Οργισμένος εμφανίζεται ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, μετά την αναγνώριση από τη Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ της Γενοκτονίας των Αρμενίων.
Αντιδρώντας στο ψήφισμα ο Ερντογάν άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να μη μεταβεί στην Ουάσινγκτον για να συναντηθεί με τον Ντόναλντ Τραμπ στις 13 Νοεμβρίου. «Δεν ξέρω, θα το σκεφτώ, δεν έχω αποφασίσει ακόμη, έχω πολλά ερωτηματικά», ανέφερε χαρακτηριστικά απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου.
Αυτή ήταν η τελευταία από μια σειρά οργισμένων αντιδράσεων από τούρκους αξιωματούχους. Ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου, σε μια υψηλών τόνων ανάρτηση στο Twitter να αναφέρει:
«Εκείνοι τα σχέδια των οποίων ματαιώθηκαν στρέφονται σε αραχνιασμένες αποφάσεις. Οι κύκλοι που πιστεύουν ότι θα πάρουν εκδίκηση με αυτόν τον τρόπο κάνουν λάθος. Αυτή η επονείδιστη απόφαση εκείνων που εκμεταλλεύονται την ιστορία για πολιτικούς σκοπούς είναι άκυρη για την κυβέρνηση και τον λαό μας».
Στη συνέχεια, προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, σήμερα το πρωί η Τουρκία κάλεσε για εξηγήσεις τον Αμερικανό πρεσβευτή και για τα δύο ψηφίσματα. Οργισμένη ανακοίνωση είχε εκδόσει και το υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας. Στην ανακοίνωσή του το τουρκικό ΥΠΕΞ επισημαίνει επίσης ότι το ψήφισμα αυτό αντίκειται στη διμερή συμφωνία της Ουάσινγκτον και της Άγκυρας τη 17η Οκτωβρίου για την κήρυξη κατάπαυσης του πυρός, η οποία ανέστειλε την τουρκική στρατιωτική επιχείρηση. Ακόμη, καλεί την κυβέρνηση των ΗΠΑ να λάβει μέτρα για να αποφευχθούν κινήσεις οι οποίες θα βλάψουν περαιτέρω τους διμερείς δεσμούς.
Σημειώνεται πως η γενοκτονία των Αρμενίων αναγνωρίζεται επίσημα από περίπου τριάντα χώρες αλλά και από μεγάλο μέρος της κοινότητας των ιστορικών. Κατά εκτιμήσεις, από 1,2 ως 1,5 εκατ. Αρμένιοι σφαγιάστηκαν εν μέσω του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου από τα στρατεύματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που είχε συμμαχήσει τότε με τη Γερμανία και την Αυστροουγγαρία.
Η Τουρκία αρνείται τη χρήση του όρου «γενοκτονία», διατείνεται πως διαπράττονταν σφαγές εκατέρωθεν εν μέσω εμφυλίου πολέμου και λιμού με εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς και στα δύο στρατόπεδα.
Τα επόμενα βήματα
Υπενθυμίζεται ότι το ψήφισμα στηρίχθηκε από 405 μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων με μόλις 11 να καταψηφίζουν. Το ψήφισμα που αναγνωρίζει τις μαζικές σφαγές των Αρμενίων ως γενοκτονία αποτελεί μια απόφαση με συμβολικό, αλλά ιστορικό χαρακτήρα, η οποία θεωρείτο βέβαιο ότι θα αναζωπυρώσει την ένταση στις σχέσεις ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και την Άγκυρα.
Η συνέχεια αναμένεται να δοθεί στη Γερουσία, όπου έχει κατατεθεί ένα σχεδόν πανομοιότυπο ψήφισμα (S. Res. 150). Τη στήριξη του στην αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων είχε εκφράσει ο γερουσιαστής Τεντ Κρουζ λίγο πριν την προγραμματισμένη ψηφοφορία στην Ολομέλεια της Βουλής. «Καλώ τους συναδέλφους μου στη Γερουσία να εξετάσουν αμέσως και να υποστηρίξουν ένα ψήφισμα που παρουσίασα με τον Γερουσιαστή Μενεντέζ για να αναγνωρίσουμε επίσημα την Αρμενική Γενοκτονία και να απορρίψουμε όλες τις μορφές άρνησης», είχε επισημάνει χαρακτηριστικά.
Εκτός από την αρμενική διασπορά, για το συγκεκριμένο ψήφισμα είχαν ενεργοποιηθεί και οι ελληνικές, εβραϊκές και χριστιανικές οργανώσεις. Αντιθέτως, η τουρκική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον, οι τουρκοαμερικανικές οργανώσεις και οι εταιρείες λόμπι, που εργάζονται για την Άγκυρα, είχαν προσπαθήσει χωρίς αποτέλεσμα να μπλοκάρουν το ψήφισμα πριν κατατεθεί προς έγκριση στην Ολομέλεια της Βουλής.
Από την πλευρά του, ο βουλευτής Άνταμ Σιφ, ο οποίος μαζί με τον Ρεπουμπλικάνο Γκας Μπιλιράκη εισήγαγε το δικομματικό ψήφισμα, είχε τονίσει ότι «αυτή είναι μια στιγμή που έχει προετοιμαστεί εδώ και πολλά χρόνια. Είμαι ευγνώμων για την ακούραστη υπεράσπιση πολλών που επέμειναν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν πρέπει ποτέ να είναι μέρος της άρνησης της Αρμενικής Γενοκτονίας».
Στο ίδιο μήκος κύματος είχε κινηθεί και η πρόεδρος της αμερικανικής Βουλής, Νάνσι Πελόσι, η οποία είχε δηλώσει ότι «η βαρβαρότητα που διαπράχθηκε εναντίον του λαού της Αρμενίας ήταν γενοκτονία. Πρέπει να την αναγνωρίσουμε».