμού στους βιομηχανικούς τομείς και τους τομείς υπηρεσιών της Ευρώπης, εμποδίζοντας τη μετακίνηση αγαθών και ανθρώπων. Οι εργασιακές διαταραχές που προκαλούνται από τις απεργίες θα μπορούσαν, επίσης, να επιβραδύνουν περαιτέρω την οικονομική δραστηριότητα, ιδίως εάν διαρκούν αρκετές ημέρες. Στο μεταξύ, τα πολιτικά κόμματα της αντιπολίτευσης και οι λαϊκές οργανώσεις σε όλη την Ευρώπη θα χρησιμοποιήσουν την κρίση του κόστους ζωής για να προσπαθήσουν να αποσταθεροποιήσουν τις κυβερνήσεις, γεγονός που θα τροφοδοτήσει περαιτέρω τον κίνδυνο τέτοιων διαδηλώσεων. Σε αυτό το πλαίσιο, πολλές κυβερνήσεις θα θεσπίσουν επιδοτήσεις και άλλα σχήματα παροχής βοήθειας για να αμβλύνουν τις επιπτώσεις της αύξησης των τιμών στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Αυτό όμως θα γίνει εις βάρος των υψηλότερων δημόσιων δαπανών, οι οποίες, σε πολλές περιπτώσεις, θα οδηγήσουν τις κυβερνήσεις σε αύξηση των φόρων (ιδίως για τις μεγάλες εταιρίες) για να αυξήσουν τα κρατικά έσοδα. Ορισμένες κυβερνήσεις ενδέχεται, επίσης, να αυξήσουν τον δανεισμό από τις αγορές χρέους, ο οποίος θα γίνεται όλο και πιο ακριβός, καθώς η ΕΚΤ συνεχίζει να σφίγγει τη νομισματική της πολιτική.