slider, ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

«Το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ ζήτησε από τη Ρωσία να τυπώσει δραχμές» αποκάλυψε ο Στουρνάρας!

Στο πώς η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε λόγω της «ανερμάτιστης» διαπραγμάτευσης του πρώτου εξαμήνου του 2015, να «φλέρταρει επικίνδυνα με την επιστροφή στη δραχμή» αποκάλυψε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας.

Μιλώντας σήμερα στην παρουσίαση του βιβλίου «Η Τελευταία Μπλόφα» των Ελένης Βαρβιτσιώτη και Βικτώριας Δενδρινού ο κεντρικός τραπεζίτης ανέλυσε μέσα από γεγονότα το πώς η έλευση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ αύξησε την αβεβαιότητα και οδήγησε σε απώλεια της εμπιστοσύνης, που είχε η χώρα καταφέρει να κερδίσει με πολύ κόπο ως τα τέλη του 2014.

Ο κ. Στουρνάρας αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στο πώς το 2015 η ελληνική κυβέρνηση είχε υποβάλει αίτημα στη ρωσική για την εκτύπωση δραχμών, επειδή δεν διέθετε τις κατάλληλες εγκαταστάσεις για να το κάνει, κάτι που οδήγησε τον Ρώσο πρόεδρο Πούτιν να ενημερώσει τον πρόεδρο Ολάντ: Για τα γεγονότα αυτά ο κ. Στουρνάρας δήλωσε τα εξής:

«Επιτρέψτε μου στο σημείο αυτό μία δική μου προσθήκη που αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Έχει να κάνει με το τηλεφώνημα που δέχτηκε στις 6 Ιουλίου 2015, μία ημέρα ακριβώς μετά το ελληνικό δημοψήφισμα, ο τότε πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ από τον Ρώσο ομόλογό του Βλαντίμιρ Πούτιν. Σύμφωνα με όσα αναφέρουν στο βιβλίο τους με τίτλο «Ένας πρόεδρος δεν έπρεπε να πει κάτι τέτοιο…» («Un président ne devrait pas dire ça…», εκδόσεις Stock, 2016) οι Γάλλοι δημοσιογράφοι Ζεράρ Νταβέ και Φαμπρίς Λομ, ο Ρώσος πρόεδρος εκμυστηρεύτηκε στον τότε πρόεδρο Ολάντ ότι η ελληνική κυβέρνηση είχε υποβάλει αίτημα στη ρωσική για την εκτύπωση δραχμών, επειδή δεν διέθετε τις κατάλληλες εγκαταστάσεις για να το κάνει. Ο Πούτιν έκρινε σε εκείνη τη συγκυρία ότι όφειλε να ενημερώσει γι΄αυτό το θέμα τον Ολάντ, ενώ η τύχη της Ελλάδος κρεμόταν από μία κλωστή και βρισκόμασταν λίγες μέρες πριν από τη συμφωνία της 12ης Ιουλίου. Ο Πούτιν διευκρίνισε βέβαια στον Ολάντ ότι η Ρωσία δεν επιθυμούσε να εμπλακεί σε κάτι τέτοιο».

Ο κ. Στουρνάρας παρέθεσε αυτούσιο το απόσπασμα από το βιβλίο σε ελληνική μετάφραση:

