Τους δύο τρομοκράτες που έχουν καταγραφεί από κάμερες ασφαλείας στην οδό Σταδίου να τοποθετούν τη βόμβα απέναντι από το υπουργείο Εργασίας, προσπαθεί να ταυτοποιήσει η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία, που ερευνά την υπόθεση, στελέχη της οποίας δεν αποκλείουν να υπήρχε και ομάδα υποστήριξης στους γύρω δρόμους.
Ο ένας από τους δύο φέρεται να κουβαλούσε την τσάντα με τον ισχυρό εκρηκτικό μηχανισμό. Την τοποθέτησε στο κάγκελο έξω από υποκατάστημα τράπεζας, το οποίο είναι κλειστό λόγω ανακαίνισης, απέναντι από το υπουργείο Εργασίας, στην συμβολή των οδών Σταδίου και Πεσμαζόγλου. Στη συνέχεια βρήκε τον συνεργό του και διέφυγαν προς άγνωστη κατεύθυνση, πιθανόν με μοτοσικλέτα. Ένας εκ των τρομοκρατών τηλεφωνεί 48 λεπτά μετά τα μεσάνυχτα στην Εφημερίδα των Συντακτών και ενημερώνει για την τοποθέτηση της βόμβας στο υπουργείο Εργασίας απέναντι στην Alpha Bank. Στο σημείο φτάνουν περιπολικά και αποκλείουν την περιοχή. Στις 01:03 ο τρομοκράτης ενημερώνει και τον τηλεοπτικό σταθμό OPEN.
Στις 01:29 όντως εκρήγνυται η βόμβα και προκαλούνται ζημιές στις τζαμαρίες του υπουργείου και καταστημάτων. Αστυνομικοί των Εγκληματολογικών και της Αντιτρομοκρατικής συλλέγουν υπολείμματα για την έρευνα τους. Όπως ανέφεραν σύμφωνα με την ΕΡΤ αξιωματικοί που χειρίζονται την υπόθεση, δεν περιμένουν πολλά από τα βιντεοληπτικά υλικά. Οι δράστες είχαν πάρει τα μέτρα τους ως προς την κάλυψη των χαρακτηριστικών τους και απλά αποτυπώνονται σκιές. Αυτό όμως που έχει σημασία από την ανάλυση των βιντεοληπτικών υλικών, είναι η χαρτογράφηση της διαφυγής τους, που θα μπορούσε σταδιακά και από την συνεχιζόμενη έρευνα να τους φανερώσει ένα πιθανό κρησφύγετο.
Τα εγκληματολογικά Εργαστήρια αναμένουν τις απαντήσεις από τα δείγματα που ελήφθησαν από το σημείο. Η έκρηξη ουσιαστικά εξαΰλωσε τον εκρηκτικό μηχανισμό, ωστόσο οι έμπειροι αξιωματικοί της Αντιτρομοκρατικής γνωρίζουν, πως η έρευνα βασίζεται σε μεγάλο βαθμό, όχι μόνο σε στοιχεία που τυχόν έχουν αφήσει πίσω τους οι δράστες, αλλά και στην ίδια την μέθοδο που ακολούθησαν.
Τα σενάρια που εξετάζει η Αντιτρομοκρατική
Με τα νέα τρομοκρατικά χτυπήματα έχει μοιραία επιστρέψει η ανησυχία για την αναβίωση της εγχώριας τρομοκρατίας. Η αποτυχημένη επίθεση τον προηγούμενο Δεκέμβριο στην έδρα των ΜΑΤ στο Γουδί, ήταν το πρώτο σημάδι που κινητοποίησε την Αντιτρομοκρατική. Έμπειροι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. ποτέ δεν θεώρησαν ότι «είχαν τελειώσει» μαζί της και φαίνεται να επιβεβαιώνονται από αυτόν τον νέο γύρο χτυπημάτων, με υπαρκτό τον φόβο και νέων επιθέσεων. Και αυτό γιατί στη βομβιστική επίθεση στη Σταδίου η πρωτοεμφανιζόμενη οργάνωση «Επαναστατική Ταξική Αυτοάμυνα» δεν έχει ακόμα στείλει κείμενο με τις θέσεις της οργάνωσης, κάτι που παραδοσιακά συμβαίνει όταν ολοκληρώνεται ένας κύκλος επιθέσεων.
Οι έρευνες εστιάζονται στις τρομοκρατικές ομάδες που έδρασαν στο παρελθόν και δεν εξαρθρώθηκαν, απλώς ανέστειλαν τη δράση τους τα τελευταία τουλάχιστον 5 χρόνια. Η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία μέσω της λογικής των συγκοινωνούντων δοχείων, ψάχνει τη σύνδεση, ώστε να οδηγηθεί στους παλιούς της τρομοκρατίας και στους νέους που έχουν στρατολογηθεί και εκπαιδευτεί. Πρακτικά η Αντιτρομοκρατική δεν συνδέει τις επιθέσεις αυτές μεταξύ τους, όμως υπάρχουν κάποια κοινά με το παρελθόν. Η επιλογή του διπλού εκρηκτικού στο Γουδί ήταν κάτι που είχαν δει οι Αρχές και από την δράση της Ομάδας Λαϊκών Αγωνιστών (Ο.Λ.Α.) και από τον «Επαναστατικό Αγώνα». Όπως και το χτύπημα στο υπουργείο Εργασίας που στο παρελθόν είχε αποπειραθεί να «χτυπήσει» και η Ο.Λ.Α. τον Δεκέμβριο του 2016, όμως η βόμβα είχε τότε εξουδετερωθεί από πυροτεχνουργούς των ΤΕΕΜ. Για την συγκεκριμένη οργάνωση είχαν γίνει τρεις συλλήψεις στο Κουκάκι το 2020, εκ των οποίων οι δύο αφέθηκαν ελεύθεροι.