Τον Αλέξη Τσίπρα και τον Δημήτρη Παπαγγελόπουλο καταγγέλλει ο πρώην πρωθυπουργός, Αντώνης Σαμαράς για τη υπόθεση Novartis, όπως προκύπτει στην πολυσέλιδη κατάθεση- υπόμνημα προς τον Άρειο Πάγο.
Σύμφωνα με την κατάθεση του κ. Σαμαρά που δημοσιεύει το dikastiko.gr, υπάρχει «ευθεία σύνδεση μεταξύ των Εισαγγελέων Διαφθοράς και των κκ Τσίπρα και Παπαγγελόπουλου. Όλες οι ενέργειες των Εισαγγελέων ήταν προσχεδιασμένες και σε πλήρη γνώση και καθ’ υπόδειξη των τελευταίων: ο κ. Τσίπρας αποφάσισε και παρήγγειλε την κατασκευή της σκευωρίας, ο κ. Παπαγγελόπουλος, λόγω των ιδιοτήτων του, μερίμνησε ως «Ρασπούτιν» για την υλοποίησή της υποδεικνύοντας ενέργειες στην ευνοούμενή του Εισαγγελέα Διαφθοράς, βρέθηκαν οι πρόθυμοι μάρτυρες που κατέθεταν ό,τι κατά την εκάστοτε πολιτική συγκυρία εξυπηρετούσε τους μικροπολιτικούς σχεδιασμούς του κ. Τσίπρα». Σύμφωνα με τον πρώην πρωθυπουργό, όλα αυτά δημοσιεύονταν σε συγκεκριμένα έντυπα του φιλοκυβερνητικού Τύπου.
Αναλυτικά η κατάθεση του πρώην πρωθυπουργού:
«ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΚΟΥ Ε. ΖΑΧΑΡΗ ΥΠΟΜΝΗΜΑ Αντώνη Κ. Σαμαρά, Βουλευτή Μεσσηνίας, πρώην Πρωθυπουργού της Ελλάδος Αθήνα, 10 Σεπτεμβρίου 2019 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Καλούμαι ενώπιόν Σας για να καταθέσω επί της υποβληθείσας στις 15.02.2018 και υπό στοιχεία ΑΒΜ: 2018/252 Μήνυσης- Έγκλησής μου, υπό την ιδιότητά μου ως παθόντος και πολιτικώς ενάγοντος, έχοντας ήδη δηλώσει την παράσταση πολιτικής αγωγής αρμοδίως και σύμφωνα με τις απαιτήσεις και προϋποθέσεις του νόμου. Η κλήση μου αποκαθιστά την παγιωμένη πρακτική των εισαγγελικών αρχών με βάση τους ορισμούς του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Σηματοδοτεί την επιστροφή στην εφαρμογή και ισχύ του Κράτους Δικαίου, κατά τις συνταγματικές επιταγές, που εξασφαλίζει σε κάθε Έλληνα πολίτη το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη και κατοχυρώνει τη δυνατότητα ελέγχου ακόμα και των λειτουργών της Δικαιοσύνης, για την παραβίαση των νομίμων καθηκόντων τους. Έχοντας ο ίδιος υποστεί πολυεπίπεδη και διαρκή ηθική βλάβη από τις παράνομες ενέργειες των προσώπων που έδρασαν ως συμμορία, εργαλειοποιώντας τη Δικαιοσύνη και κατασκευάζοντας και συντηρώντας ποινικές διαδικασίες επί τη βάσει ψευδών και προσχεδιασμένων καταθέσεων, προσέφυγα αρμοδίως στη Δικαιοσύνη, εκθέτοντας συγκεκριμένα και στοιχειοθετημένα τις αξιόποινες πράξεις ενός εκάστου. Ειδικότερα εξέθεσα τις παράνομες ενέργειες των τριών Εισαγγελέων, οι οποίες παραβίασαν κατά τρόπο απαράδεκτο όλες τις συναφείς δικονομικές προβλέψεις, που έχουν τεθεί για την ασφάλεια της διαδικασίας και την προστασία του ελεγχόμενου από την δικαστική αυθαιρεσία. Οι ενέργειες αυτές δεν ήταν τυχαίες ούτε μπορούν να αποδοθούν σε στιγμιαία αβλεψία: αποτέλεσαν μέρος μίας πολύμηνης προσπάθειας ποινικοποίησης της πολιτικής ζωής της Χώρας στο ανώτατο επίπεδο, κατονομάζοντας 2 πρώην πρωθυπουργούς, έναν πρώην Αντιπρόεδρο Κυβέρνησης και πλείονες πρώην Υπουργούς ανεπιφύλακτα ως κοινούς ποινικούς δράστες αυτού που αμέσως και εντελώς αμετροεπώς χαρακτηρίσθηκε ως το «μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως του Ελληνικού Κράτους», επί τη βάσει σκοτεινών μεθοδεύσεων, ψευδών καταθέσεων και χαλκευμένων κατηγοριών, για να εξυπηρετήσουν τον κ. Τσίπρα στις μικροπολιτικές του σκοπιμότητες.
