Τα πρόσωπα των εννέα συλληφθέντων που κατηγορούνται για πρόκληση θανατηφόρου ναυαγίου στη Πύλο και σύσταση εγκληματικής οργάνωσης δόθηκαν στη δημοσιότητα. Όλοι τους αντιμετωπίζουν «βαρύ» κατηγορητήριο για την τραγωδία με τους δεκάδες νεκρούς
Το πλοίο έφυγε από το Τομπρούκ της Λιβύης με προορισμό την Ιταλία, ωστόσο βυθίστηκε στο βαθύτερο σημείο της Μεσογείου, σε βάθος 5.000 μέτρων.
Στο μεταξύ, οι Αρχές συλλέγουν συνεχώς νέα στοιχεία για τη δράση των εννέα Αιγυπτίων συλληφθέντων. Μάλιστα, από το υπουργείο Ναυτιλίας, επιβεβαιώνεται ότι ένας εκ των συλληφθέντων ομολόγησε πως είναι διακινητής. Περιέγραψε μάλιστα τι προηγήθηκε του απόπλου από την Αίγυπτο και τι ακολούθησε επάνω στο αλιευτικό μέχρι τη στιγμή της βύθισης του σκάφους. Αντίθετα, οι υπόλοιποι εφτά αρνούνται ότι είναι μέλη του κυκλώματος διακίνησης και επιμένουν ότι δεν έχουν καμία ανάμειξη με την υπόθεση.
Παράλληλα στα κρατητήρια του Λιμεναρχείου Καλαμάτας θα παραμείνουν έως τη Δευτέρα οι 8 από τους 9 κατηγορούμενους διακινητές. Ο 9ος νοσηλεύεται, φρουρούμενος. Είναι όλοι τους Αιγύπτιοι, από 20 έως 40 ετών. Αντιμετωπίζουν ανάμεσα σε άλλα, τα κακουργήματα της πρόκλησης ναυαγίου και της εγκληματικής οργάνωσης. Πήραν προθεσμία και θα απολογηθούν τη Δευτέρα.
Αποκαλυπτική κατάθεση επιζώντα – «Έδωσα 4.000 δολάρια για να πάω στην Ιταλία»
Ένα παλιό ψαράδικο που μετέφερε πολύ περισσότερους ανθρώπους από όσους χωρούσε ήταν το μοιραίο που βυθίστηκε τα ξημερώματα της Τετάρτης ανοιχτά της Πύλου, όπως προκύπτει από την κατάθεση επιζώντα του ναυαγίου.
Ο άνδρας, ένας Παλαιστίνιος 24 ετών, περιγράφει πώς πλήρωσε 4.000 δολάρια για το ταξίδι για την Ιταλία, πώς οι διακινητές τους στοίβαξαν σε ένα παλιό πλοίο και τι συνέβη τη στιγμή του ναυαγίου.
«Πριν εφτά μήνες έφυγα από τη Συρία και από εκεί πήγα στην Αίγυπτο. Εκεί έμεινα τρεις μήνες. Τον Φλεβάρη πήγα στο Τομπρούκ Λιβύης. Πλήρωσα 4.000 δολάρια να πάω από Λιβύη στην Ιταλία.
Στις 8 ή 9 Ιουνίου με φορτηγό και με άλλα περίπου εκατό άτομα πήγα σε μια παραλία στο Τομπρούκ. Εκεί υπήρχε ένα μικρό σκάφος και περίπου σε πενηντάδες πηγαίναμε σε ένα μεγαλύτερο που βρισκόταν εκεί. Το σκάφος αυτό ήταν χρώματος μπλε και ήταν παλιό ψαράδικο. Εκεί υπήρχαν κάποια άτομα που φαινόταν ξεκάθαρα ότι έκαναν κουμάντο στο σκάφος. Κάποιοι από αυτούς ταξίδεψαν μαζί μας και κάποια άλλα έφυγαν».
Όπως ανέφερε πάνω στο πλοίο ήταν εκατοντάδες άνθρωποι ενώ το ταξίδι συνεχίζονταν μέσα σε προβλήματα.
«Ξεκινήσαμε το ταξίδι με περίπου εφτακόσια άτομα, τα οποία ήταν πάρα πολλά για το μέγεθος του. Μετά από δύο ημέρες μείναμε από φαγητό και νερό. Αφού ταξιδέψαμε συνολικά πέντε ημέρες φωνάξαμε ένα πλοίο να μας πετάξει λίγα νερά. Την νύχτα της δεύτερης ημέρας χάλαγε συνέχεια η μηχανή του σκάφους την φτιάχνανε και ξαναχάλαγε», λέει.
Για το ναυάγιο αναφέρει: «Άκουσα από το δορυφορικό κανάλι να καλεί ένα μεγάλο πλοίο σημαίας DELAWARE το δικό μας σκάφος και να ρωτάει αν χρειαζόμαστε βοήθεια και ο καπετάνιος ο δικός μας είπε όχι. Το σκάφος ξαφνικά γύρισε από την μια μεριά γιατί είχε περισσότερο κόσμο από αυτή τη μεριά, μπήκαν νερά σε αυτό και βυθιζόταν σιγά σιγά.
Όσα άτομα ήμασταν στο πάνω κατάστρωμα πέσαμε στη θάλασσα. Διακόσια άτομα περίπου στο σύνολο. Οι υπόλοιποι έμειναν στο σκάφος και αυτό βυθιζόταν. Στην περιοχή βρισκόταν δύο μεγάλα πλοία και ένα θαλαμηγό μεγάλο που μας μάζεψε και μας έφερε εδώ».
Ο μετανάστης αναγνώρισε δύο από τους χειριστές του σκάφους, με τον έναν να είναι αυτός που έδινε οδηγίες και έκανε παρέα με τον καπετάνιο.