Αν θεωρείτε πως όσοι τριγυρνούν με μια φωτογραφική μηχανή στο χέρι τραβώντας τα αξιοθέατα και όσα τους προσελκύουν την προσοχή, καταστρέφουν τις ταξιδιωτικές τους εμπειρίες, μάλλον πρέπει να αναθεωρήσετε. Σύμφωνα με μια νέα αμερικανική μελέτη, την πρώτη του είδους της, όσοι τραβάνε πολλές φωτογραφίες από τις εμπειρίες τους νιώθουν πιο ευτυχισμένοι!
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την αναπληρώτρια καθηγήτρια Κρίστιν Ντιλ του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνια, μελέτησαν πάνω από 2.000 ανθρώπους. Διαπίστωσαν πως όσοι όσοι φωτογραφίζουν τις εμπειρίες τους, από μια βόλτα σε μια ξένη πόλη ή μουσείο έως το γλυκό που μόλις τους σέρβιραν,περνάνε γενικά καλύτερα, σε σχέση με όσους αποφεύγουν τις φωτογραφίες.
Οι ερευνητές πραγματοποίησαν πειράματα, τρία σε πραγματικές συνθήκες και έξι στο εργαστήριο, ζητώντας από τους εθελοντές είτε να φωτογραφίζουν ό,τι τους άρεσε γύρω τους, είτε όχι. Σχεδόν σε όλα τα πειράματα, όσοι τράβηξαν φωτογραφίες, δήλωσαν στη συνέχεια πως ένιωθαν καλύτερα συγκριτικά με όσους δεν είχαν φωτογραφίσει τίποτε.
Αυτό εξηγεί, κατά τους ερευνητές, γιατί οι χρήστες του Facebook «ανεβάζουν» στο κοινωνικό δίκτυο περίπου δύο δισεκατομμύρια φωτογραφίες κάθε μέρα, ενώ του Instagram γύρω στα 80 εκατομμύρια.
Οι ερευνητές ανέφεραν ότι η φωτογράφηση δεν αποσπά κάποιον από την πραγματική βίωση μιας εμπειρίας, καθώς μάλλον συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Για παράδειγμα, σε ένα από τα πειράματα σε ένα μουσείο, όπου οι εθελοντές φορούσαν ειδικά γυαλιά που κατέγραφαν τις κινήσεις των ματιών τους, όσοι τραβούσαν φωτογραφίες, περνούσαν περισσότερη ώρα κοιτάζοντας τα εκθέματα.
Σε ένα άλλο πείραμα, διαπιστώθηκε ότι ακόμη και όταν κανείς απλώς σκέπτεται την προοπτική ότι θα τραβήξει φωτογραφίες, αυτό τον κάνει να νιώθει πιο χαρούμενος με ό,τι καινούριο ζει.
Από την άλλη, αν η κάμερα είναι βαριά, τότε η φωτογράφηση γυρνάει «μπούμερανγκ» και κανείς περνάει χειρότερα. Πιο δυσάρεστη μπορεί επίσης να γίνει μια εμπειρία, όταν φωτογραφηθεί, σε περίπτωση που αφορά κάτι άσχημο, π.χ. λιοντάρια να επιτίθενται σε ένα ελάφι.
Τα συμπεράσματα της έρευνας δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό ψυχολογίας Personality and Social Psychology.