Μετά την πάροδο 19 ολόκληρων μηνών από την, κατά τη συνήθη διαδικασία, υποβολή της Εγκλήσεώς μου, καλούμαι πρώτη φορά να καταθέσω, αν και έπρεπε να έχω κληθεί αμέσως μετά την χρέωση της Εγκλήσεώς μου στον αρμόδιο Εισαγγελέα, όπως συμβαίνει σε οποιονδήποτε πολίτη υποβάλλει Έγκληση απευθυνόμενος στην Δικαιοσύνη της Χώρας. Εντούτοις, πριν την πρόσφατη ανάσυρσή της υπό το φως των νέων στοιχείων που είδαν μάλιστα τη δημοσιότητα, η Έγκλησή μου ετέθη στο αρχείο χωρίς να έχει προηγηθεί καν εξέτασή μου και μάλιστα επί της ουσίας, άνευ αναφοράς οποιασδήποτε αιτιολογίας.
Το διάστημα αυτό ήταν αρκετό για να πέσουν οι μάσκες και να αποκαλυφθούν πλέον τα πάντα: – ο επιβλέπων, τότε, Εισαγγελικός λειτουργός κ. Ι. Αγγελής, με αλλεπάλληλες Αναφορές του εκθέτει ανεπανόρθωτα νομικά αλλά και ηθικά τις παράνομες μεθοδεύσεις των τριών Εισαγγελέων Διαφθοράς, εκθέτοντας ανήκουστα περιστατικά και αναδεικνύοντας τον ρόλο του «Ρασπούτιν», του προσώπου εξουσίας που κινούσε τα νήματα για να καταστρωθεί και να υλοποιηθεί το παράνομο σχέδιο με εκτελεστές τους Εισαγγελείς – προστατευόμενοι μάρτυρες καταφεύγουν σε δημόσιες καταγγελίες κατά των Εισαγγελέων για τις παράνομες πιέσεις που δέχθηκαν για να συνεργήσουν με τις καταθέσεις τους στην στοχοποίησή μου – αποκαλύπτονται τα πρόσωπα και οι ιδιότητες των μαρτύρων, στους οποίους εντελώς παράνομα και αδικαιολόγητα αποδόθηκε όψιμα το καθεστώς προνομιακής προστασίας, χωρίς να τυγχάνουν των σχετικών προϋποθέσεων – ο Τύπος, ηλεκτρονικός και έντυπος, βοά από τις αποκαλύψεις των εισαγγελικών παράνομων μεθοδεύσεων, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, αποκαλύπτοντας λεπτομέρειες και περιστατικά απολύτως επιβαρυντικά και επιβεβαιωτικά βαρύτατων ευθυνών.