«Εκείνο το βράδυ της Πέμπτης 9 Ιουλίου 2015, ο Φρανσουά Ολάντ ήταν εξομολογητικός. Μας διηγείται μια εκπληκτική ιστορία. «Ο Βλαντιμίρ Πούτιν», μας λέει τον «κάλεσε μυστηριωδώς», τρεις μέρες νωρίτερα, στις 6 Ιουλίου, την επομένη του δημοψηφίσματος που είχε διοργανώσει και κερδίσει ο Τσίπρας, για να του «δώσει μια πληροφορία». Γεμάτος περιέργεια, ο Ολάντ, μας μεταφέρει τη συζήτηση του με τον οικοδεσπότη του Κρεμλίνου. – Πούτιν: «Πρέπει να σου δώσω μια πληροφορία, για να μην υπάρχει παρεξήγηση ανάμεσά μας….» – Ναι, κανένα πρόβλημα, πες μου, απαντά ο Ολάντ, πολύ περίεργος… – Η Ελλάδα μας ζήτησε να τυπώσει δραχμές στην Ρωσία, γιατί δεν έχουν, πια, εκτυπωτικές μηχανές για να το κάνουν, επιβεβαιώνει ο Πούτιν. Απόδειξη ότι η ελληνική ηγεσία, εκείνη τη χρονική στιγμή, εξέταζε καλά το ενδεχόμενο να φύγουν από την Ευρώπη, και κατά συνέπεια να ξανασυνδεθούν με το ιστορικό τους νόμισμα. – «Τι τους απάντησες;» ρωτά ο Ολάντ – Απάντησα ότι θα μπορούσαμε να το κάνουμε, αλλά εσύ τι σκέφτεσαι;- «Είναι ένα κυρίαρχο κράτος η Ελλάδα, αν έβγαινε από τη ζώνη ευρώ, θα χρειαστεί χαρτονομίσματα, δεν θα με σόκαρε αν η Ρωσία το έκανε, θα απαντούσε έτσι σε ένα αίτημα», αυτοσχεδιάζει ο Ολάντ, όλο και περισσότερο αιφνιδιασμένος. – «’Ηθελα να σου δώσω αυτή την πληροφορία, για να καταλάβεις καλά ότι δεν είναι καθόλου αυτή η πρόθεσή μας» καταλήγει ο Πούτιν, πριν κλείσει το τηλέφωνο. Περίεργο, αυτό το τηλεφώνημα, ο Πούτιν δεν αφήνει τίποτα στην τύχη. Τι μήνυμα ήθελε να περάσει; «Αναρωτήθηκα γιατί μου το είπε αυτό» αναρωτιέται ο Ολάντ, μπροστά μας. «Ίσως για να μην θεωρηθεί υπεύθυνος ότι έσπρωξε την Ελλάδα εκτός της ζώνης ευρώ, και επίσης για να μου πει ότι αυτό ήταν ένας κίνδυνος και έπρεπε να γίνουν τα πάντα για να αποφευχθεί.» Ο Ολάντ ήταν σίγουρος ότι αν ο Πούτιν έκανε αυτήν την εντυπωσιακή κίνηση προς το μέρος του, «ήταν με καλή πρόθεση». «Εξάλλου, την κράτησα για τον εαυτό μου». Τέλος πάντων, όχι εντελώς. Η αποκάλυψη αυτή των δυο Γάλλων δημοσιογράφων σε ένα βιβλίο τους που δημοσιεύθηκε το 2016 με περιεχόμενο συνομιλίες που είχαν με τον τέως Πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας Φρανσουά Ολάντ, και το οποίο δημοσιεύτηκε με τη συναίνεσή του, είναι ενδεικτική του χάους και πανικού που επικρατούσε στην Ελλάδα τις δύσκολες εκείνες μέρες και του αδιεξόδου στο οποίο βρέθηκε η χώρα εκείνο το καλοκαίρι. Προσθέτει επίσης ακόμα μία ένδειξη, στις τόσες άλλες που διαθέταμε τότε, ότι η κυβέρνηση, αντιμέτωπη με τα αδιέξοδά της ανερμάτιστης διαπραγμάτευσης του πρώτου εξαμήνου του 2015, φλέρταρε επικίνδυνα με την επιστροφή στη δραχμή. Η συμφωνία της 12ης Ιουλίου 2015, με την ευρεία συναίνεση που διαμορφώθηκε στη Βουλή των Ελλήνων, ανέκοψε τη δυσμενή και αβέβαιη πορεία της οικονομίας κατά το πρώτο εξάμηνο εκείνης της χρονιάς. Για να κερδηθεί όμως ξανά η εμπιστοσύνη προς την Ελλάδα απαιτήθηκε πολύς κόπος, μεγάλο κόστος και πολύς χρόνος. Και δυστυχώς η συνέχεια, που είμαι βέβαιος ότι θα αποτελέσει το περιεχόμενο ενός άλλου συναρπαστικού βιβλίου, μας επεφύλαξε ακόμα μεγαλύτερες και πιο δυσάρεστες εκπλήξεις, που μόλις τώρα αρχίζουν να γίνονται ευρύτερα γνωστές, αφού τα γεγονότα αυτά εκτυλίχθηκαν κυρίως στο παρασκήνιο. Διότι κατά την τότε κυβέρνηση, η συμφωνία της 12ης Ιουλίου 2015 ήταν μία ήττα, μία υποχώρηση από αυτά που πρέσβευε και έπραττε μέχρι τότε. ‘Έπρεπε λοιπόν με κάθε τρόπο, αυτή η ήττα και αυτή η υποχώρηση να αντισταθμιστούν από κάτι άλλο. Και αυτό το κάτι άλλο ήταν η στοχοποίηση, με τρόπο εξωθεσμικό και φρικτό, που δεν χαρακτηρίζει το κράτος δικαίου ενός πολιτισμένου κράτους, των πολιτικών αντιπάλων της κυβέρνησης και γενικά προσώπων που δεν ήταν διατεθειμένα να παραβούν το καθήκον τους και να καταλύσουν την ανεξαρτησία των θεσμών που υπηρετούν. Και για να γίνει η πίεση στα πρόσωπα αυτά ακόμα μεγαλύτερη, η στοχοποίηση συμπεριέλαβε και μέλη της οικογένειάς τους, κάτι το οποίο δεν έχει προηγούμενο σε πολιτισμένα κράτη. Δεν θα πω όμως περισσότερα γι’ αυτό, μιας και η Βουλή των Ελλήνων και η Δικαιοσύνη, έχουν ήδη αναλάβει την διερεύνηση των υποθέσεων αυτών. Είμαι βέβαιος ότι τόσο οι βουλευτές που έχουν επιφορτιστεί με το έργο αυτό, όσο και οι λειτουργοί της Δικαιοσύνης, θα ρίξουν άπλετο φως και θα αποκαλύψουν τους φυσικούς και ηθικούς αυτουργούς καθώς και τους συνεργούς αυτών των αποτρόπαιων πράξεων ώστε να αποδοθεί δικαιοσύνη και να αποκατασταθεί το κύρος των θεσμών».