Την εντατικοποίηση των προσπαθειών του ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να είναι έτοιμος για την εκλογική αναμέτρηση, καθώς «ο ορίζοντας της σημερινής κυβέρνησης δεν ξεπερνά την προεδρική εκλογή του Φεβρουαρίου», ζήτησε ο Αλέξης Τσίπρας μιλώντας σήμερα στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματός του.
Αποσαφηνίζοντας τη στάση του κόμματος ως προς την διαπραγμάτευση της κυβέρνησης με την τρόικα που βρίσκεται σε εξέλιξη, ο κ. Τσίπρας δήλωσε ότι «η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να δεχθεί ούτε προαπαιτούμενα, ούτε απαιτούμενα, ούτε τίποτα από όσα αυτή τη στιγμή, σε διάφορα μέτωπα, επιχειρείται να επιβληθούν ως τετελεσμένα».
Πρόσθεσε επίσης, διευκρινίζοντας παλαιότερη δήλωσή του, ότι «συνέχεια του κράτους δεν σημαίνει συνέχεια του μνημονίου» και επανέλαβε τη θέση για διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους.
Στην επίθεσή του κατά της κυβέρνησης, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επικαλέστηκε την έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής ότι η Ελλάδα είναι τελευταία στον δείκτη κοινωνικής δικαιοσύνης, σημειώνοντας ότι «αυτή την τελευταία θέση ο κ. Σαμαράς, διεκδικεί να την κατοχυρώσει εις το διηνεκές».
Προβάλλοντας ιδιαίτερα τη θέση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «με τη σταθερή του πορεία, την όσμωσή του με το λαϊκό κίνημα, τις αναλύσεις και τις ιδέες του έχει καταστεί η μοναδική εγγύηση δημοκρατικής ομαλότητας και αλλαγής, ο κ. Τσίπρας διαβεβαίωσε ότι το κόμμα του είναι η πολιτική δύναμη που μπορεί να εγγυηθεί ότι η Ελλάδα θα σταθεί στα πόδια της και θα διαπραγματευθεί με αποφασιστικότητα».
Ο κ. Τσίπρας υπογράμμισε την ανάγκη εκλογικής ετοιμότητας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και την ανάγκη, η αξιωματική αντιπολίτευση να εργαστεί το επόμενο διάστημα για να επιταχύνει τις εξελίξεις, να έρθει σε πιο στενή επαφή με τον λαό, να εξηγήσει το πρόγραμμά του και να δώσει το τελικό, αποφασιστικό χτύπημα στον φόβο και την αβεβαιότητα. Τόνισε, επίσης, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να πατήσει γερά στο θέμα των συμμαχιών, «χωρίς επιπολαιότητες και χωρίς φοβίες» όπως είπε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Τσίπρας έκανε επίσης ειδική αναφορά στη μεσαία τάξη, τονίζοντας πως «αφανίζεται υπό το βάρος μιας φορολογικής πολιτικής που έχει λάβει τον χαρακτήρα μιας κρατικής ληστείας».
Εξωτερική Πολιτική
Επιβεβαιώνοντας την διεύρυνση του ενδιαφέροντος του ΣΥΡΙΖΑ για τις εξελίξεις στην εξωτερική πολιτική, ο κ. Τσίπρας διερωτήθηκε, αν είναι δυνατό, σε μια στιγμή που οι γεωπολιτικές ισορροπίες αλλάζουν, που η Άγκυρα προκαλεί με κινήσεις του «Μπαρμπαρός», που συμμαχίες και μέτωπα επανακαθορίζονται, να αποφασίσει για εμάς, χωρίς εμάς, μια κυβέρνηση φθαρμένη όσο δεν παίρνει, εξαρτημένη όσο δεν παίρνει, ανασφαλής όσο δεν παίρνει.
Καταδίκασε τις τουρκικής ενέργειες και ζήτησε από την κυβέρνηση να εξαντλήσει κάθε διπλωματική δραστηριότητα, ώστε η Τουρκία να προβεί σε ουσιαστική κίνηση που θα αποκλιμακώνει την ένταση, προκειμένου να αρχίσουν πάλι οι διαπραγματεύσεις.
Για το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας -Τουρκίας, ο κ. Τσίπρας ανέφερε ότι είναι ένα καίριο εργαλείο για την ανάπτυξη των διμερών σχέσεων, ωστόσο σημείωσε την ανάγκη, ο θεσμός αυτός να συνεισφέρει στην αποκλιμάκωση της έντασης και να μην ενταχθεί σε μια επικοινωνιακή λογική επικάλυψης της έντασης με σωρεία ανούσιων διακηρύξεων.
Επίσης, εξέφρασε την ανησυχία του για την κατάσταση στα Βαλκάνια και την αύξηση του εθνικισμού και πρότεινε την ενίσχυση της Διαβαλκανικής Συνεργασίας.
Ειδικότερα για τη συνεργασία με την Κύπρο και την Αίγυπτο, είπε πως η συνεργασία με τις χώρες της Ανατολικης Μεσογείου πρέπει να προσανατολιστεί όχι στην κλιμάκωση αλλά στην κατοχύρωση της ειρήνης της συνεργασίας και της σταθερότητας στην περιοχή.
Για τον προϋπολογισμό είπε:
«Με εμπιστοσύνη στην κοινωνία και στις δυνάμεις μας, είμαι βέβαιος ότι αυτός ο προϋπολογισμός θα είναι ο τελευταίος μνημονιακός προϋπολογισμός».
«O ελληνικός λαός έχει το δικό του προαπαιτούμενο από μας: το προαπαιτούμενο της αντίστασης, της ανατροπής της σημερινής πολιτικής και πορείας» υπογράμμισε χαρακτηριστικά.
«Σε κάθε περίπτωση, ο ορίζοντας της σημερινής κυβέρνησης δεν ξεπερνά την Προεδρική Εκλογή του Φεβρουαρίου», ανέφερε μεταξύ άλλων.
«Η Ελλάδα δεν υπάρχει στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι παρά μόνο ως πεδίο δοκιμών βαρβαρότητας. Εμείς επιμένουμε: μπορεί η Ελλάδα να αλλάξει πορεία» τόνισε και συμπλήρωσε:
«H χώρα χρειάζεται εξωτερική πολιτική που να διεκδικεί δυναμικά εντός, και πέρα από την ΕΕ καθώς και στις διμερείς της σχέσεις».