Δυστυχώς, χρειάστηκε να περάσει αδικαιολόγητα μεγάλο χρονικό διάστημα για να ξεκινήσει η σοβαρή έρευνα των καταγγελλομένων πράξεων των τριών Εισαγγελέων Διαφθοράς. Κατά περίεργο τρόπο, φαίνεται ότι υφίστατο άνωθεν προστασία των Εισαγγελέων Διαφθοράς, με διεκπεραιωτική απλώς αρχειοθέτηση κάθε σχετικής καταγγελίας και χωρίς να έχει προηγηθεί οποιαδήποτε ουσιώδη έρευνα. Αυτό το πλέγμα προστασίας επέτρεψε την διατήρηση μέχρι πρόσφατα του παρανόμου καθεστώτος της νομικής και πολιτικής ομηρίας, αφού ο υποτιθέμενος έλεγχος της αστείας αυτής, στο συγκεκριμένο πλαίσιο, και κατασκευασμένης υποθέσεως συνεχιζόταν επί μήνες, αν και δεν υπήρχε οποιοδήποτε σοβαρό στοιχείο που να το δικαιολογεί. 18 ολόκληρους μήνες αργότερα εξεδόθη, όπως έπρεπε να έχει γίνει εξ αρχής, η υπ’ αρ.8588/09.08.2019 Διάταξη του κ. Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου περί αρχειοθέτησης της υπόθεσης ως προς το πρόσωπό μου, με την οποία δόθηκε τέλος σε αυτήν την προσπάθεια δημιουργίας τεχνητών συνθηκών για την παράνομη επιδίωξη δικαστικής μου εμπλοκής. Η εκδοθείσα Διάταξη έχει δικονομική και ουσιαστική σημασία, θεμελιώνοντας τεκμήριο ψεύδους για κάθε εις βάρος μου μαρτυρική κατάθεση. Τα ίδια όμως τα αναφερόμενα σε αυτήν εκθέτουν ακόμα περισσότερο τους αρμόδιους και υπόλογους Εισαγγελείς, αφού εκεί δεν αναφέρεται οποιοδήποτε στοιχείο που να υποδεικνύει την διενέργεια έρευνας με υποστατά αποτελέσματα τέτοια που να δικαιολογούν την διατήρηση της δικογραφίας σε εκκρεμότητα για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, σε ό,τι με αφορά, τουναντίον δε αποκρύπτονται συγκεκριμένες έρευνες η έκβαση των οποίων αμέσως και αναντίρρητα διέψευδε κάθε σκηνοθετημένη κατηγορία.
Είναι τυχαίο γεγονός άραγε ότι η Εισαγγελία Διαφθοράς, ενώ ήδη από τον Απρίλιο του 2019 είχε αποκαλυφθεί η έλλειψη οποιουδήποτε στοιχείου εναντίον μου και είχε προαναγγελθεί η αρχειοθέτηση της υπόθεσης, δεν εξέδωσε τη σχετική Διάταξη, παρά μόνο όταν το κόμμα του κου Τσίπρα ηττήθηκε στις εκλογές; Μόνο τότε, υπό τη γενική αποδοκιμασία που προκαλούσαν οι αποκαλύψεις για το πώς στήθηκε η σκευωρία, οι εγκαλούμενοι Εισαγγελείς σύρθηκαν μετά από 18 μήνες στο να κάνουν το ελάχιστο οφειλόμενο, σε μία ιστορία που γνώριζαν καλά ότι ήταν κατασκευασμένη και μετά από συνεχείς προσπάθειες τόσων μηνών δεν κατάφεραν να βρουν το παραμικρό σοβαρό στοιχείο για να τη συντηρήσουν.
Με αυτά τα δεδομένα, αναδεικνύονται οι παράνομες ενέργειες των ελεγχομένων από Εσάς Εισαγγελέων, όπως έχω εκθέσει ήδη στην προαναφερθείσα Έγκλησή μου και στις οποίες θα αναφερθώ και ακολούθως. Ακόμα περισσότερο όμως, το παρελθόν χρονικό διάστημα έδωσε τη δυνατότητα σύνδεσης των συγκεκριμένων Εισαγγελέων και των παράνομων ενεργειών τους με τα συγκεκριμένα πολιτικά πρόσωπα που κατονόμασα στην Έγκλησή μου, στη βάση, τόσο των συγκεκριμένων πλέον καταγγελιών για τον ρόλο του «Ρασπούτιν», όσο και της επανειλημμένης και απροσχημάτιστης πολιτικής εκμετάλλευσης της τεχνητής και παράνομης ποινικής εκκρεμότητας από τον πρώην Πρωθυπουργό, χωρίς καμμία επιφύλαξη, αλλά με τέτοια ένταση και τέτοιο περιεχόμενο που προσέβαλαν πλήρως το διεθνώς κατοχυρωμένο τεκμήριο αθωότητας και το αναφαίρετο δικαιοκρατικό δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, αναδεικνύοντας παράλληλα ευθέως και τον ίδιο τον κ. Τσίπρα που έκανε τόση και τέτοια χρήση διά των αναφορών του στην απαράδεκτη και παράνομη αυτή διαδικασία ως κατεξοχήν ωφελούμενο και συνδεόμενο με την παρανομία ως υποκινητή της.
ΙΙ. ΠΟΙΟΣ ΩΦΕΛΕΙΤΑΙ: ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΚΑΤΑΧΡΗΣΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ Οι ενέργειες των εγκαλουμένων εισαγγελικών λειτουργών, εξυπηρετούσαν συγκεκριμένες πολιτικές σκοπιμότητες. Αυτό είναι το μόνο συμπέρασμα που μπορεί να εξαχθεί από την ευρεία, εκτενή κι επανειλημμένη χρήση της εκκρεμούς κατασκευασμένης υποθέσεως για τη δημιουργία εντυπώσεων. Σε όλες τις μηνυόμενες πράξεις των ανωτέρω εισαγγελικών λειτουργών και των προστατευόμενων ψευδομαρτύρων, ιθύνων νους είναι ο τέως Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος, από κοινού με τον εκτελεστικό του βραχίονα, τέως Αναπληρωτή Υπουργό Δικαιοσύνης Παπαγγελόπουλο, αρμόδιο για θέματα διαφθοράς, εξύφαναν το σχέδιο της απόπειρας πολιτικής μου εξόντωσης, χρησιμοποιώντας τους εν λόγω εισαγγελικούς λειτουργούς ως πειθήνια όργανα των ανόμων στοχεύσεών τους. Η ευθεία σύνδεση της Εισαγγελίας Διαφθοράς με την εφημερίδα DOCUMENTO, η οποία διέθετε σταθερά και σε κάθε φύλλο κυκλοφορίας της εκτενή χώρο για την κυβερνητική προπαγάνδα, διαθέτοντας όχι μόνο αποκλειστική και προνομιακή πληροφόρηση για όσα γίνονταν αλλά και για όσα επρόκειτο να γίνουν, φτάνοντας στο σημείο να προαναγγείλει εμπλοκή Υπουργών και Πρωθυπουργού και να δημοσιεύει το τι επρόκειτο να καταθέσει μετά από 2 ημέρες προστατευόμενος ψευδομάρτυρας (!) είναι αδιαμφισβήτητη. Από μεγάλη σειρά σχετικών δημοσιευμάτων, σε 3 ειδικότερα αξίζει μνεία, αφού είναι κρίσιμα για την εξαγωγή συμπερασμάτων: – Το δημοσίευμα της 8.1.2017, με το οποίο προαναγγέλλεται η εμπλοκή όχι μόνο Υπουργών αλλά και πρώην Πρωθυπουργού, σε χρόνο που δεν υφίστανται καν οι ψευδείς καταθέσεις που δόθηκαν σχεδόν έναν χρόνο αργότερα (ΣΧΕΤΙΚΟ 1)! – Το δημοσίευμα της 04.02.2018 με το οποίο προδημοσιεύεται κατά παγκόσμια πρωτοτυπία η κατάθεση που θα έδινε 2 ημέρες αργότερα δήθεν αυθορμήτως η προστατευόμενη μάρτυρας Κελέση τη νύχτα μετά το μεγάλο συλλαλητήριο κατά της Κυβέρνησης για το Μακεδονικό (ΣΧΕΤΙΚΟ 2)! – Το δημοσίευμα της 11.11.2018 με το οποίο διατυπώνεται ευθεία απειλή σε προστατευόμενο μάρτυρα να συμμορφωθεί και να τα πει καλά, γιατί αλλιώς θα ακολουθήσουν διώξεις, όπερ και εγένετο (ΣΧΕΤΙΚΟ 3).
Είναι απαράδεκτη και παράνομη ούτως ή άλλως η διαρροή πληροφοριών για οποιαδήποτε εκκρεμή έρευνα από την ίδια την Εισαγγελία, για θέματα που συνιστούν προστατευόμενα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα των ελεγχομένων προκαταρκτικά. Πώς διέθετε η εφημερίδα DOCUMENTO σταθερά αυτήν την πληροφόρηση; Ποιος υπεδείκνυε το τι έπρεπε να γραφτεί και πώς να παρουσιαστεί; Είχε μήπως ο κ. Βαξεβάνης προσωπική πρόσβαση στους εγκαλουμένους εισαγγελικούς λειτουργούς και εξασφάλιζε την παράνομη πληροφόρησή του; Πώς γνώριζε τις δικαστικές εξελίξεις; Το πρώτο από τα τρία προαναφερόμενα δημοσιεύματα αποδεικνύει την ύπαρξη κεντρικού σχεδιασμού για την κατασκευή της ψευδούς αυτής υποθέσεως: το πρωτοσέλιδο δημοσιεύεται σε χρόνο που η κα Τουλουπάκη ακόμα δεν έχει αναλάβει επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς. Ακόμα τότε δεν υφίστατο διαθέσιμο κανένα απολύτως «στοιχείο», εκ των κατασκευασμένων έστω, που να αφήνει την παραμικρή υποψία προς την κατεύθυνση πιθανής εμπλοκής Πρωθυπουργού. Η υπόδειξη της δημοσίευσης, που αποτελούσε προανάκρουσμα της προσπάθειας κατασκευής μιας ψευδούς υποθέσεως που είχε ήδη αποφασιστεί και επέκειτο η υλοποίηση της από τους κατάλληλους και πρόθυμους Εισαγγελείς και μάρτυρες, σαφέστατα έγινε από τον κ. Τσίπρα. Όπως προκύπτει και από την εξέταση και των άλλων δημοσιευμάτων, υφίσταται ευθεία σύνδεση μεταξύ των Εισαγγελέων Διαφθοράς και των κκ Τσίπρα και Παπαγγελόπουλου. Όλες οι ενέργειες των Εισαγγελέων ήταν προσχεδιασμένες και σε πλήρη γνώση και καθ’ υπόδειξη των τελευταίων: ο κ. Τσίπρας αποφάσισε και παρήγγειλε την κατασκευή της σκευωρίας, ο κ. Παπαγγελόπουλος, λόγω των ιδιοτήτων του, μερίμνησε ως «Ρασπούτιν» για την υλοποίησή της υποδεικνύοντας ενέργειες στην ευνοούμενή του Εισαγγελέα Διαφθοράς, βρέθηκαν οι πρόθυμοι μάρτυρες που κατέθεταν ό,τι κατά την εκάστοτε πολιτική συγκυρία εξυπηρετούσε τους μικροπολιτικούς σχεδιασμούς του κ. Τσίπρα και όλα δημοσιεύονταν ως κομματική προπαγάνδα από το κυβερνητικό φερέφωνο, την εφημερίδα του κ. Βαξεβάνη.
Η υπόθεση αυτή δεν προέκυψε τυχαία. Δεν ακολούθησε, όπως υποστηρίχθηκε πολιτικά, υποτιθέμενα στοιχεία που δήθεν προέκυψαν από κάποια έρευνα του FBI: τέτοια στοιχεία ποτέ δεν υπήρξαν, τουλάχιστον σε ό,τι με αφορά, όπως αποδεικνύεται τόσο από την επισκόπηση των εγγράφων που αποτέλεσαν την αποσταλείσα ως σκάνδαλο δικογραφία προς την Βουλή, όσο και από τα παρατιθέμενα στην εκδοθείσα μεταγενέστερα Διάταξη. Η υπόθεση αυτή κατασκευάστηκε, σχεδιάστηκε και στήθηκε έχοντας προαναγγελθεί από τα πλέον αρμόδια επικοινωνιακά μέσα πολιτικής προπαγάνδας: Δημοσιεύθηκε από το DOCUMENTO έναν ολόκληρο χρόνο πριν υπάρξουν καν οι καταθέσεις των ψευδομαρτύρων, απασχόλησε σταθερά την ίδια εφημερίδα κατ’ αποκλειστικότητα, μαζί με δηλώσεις κυβερνητικών τότε στελεχών που επεδίωκαν την πολιτική μου εξόντωση και αποτέλεσε αγαπημένο καταφύγιο της εφημερίδας της απελθούσας Κυβέρνησης αλλά και προσωπικά του κ. Τσίπρα μέχρι και σήμερα! Ο κ. Τσίπρας επένδυσε πολιτικά σε αυτήν την κατασκευασμένη υπόθεση, τοποθετούμενος εναντίον μου σε κάθε περίσταση και με κάθε αφορμή, ευκαίρως – ακαίρως, επιδιώκοντας την σπίλωσή μου. Ο κ. Τσίπρας κατασκεύασε μία ανύπαρκτη υπόθεση με ψευδείς μαρτυρίες για πολιτική εκμετάλλευση, όπως του επέτρεψε ο θεσμικός και πολιτικός του αμοραλισμός. Ο κ. Τσίπρας μαζί με τον κ. Παπαγγελόπουλο, τον πρώην Διοικητή της ΕΥΠ που είδε το φως το αληθινό, αναγνωρίζοντας, αίφνις και ανακηρύσσοντας τον κ. Τσίπρα ως έναν εκ των 3 μεγάλων Εθναρχών –μετά τον Ελ. Βενιζέλο και τον Κων. Καραμανλή- που έχει γνωρίσει η Χώρα, χρησιμοποίησαν τους Εισαγγελείς για να στηθεί και να συντηρηθεί αυτή η απίστευτη και χωρίς κανένα ουσιαστικό και αποδεικτικό έρεισμα υπόθεση, μέχρι που άρχισε να βοά ο κόσμος και να αποκαλύπτονται όλες οι κραυγαλέες παρεμβάσεις και οι προκλητικές και ανήθικες παρανομίες. Κι όταν πλέον οι αποκαλύψεις για τον ρόλο του «Ρασπούτιν» άρχισαν να διαδέχονται η μία την άλλη, ο κ. Τσίπρας παρέπεμψε, όπως θα δούμε παρακάτω, ως άλλος Πιλάτος απευθείας στον πρώην συνεργάτη του. Ο κ. Παπαγγελόπουλος στον δρόμο προς τις κάλπες είχε ήδη γίνει περιττό βάρος… Όσο διαρκούσε η ποινική διαδικασία, αλλά και κατά την ολοκλήρωσή της, ο κ. Τσίπρας με σειρά δηλώσεών του παραβίασε κάθε δικονομικό κανόνα καταφερόμενος ευθέως εις βάρος μου, στοχοποιώντας με και καθιστώντας με ένοχο χωρίς στοιχεία και αρμόδια κρίση ενώπιον του επικοινωνιακού του ακροατηρίου. Παραβίασε ευθέως και βάναυσα πολλάκις το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη με την ειδικότερη έκφανση μάλιστα του τεκμηρίου αθωότητας, όπως προβλέπεται από τα διεθνή νομοθετικά κείμενα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και ήδη, με νόμο της δικής του Κυβέρνησης ενσωματώθηκε και στην ελληνική νομοθεσία (βλ. Ν. 4620/2019). Ο πρώην εισαγγελικός λειτουργός κ. Παπαγγελόπουλος το έπραξε ομοίως κατ’ επανάληψιν, σπεύδοντας να μιλήσει ως ειδήμων για το «μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως του ελληνικού Κράτους» και πλειοδοτώντας με σακραστικές αναφορές κατά την ομιλία του στη Βουλή, όπου οι ίδιοι μερίμνησαν να φτάσει η δικογραφία. Ως εκ τούτου δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ο κ. Τσίπρας, κατά την προεκλογική περίοδο και ενώ ήταν σε εξέλιξη η έρευνα, προσπάθησε να εξομοιώσει τους αργούς ρυθμούς της δικαιοσύνης στην εκκρεμεί διαδικασία της υπόθεσης NOVARTIS, με το τελικό αποτέλεσμα των υποθέσεων Τσοχατζόπουλου – Παπαντωνίου (ΣΧΕΤΙΚΟ 4). Ακόμη και σήμερα, ενώ έχει ήδη αρχειοθετηθεί η υπόθεσή μου, από την πλευρά της αντιπολίτευσης, επικαλείται τη δήθεν εμπλοκή πολιτικών προσώπων στην υπόθεση NOVARTIS, προς εξυπηρέτηση των μικροπολιτικών του σκοπιμοτήτων, αποδεικνύοντας ακόμη μια φορά ότι εκείνος ήταν ο «εγκέφαλος» πίσω από την άθλια αυτή σκευωρία, την οποία έχει το θράσος να προβάλει ως πολιτικό του «κατόρθωμα»! Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε σε συνέντευξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» της 7-8 Σεπτεμβρίου 2019, σφετεριζόμενος κατά την προσφιλή πρακτική του την δικαστική εξουσία και εκφέροντας a priori δημοσίως κρίσεις που παραβιάζουν κατάφωρα το τεκμήριο της αθωότητας: «ας το έχουν στο μυαλό τους όσοι επιδιώκουν σήμερα να κουκουλώσουν και να κλείσουν την υπόθεση Novartis άρον άρον, επειδή κέρδισαν τις εκλογές. Η υπόθεση αυτή έχει τόσο βαθιές ρίζες που δεν κλείνει εύκολα. Θα τους απογοητεύσω, αλλά σύντομα θα κατανοήσουν ότι σαν Λερναία Ύδρα θα τους κυνηγά για πολύ καιρό ακόμα» (ΣΧΕΤΙΚΟ 5). Η υπόθεση αποτελεί προϊόν των σχεδιασμών του κ. Τσίπρα και του κ. Παπαγγελόπουλου, όπως αποδεικνύεται εκ των ανωτέρω. Είμαι βέβαιος ότι η έρευνα των εξωτερικών στοιχείων των τηλεφωνικών συνδέσεων των εμπλεκομένων, οι κλήσεις, η διάρκεια αυτών και ο γεωεντοπισμός των συσκευών τους θα απέδιδε ευχερώς στοιχεία για τις απευθείας επαφές μεταξύ των εγκαλουμένων μελών της συμμορίας που κατήγγειλα. Τα υφιστάμενα δεδομένα όμως παρέχουν ήδη επαρκή στοιχεία για τη συναγωγή των ελλόγων, ασφαλών συμπερασμάτων που, ως ενδείξεις, αξιολογούνται και μνημονεύονται από τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ως πρώτο αποδεικτικό στοιχείο (άρθρο 177 ΚΠΔ).